1. Η ερμηνεία του όρου “βαριά αμέλεια” και ειδικότερα το
ενδεχόμενο τροποποίησής της, με σκοπό να καθοριστεί πιο συγκεκριμένα
η έννοια αυτή, η οποία στο νομοσχέδιο ερμηνεύεται ως “μεγάλου βαθμού
αμέλεια”.
Κατά τη συζήτηση του ζητήματος αυτού η εκπρόσωπος του Γραφείου
του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας εξέφρασε την άποψη ότι η
χρήση πιο συγκεκριμένης ερμηνείας θα ήταν αδόκιμη, αφού ο όρος
“βαριά αμέλεια” έχει ήδη διευκρινιστεί στη νομολογία των κυπριακών
δικαστηρίων.
Η εκπρόσωπος του Κυπριακού Ιδρύματος Προστασίας του Περιβάλλοντος
(Terra Cypria) διαφώνησε με την άποψη αυτή και χαρακτήρισε την
ερμηνεία του όρου αυτού ως μη ικανοποιητική, ιδιαίτερα λαμβάνοντας
υπόψη ότι είναι συστατικό στοιχείο των αδικημάτων που προβλέπονται
στο νομοσχέδιο, και εξέφρασε την άποψη ότι η ερμηνεία ως έχει θα
δυσχεραίνει το έργο της κατηγορούσας αρχής.
Η επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι, καθόσον αφορά τη
χρήση του όρου “βαριά αμέλεια” ειδικά σε σχέση με το περιβάλλον, δεν
υπάρχει σχετική νομολογία, καθώς και το γεγονός ότι ο όρος αυτός
είναι αναγκαίος για τον καθορισμό του προτεινόμενου νομοθετικού
πλαισίου και την απόδειξη τέλεσης των προβλεπόμενων ποινικών
αδικημάτων, έκρινε ορθότερο να τροποποιηθεί η ερμηνεία του όρου,
ώστε να εξειδικεύεται η σημασία του.
2. Η ερμηνεία του όρου “εσκεμμένα” και ειδικότερα το ενδεχόμενο
απόδοσης πιο συγκεκριμένης ερμηνείας στις έννοιες που συναποτελούν
τον όρο αυτό, δεδομένου ότι στο νομοσχέδιο προβλέπεται ότι
«εσκεμμένα σημαίνει με άμεση ή έμμεση πρόθεση, απερισκεψία ή ένοχη
γνώση».
Η επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη σημασία του όρου
“εσκεμμένα” ως συστατικού στοιχείου των προβλεπόμενων ποινικών
αδικημάτων, έκρινε ορθότερο να προστεθούν επίσης στο κείμενο του
νομοσχεδίου ερμηνείες των όρων “απερισκεψία”, “έμμεση πρόθεση” και
“ένοχη γνώση”, ώστε να εξειδικευτεί η σημασία του όρου “εσκεμμένα”
και να ερμηνεύεται ομοιόμορφα από τα δικαστήρια της Δημοκρατίας.
3. Η ερμηνεία του όρου “νομικό πρόσωπο”. Συγκεκριμένα,
προβλημάτισε το κατά πόσο ενδείκνυται η τροποποίησή του κατά τρόπο
που να αναφέρεται σε κρατική και όχι σε δημόσια εξουσία, έτσι ώστε
στην έννοια του νομικού προσώπου να μην περιλαμβάνονται και κατά
συνέπεια να μην υπέχουν ποινική ευθύνη μόνο τα κράτη, οι διεθνείς
οργανισμοί δημόσιου δικαίου και νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου κατά
την άσκηση κρατικής εξουσίας και όχι, όπως ρητά προβλέπεται στο
νομοσχέδιο ή προκύπτει από αυτό, να εξαιρείται από τέτοια ευθύνη
οποιοδήποτε όργανο κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας, καθώς και οι
δραστηριότητες νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου που ερείδονται στο
ιδιωτικό δίκαιο.
