Έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών και
Προϋπολογισμού για το νομοσχέδιο «Ο περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας
(Τροποποιητικός)
Νόμος του 2014»
Παρόντες:
Νικόλας Παπαδόπουλος, πρόεδρος |
Πάμπος Παπαγεωργίου |
Άγγελος Βότσης |
Νίκος Νικολαΐδης |
Μαρία Κυριακού |
Γιώργος Περδίκης |
Γιάννος Λαμάρης |
Νίκος Κουτσού |
Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών
και Προϋπολογισμού
μελέτησε το πιο πάνω νομοσχέδιο σε δύο
συνεδρίες της, που πραγματοποιήθηκαν
στις
29 Σεπτεμβρίου
και στις 6 Οκτωβρίου
2014.
Στην
πρώτη συνεδρίαση
της επιτροπής κλήθηκαν και παρευρέθηκαν
εκπρόσωποι του Τμήματος Φορολογίας του Υπουργείου Οικονομικών.
Σκοπός του νόμου που προτείνεται είναι
η τροποποίηση του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας
Νόμου,
ώστε να παρασχεθεί η ευχέρεια στον Υπουργό Οικονομικών μετά από σύσταση
του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας και χωρίς την έγκριση του
Υπουργικού Συμβουλίου
να αποδέχεται τη διαγραφή ή τη μείωση
ποσού πρόσθετης επιβάρυνσης ή τόκου ή
χρηματικής επιβάρυνσης
το οποίο επιβλήθηκε
με βάση τις διατάξεις του
περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του
1990 μέχρι 2000, όταν το ποσό για το οποίο υποβάλλεται αίτηση για μείωση
ή κατάργηση δεν υπερβαίνει τις €20.000.
Όπως είναι γνωστό, με βάση τις
διατάξεις του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990 μέχρι 2000,
ο οποίος ίσχυε μέχρι την
31η
Ιανουαρίου 2002, κάθε υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο που παρέλειπε,
αρνούνταν ή καθυστερούσε να υποβάλει φορολογική δήλωση
υπέκειτο σε χρηματική επιβάρυνση για κάθε
μήνα ή μέρος αυτού που διαρκούσε η άρνηση ή παράλειψη ή καθυστέρηση.
Επιπρόσθετα, σε περίπτωση που το ίδιο
πρόσωπο αμελούσε ή αρνούνταν να καταβάλει
στον έφορο οποιοδήποτε ποσό φόρου ή άλλο
ποσό, τότε είχε υποχρέωση να καταβάλει πρόσθετη επιβάρυνση ύψους
10%
επί του ποσού που αμέλησε ή αρνήθηκε να καταβάλει. Σε περίπτωση που η
αμέλεια ή άρνηση να καταβάλει οποιοδήποτε ποσό εξακολουθούσε πέραν των
τριάντα ημερών από την ημερομηνία που το ποσό καθίστατο καταβλητέο, τότε
επιβαλλόταν τόκος ύψους 8%
επί του ποσού.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που κατατέθηκαν στην
επιτροπή, με βάση τις διατάξεις του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας
(Τροποποιητικού) (Αρ. 6) Νόμου του 2012 ο Υπουργός Οικονομικών δύναται
κατόπιν αίτησης του δικαιούχου προσώπου να διαγράψει ή να μειώσει μετά
από πρόταση του εφόρου και απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου οποιοδήποτε
ποσό χρηματικής επιβάρυνσης ή πρόσθετης επιβάρυνσης ή τόκου επιβλήθηκε
σύμφωνα με τα πιο πάνω, όταν το δικαιούχο πρόσωπο κατέβαλε πριν από την
έναρξη της ισχύος του υπό αναφορά νόμου ή δεσμεύτηκε να καταβάλει το
ποσό του οφειλόμενου φόρου που του επιβλήθηκε με βάση τον καταργηθέντα
νόμο, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται συγκεκριμένα κριτήρια.
Συναφώς, όπως δήλωσε η εκπρόσωπος του Τμήματος
Φορολογίας, με τον προτεινόμενο νόμο απλοποιείται και επισπεύδεται η
διαδικασία διαγραφής ή μείωσης επιβαρύνσεων και τόκων που επιβλήθηκαν με
βάση της διατάξεις του καταργηθέντος νόμου και αναμένεται να βελτιωθεί η
εισπραξιμότητα καθυστερημένων οφειλών του κράτους.
Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών
και Προϋπολογισμού, αφού έλαβε υπόψη όλα όσα τέθηκαν ενώπιόν της,
ομόφωνα εισηγείται στη Βουλή την ψήφιση του νομοσχεδίου σε νόμο, αφού
προηγουμένως τροποποιηθεί ο τίτλος του, ώστε να αναφέρεται ως «Ο περί
Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Τροποποιητικός) (Αρ. 4) Νόμος του 2014».
7 Οκτωβρίου 2014
|