Αρχείο

    

Έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Συγκοινωνιών και Έργων για τους κανονισμούς που τιτλοφορούνται «Οι περί Πολιτικής Αεροπορίας (Αναφορά Περιστατικών) Κανονισμοί του 2005»

Παρόντες:

Νίκος Πιττοκοπίτης, πρόεδρος

Κυριάκος Τυρίμος

Ζαχαρίας Κουλίας

Ανδρέας Παπαπολυβίου

Γιώργος Χατζηγεωργίου

Γεώργιος Τάσου

Θάσος Μιχαηλίδης

Γιώργος Βαρνάβα

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Συγκοινωνιών και Έργων εξέτασε τους πιο πάνω κανονισμούς σε δύο συνεδρίες της, που πραγματοποιήθηκαν την 21η και στις 28 Ιουνίου 2005. Στο στάδιο της μελέτης των προτεινόμενων κανονισμών κλήθηκαν και παρευρέθηκαν ενώπιον της επιτροπής εκπρόσωποι του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων, του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας του ίδιου υπουργείου, του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, του Γραφείου του Συντονιστή Εναρμόνισης, της Επιτροπής Διερεύνησης Αεροπορικών Ατυχημάτων και Συμβάντων και του Συνδέσμου Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας. Η Παγκύπρια Συντεχνία Πιλότων, παρ’ όλο που κλήθηκε, δεν εκπροσωπήθηκε στις συνεδρίες της επιτροπής.

Με τους υπό αναφορά κανονισμούς, που εκδίδονται με βάση το άρθρο 259 του περί Πολιτικής Αεροπορίας Νόμου, σκοπείται η εναρμόνιση της κυπριακής έννομης τάξης με την κοινοτική Οδηγία 2003/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2003 για την αναφορά περιστατικών στην πολιτική αεροπορία.

Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση που συνοδεύει τους κανονισμούς αυτούς, η αναφερόμενη πιο πάνω κοινοτική Οδηγία, η οποία τέθηκε σε εφαρμογή στις 4 Ιουλίου 2003, καθορίζει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να θέσουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, για να συμμορφωθούν με αυτή το αργότερο μέχρι τις 4 Ιουλίου 2005 και να πληροφορήσουν σχετικά την επιτροπή.

Περαιτέρω, η κοινοτική αυτή Οδηγία εφαρμόζεται στα περιστατικά που θέτουν σε κίνδυνο ή που θα μπορούσαν, αν δεν επανορθώνονταν, να θέσουν σε κίνδυνο αεροσκάφος, τους επιβαίνοντες σε αυτό ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο.

Ειδικότερα, οι προτεινόμενοι κανονισμοί αναμένεται να συμβάλουν στη βελτίωση της αεροπορικής ασφάλειας, για το λόγο ότι προβλέπουν για την αναφορά, τη συλλογή, την αποθήκευση, την προστασία και τη διάδοση των σχετικών με την ασφάλεια πληροφοριών.

Με βάση τα στοιχεία που κατατέθηκαν ενώπιον της επιτροπής, στους προτεινόμενους κανονισμούς περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:

1. Καθορίζονται τα πρόσωπα που οφείλουν, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, να αναφέρουν τα καλυπτόμενα από τους κανονισμούς περιστατικά [ειδικότερα ο Κανονισμός 4(1)]. Στα πρόσωπα αυτά περιλαμβάνονται ο χειριστής ή κυβερνήτης του αεροσκάφους, το πρόσωπο που σχεδιάζει, κατασκευάζει, συντηρεί ή τροποποιεί αεροσκάφος και οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας. Πρόσωπα που εκτελούν παρεμφερή καθήκοντα με αυτά που αναφέρονται στον Κανονισμό 4(1) μπορούν να υποβάλουν εθελοντική αναφορά.

2. Ορίζεται το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας ως η αρμόδια αρχή για τη συλλογή και αποθήκευση των περιστατικών σε οικεία βάση δεδομένων.

3. Ορίζεται η Επιτροπή Διερεύνησης Αεροπορικών Ατυχημάτων και Συμβάντων, η οποία έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 221 του περί Πολιτικής Αεροπορίας Νόμου, ως η αρμόδια αρχή για την αξιολόγηση και επεξεργασία των περιστατικών.

4. Ορίζεται το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας ως σημείο επαφής για την ανταλλαγή πληροφοριών θέτοντας στη διάθεση των αρμόδιων αρχών των άλλων κρατών μελών και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όλες τις χρήσιμες πληροφορίες τις σχετικές με την ασφάλεια που αποθηκεύονται στη βάση δεδομένων.

5. Προβλέπεται ότι η βάση δεδομένων στην οποία συλλέγονται και αποθηκεύονται τα περιστατικά είναι συμβατή με ειδικό λογισμικό σύστημα που αναπτύσσει η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ώστε οι διάφοροι φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί ο έλεγχος της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης να έχουν πρόσβαση.

Σύμφωνα επίσης με τα στοιχεία που κατατέθηκαν ενώπιον της επιτροπής, επισημαίνεται ότι ο μοναδικός στόχος της αναφοράς των περιστατικών είναι η πρόληψη ατυχημάτων και συμβάντων και όχι η απόδοση υπαιτιότητας ή ευθύνης. Συγκεκριμένα, τονίζονται τα ακόλουθα:

1. Κάθε πληροφορία τηρείται ως εμπιστευτική και χρησιμοποιείται μόνο για τους σκοπούς των κανονισμών αυτών.