Η εκπρόσωπος του Κυπριακού Ιδρύματος Προστασίας του Περιβάλλοντος
(Terra Cypria) εξέφρασε την άποψη ότι η ερμηνεία του πιο πάνω όρου
δεν αποδίδει ορθά τις σχετικές διατάξεις της υπό αναφορά Οδηγίας, η
οποία αναφέρεται σε “κρατική” και όχι “δημόσια” εξουσία και εξαιρεί
από την έννοια του νομικού προσώπου μόνο κράτη και φορείς που ασκούν
κρατική εξουσία και μόνο κατά την άσκηση της εξουσίας αυτής. Με την
πιο πάνω άποψη συμφώνησαν οι εκπρόσωποι της περιβαλλοντικής
οργάνωσης “Φίλοι της Γης”, του Πτηνολογικού Συνδέσμου Κύπρου και της
Ομοσπονδίας Περιβαλλοντικών Οργανώσεων Κύπρου.
Ο εκπρόσωπος της Ένωσης Δήμων Κύπρου διαφώνησε με τις πιο πάνω
απόψεις και δήλωσε ότι συμφωνεί με τον ορισμό του “νομικού προσώπου”
όπως προτείνεται στο νομοσχέδιο, υποστηρίζοντας ότι τα νομικά
πρόσωπα δημόσιου δικαίου δεν πρέπει να εμπίπτουν στις πρόνοιες του
νομοσχεδίου κατά την άσκηση δημόσιας ή κρατικής εξουσίας.
Αναφορικά με τον πιο πάνω προβληματισμό, η εκπρόσωπος του
Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας τόνισε ότι η απόδοση
ποινικής ευθύνης σε νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου κατά την άσκηση
κρατικής εξουσίας είναι αντίθετη με το εθνικό δίκαιο της
Δημοκρατίας, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 146 του συντάγματος, το
Ανώτατο Δικαστήριο κέκτηται αποκλειστική δικαιοδοσία να αποφασίζει
για τη νομιμότητα οποιασδήποτε απόφασης, πράξης ή παράλειψης που
γίνεται από κρατικό φορέα.
Η επιτροπή συμφώνησε με την εκπρόσωπο του Γραφείου του Γενικού
Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ότι δεν είναι επιθυμητή η απόδοση
ποινικής ευθύνης σε νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου κατά την άσκηση
κρατικής εξουσίας. Παράλληλα όμως αποφάσισε την τροποποίηση των
σχετικών διατάξεων του νομοσχεδίου, έτσι ώστε να γίνεται αναφορά σε
“κρατική” και όχι σε “δημόσια” εξουσία και να διευκρινίζεται ότι
στην ερμηνεία του όρου “νομικό πρόσωπο” περιλαμβάνονται νομικά
πρόσωπα δημόσιου δικαίου κατά την άσκηση δραστηριοτήτων που
προκύπτουν από το ιδιωτικό δίκαιο και συνεπώς για τέτοιου είδους
δραστηριότητες δυνατόν να υπέχουν ποινικές ευθύνες.
4. Η ερμηνεία του όρου “βαριά σωματική βλάβη” και συγκεκριμένα το
κατά πόσο ενδείκνυται η τροποποίησή του, ώστε να περιλαμβάνει ρητή
αναφορά σε βλάβη που προκαλείται σε έμβρυο κατά την κύηση.
Η εκπρόσωπος του Κυπριακού Ιδρύματος Προστασίας του Περιβάλλοντος
(Terra Cypria) υπέβαλε εισήγηση στην επιτροπή για την τροποποίηση
της ερμηνείας του όρου “σωματική βλάβη” κατ’ ανάλογο τρόπο με την
αντίστοιχη ελληνική νομοθεσία, η οποία περιλαμβάνει ρητή αναφορά σε
βλάβη που προκαλείται σε έμβρυο κατά την κύηση.
Οι εκπρόσωποι του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
και του Τμήματος Περιβάλλοντος δε διαφώνησαν με την προσθήκη τέτοιας
πρόνοιας.
Η επιτροπή συμφώνησε να προστεθεί στο νομοσχέδιο η πρόκληση
σωματικής βλάβης σε έμβρυο κατά την κύηση ως ένα από τα συστατικά
στοιχεία των σχετικών αδικημάτων, έκρινε όμως νομοτεχνικά ορθότερο
να τροποποιηθούν για το σκοπό αυτό οι πρόνοιες του νομοσχεδίου που
θεσπίζουν τα σχετικά αδικήματα.
5. Η ειδική πρόνοια που ρυθμίζει την ποινικοποίηση της απόπειρας
διάπραξης οποιουδήποτε από τα αδικήματα που προβλέπονται στο
νομοσχέδιο.
Η επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η εν λόγω πρόνοια
αποτελεί επανάληψη των σχετικών προνοιών του Ποινικού Κώδικα
αναφορικά με τις οποίες υπάρχει ικανοποιητική νομολογία, η οποία
εφαρμόζεται σε σχέση με όλα τα αδικήματα, περιλαμβανομένων και αυτών
που προβλέπονται στο υπό συζήτηση νομοσχέδιο, και με τη σύμφωνη
γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, αποφάσισε τη διαγραφή
της εν λόγω πρόνοιας.
6. Το ύψος των ποινών των αδικημάτων που προβλέπονται στο
νομοσχέδιο και ειδικότερα η δυνατότητα επιβολής υψηλότερης ποινής
για αδικήματα που έχουν ως αποτέλεσμα ουσιώδη βλάβη στην ποιότητα
του αέρα, του εδάφους ή των νερών ή στα ζώα ή στα φυτά, καθώς και η
διαβάθμιση των ποινών για αδικήματα που δεν έχουν ως αποτέλεσμα
τέτοια βλάβη με επιβολή χαμηλότερης ποινής για αδικήματα που
διαπράττονται εξ αμελείας και όχι εκ προθέσεως.
Η εκπρόσωπος του Τμήματος Περιβάλλοντος σημείωσε ότι στον τομέα
του περιβάλλοντος οι επιπτώσεις της βαριάς αμέλειας σε ορισμένες
περιπτώσεις ίσως να είναι χειρότερες από πράξεις που διενεργούνται
εσκεμμένα και εξέφρασε την άποψη ότι για το λόγο αυτό οι ποινές
πρέπει να παραμείνουν ως έχουν κατατεθεί από την εκτελεστική
εξουσία.
Η επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τη νομολογία των
δικαστηρίων της Κύπρου επιβάλλονται διαφορετικές ποινές για τα
αδικήματα που διαπράττονται από αμέλεια και ότι η διαβάθμιση των
ποινών με τον πιο πάνω τρόπο θα δώσει κατεύθυνση στο δικαστήριο κατά
την επιβολή ποινών, καθώς και με τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού
Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, έκρινε ότι οι σχετικές πρόνοιες πρέπει
να διαφοροποιηθούν, ώστε να προβλέπεται πιο αυστηρή ποινή, σε
περιπτώσεις όπου το αδίκημα διαπράττεται εσκεμμένα, και ελαφρότερη
ποινή, σε περιπτώσεις όπου το αδίκημα διαπράττεται από βαριά
αμέλεια. Οι σχετικές πρόνοιες διαφοροποιήθηκαν περαιτέρω, έτσι ώστε
να προβλέπεται πιο αυστηρή ποινή, σε περιπτώσεις όπου το αδίκημα
έχει ως αποτέλεσμα ουσιαστική βλάβη στην ποιότητα του αέρα, του
εδάφους ή των νερών ή στα ζώα ή στα φυτά, ανεξαρτήτως του αν
συντελείται από βαριά αμέλεια ή εσκεμμένα.
7. Η υιοθέτηση της δυνατότητας που παρέχει η Οδηγία για εξαίρεση
από την ποινικοποίηση ορισμένων πράξεων που αφορούν αμελητέα
ποσότητα και αμελητέο αντίκτυπο. Συγκεκριμένα, η Οδηγία προβλέπει
ότι το αδίκημα της θανάτωσης, του αφανισμού, της κατοχής ή σύλληψης
προστατευόμενων ειδών της άγριας χλωρίδας ή πανίδας και το αδίκημα
της εμπορίας προστατευόμενων ειδών άγριας πανίδας ή χλωρίδας ή μερών
ή παραγώγων αυτών δε διαπράττονται, αν αφορούν αμελητέα ποσότητα των
εν λόγω ειδών και έχουν αμελητέο αντίκτυπο στο καθεστώς διατήρησής
τους.
Η εκπρόσωπος του Τμήματος Περιβάλλοντος διαφώνησε με την εισήγηση
για προσθήκη τέτοιας εξαίρεσης στο νομοσχέδιο και δήλωσε ότι οι εν
λόγω πράξεις στις οποίες αναφέρεται η εξαίρεση στην υπό αναφορά
Οδηγία παραπέμπουν σε αδικήματα που θεσπίζονται από τον περί
Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμο [Ν.
153(Ι)/2003], στον οποίο όμως δεν έχει προβλεφθεί τέτοια εξαίρεση. Η
ίδια εκπρόσωπος αναφέρθηκε στις πρακτικές δυσκολίες εφαρμογής
τέτοιας πρόνοιας, επισημαίνοντας ότι η αμελητέα ποσότητα δεν μπορεί
να είναι απόλυτη και σταθερή, αφού, ανάλογα με την κατάσταση
διατήρησης του κάθε είδους διαχρονικά, θα μεταβάλλεται και ο
αντίκτυπος που θα έχει στο είδος αυτό η όποια πράξη ή ενόχληση. Για
το λόγο αυτό, όπως υποστήριξε η ίδια, πρέπει να πραγματοποιείται για
κάθε είδος διαδικασία καθορισμού της αμελητέας ποσότητας, η οποία
επιβάλλεται να αναθεωρείται σε συχνά και τακτά χρονικά διαστήματα,
είναι χρονοβόρα, συνεπάγεται φόρτο εργασίας και θα έχει πολύ μικρό
αντίκτυπο όσον αφορά την εφαρμογή της νομοθεσίας.
Η εκπρόσωπος του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας
επισήμανε ότι οι έννοιες “αμελητέα ποσότητα” και “αμελητέος
αντίκτυπος” δεν ορίζονται στην υπό αναφορά Οδηγία και, αφού ανέφερε
ότι η αρχή ασφάλειας δικαίου δεν επιτρέπει τη δημιουργία ποινικών
αδικημάτων για συμπεριφορά το αξιόποινο της οποίας δεν προκύπτει
σαφώς από το νόμο, κατέληξε ότι η ασάφεια της Οδηγίας δεν μπορεί να
μεταφερθεί στο νομοσχέδιο, αφ’ ης στιγμής οι εν λόγω όροι θα
χρησιμοποιηθούν για εξαίρεση από το γενικό κανόνα που θεσπίζει τα
συγκεκριμένα ποινικά αδικήματα και, σε περίπτωση που η εξαίρεση αυτή
προστεθεί στο νομοσχέδιο, πρέπει να αποδοθεί στους όρους αυτούς
συγκεκριμένη ερμηνεία.
Η εκπρόσωπος της Ομοσπονδίας Περιβαλλοντικών Οργανώσεων Κύπρου
δήλωσε ότι όσον αφορά το ζήτημα αυτό συμφωνεί με το νομοσχέδιο όπως
έχει κατατεθεί από την εκτελεστική εξουσία, χωρίς την εισαγωγή της
εν λόγω εξαίρεσης, και μετέφερε την άποψη της ομοσπονδίας ότι ο όρος
“αμελητέα ποσότητα” δεν είναι σαφής και δεν υπάρχουν εξαντλητικά
κριτήρια που να καθορίζουν ποια είναι η αμελητέα ποσότητα για κάθε
είδος χλωρίδας ή πανίδας που τίθεται σε κίνδυνο.
Ο εκπρόσωπος του Πτηνολογικού Συνδέσμου Κύπρου εξέφρασε την άποψή
ότι τέτοια εξαίρεση δεν πρέπει να εφαρμόζεται στις περιπτώσεις
χρήσης μαζικών και μη επιλεκτικών μεθόδων σύλληψης ή θανάτωσης
πουλιών, προκειμένου να αποφευχθεί η κατάχρηση λόγω αοριστίας του
όρου “αμελητέα ποσότητα”, επειδή, όταν πρόκειται για απαγορευμένες
μη επιλεκτικές και μαζικές μεθόδους θανάτωσης, είναι αδύνατο να
εξασφαλίσει ή να ελέγξει ο δράστης του αδικήματος την ποσότητα που
θανατώνεται.
Η επιτροπή αποφάσισε καταρχήν ότι για σκοπούς πλήρους εναρμόνισης
με την Οδηγία ενδείκνυται να περιληφθεί στο νομοσχέδιο η
προαναφερόμενη εξαίρεση και, λαμβάνοντας υπόψη ότι η αμελητέα
ποσότητα καθορίζεται σε κάθε περίπτωση με βάση τα πραγματικά
γεγονότα της κάθε υπόθεσης ενώπιον του δικαστηρίου, έκρινε ότι δεν
είναι αναγκαία η εισαγωγή ειδικών κριτηρίων στο νομοσχέδιο, πέραν
μιας γενικής ερμηνείας του όρου “αμελητέα ποσότητα”.