2. Τα ονοματεπώνυμα ή οι διευθύνσεις δεν καταχωρίζονται σε καμιά περίπτωση στη βάση δεδομένων.

3. Δεν κινούνται οι νόμιμες διαδικασίες στην περίπτωση παραβάσεων, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που οφείλονται σε “βαρεία αμέλεια”.

4. Κανένας εργαζόμενος ο οποίος αναφέρει συμβάντα δεν υφίσταται οποιαδήποτε ζημιά από τον εργοδότη του.

Όλα τα εμπλεκόμενα μέρη που παρευρέθηκαν ενώπιον της επιτροπής συμφώνησαν με τους προτεινόμενους κανονισμούς.

Ωστόσο, ο Σύνδεσμος Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας, με βάση όσα ανέφεραν ενώπιον της επιτροπής, καθώς και με βάση την επιστολή τους, ημερομηνίας 22 Ιουνίου 2005, που απέστειλαν στην επιτροπή, και η Παγκύπρια Συντεχνία Πιλότων, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε στις συνεδρίες της επιτροπής, αλλά απέστειλε επιστολή, ημερομηνίας 2 Ιουνίου 2005, προς το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων, η οποία επισυνάφθηκε στα στοιχεία που κατατέθηκαν ενώπιον της επιτροπής, παρ’ όλο που συμφωνούν με την ανάγκη της έγκρισης των κανονισμών αυτών, επισημαίνουν ότι διατηρούν κάποιες επιφυλάξεις για ορισμένες πρόνοιες αυτών, καθώς και για ορισμένα άλλα παρεμφερή ζητήματα.

Ειδικότερα, οι επιφυλάξεις των πιο πάνω συνδέσμων αφορούν τα εξής:

1. Ο Κανονισμός 8(3) θα πρέπει να τροποποιηθεί (και ίσως παράλληλα και άλλη συναφής νομοθεσία), έτσι ώστε οι αναφέροντες τα περιστατικά να μην υπέχουν καμία ποινική ή αστική ευθύνη με τους όρους και τις εξαιρέσεις που τίθενται και επίσης θα πρέπει ο όρος “βαρεία αμέλεια” να καθοριστεί με περισσότερη ακρίβεια. Περαιτέρω, κρίνεται σκόπιμο να υπάρχει ρητή πρόνοια που να προβλέπει ότι η σχετική αναφορά δε θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο δικαστήριο εναντίον αυτού που τη συνέταξε, καθώς θα υπείχε θέση ομολογίας και θα παραβίαζε το δικαίωμα σιωπής του κατηγορουμένου.

2. Ο Κανονισμός 8(4) θα πρέπει να τροποποιηθεί έτσι ώστε, πέραν της υφιστάμενης διατύπωσης ότι κανένας εργαζόμενος ο οποίος αναφέρει συμβάντα δεν υφίσταται καμιά ζημιά από τον εργοδότη του, να προστεθεί και ρητή πρόνοια που να προβλέπει ότι ο αναφέρων δε θα διώκεται διοικητικά και πειθαρχικά.

3. Ορισμένα ζητήματα, όπως αυτά της εμπιστευτικότητας, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με τη θέσπιση και τροποποίηση άλλων νόμων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ειδικότερα, θα πρέπει να θεσμοθετηθεί η απαγόρευση της πρόσβασης του πολίτη στις εν λόγω αναφορές, καθώς και της δημοσίευσής τους.

Οι εκπρόσωποι του Συνδέσμου Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας, παράλληλα με τα πιο πάνω, εξέφρασαν την επιθυμία οι πιο πάνω εισηγήσεις/επιφυλάξεις τους να υιοθετηθούν σύντομα, με την προώθηση νέων τροποποιητικών κανονισμών, αν στο παρόν στάδιο δεν υιοθετηθούν με την προώθηση της έγκρισης των εν λόγω κανονισμών.

Η επιτροπή, στα πλαίσια της εξέτασης των προτεινόμενων κανονισμών, απηύθυνε διάφορα ερωτήματα προς τους αρμοδίους, για σκοπούς καλύτερης κατανόησης και διευκρίνισης ορισμένων προνοιών των εν λόγω κανονισμών. Ειδικότερα, η επιτροπή έκρινε σκόπιμο να έχει τις θέσεις της Νομικής Υπηρεσίας αναφορικά με τα εξής:

· Τη διευκρίνιση του καθορισμού του όρου “βαρεία αμέλεια”, που προβλέπεται στον Κανονισμό 8(3).

· Τη διευκρίνιση του καθορισμού του όρου “ζημιά από τον εργοδότη του”, που αναφέρεται στον Κανονισμό 8(4).

Η Νομική Υπηρεσία με επιστολή της, ημερομηνίας 21ης Ιουνίου 2005, που απέστειλε στην επιτροπή σε σχέση με τα πιο πάνω, επισήμανε τα ακόλουθα:

· Όσον αφορά τον Κανονισμό 8(3) και ειδικότερα τον όρο “βαρεία αμέλεια”, ο όρος αυτός δεν μπορεί να τύχει ερμηνείας στους προτεινόμενους κανονισμούς. Συγκεκριμένα, εναπόκειται στην αρμόδια αρχή να αποφασίσει αν θα κινήσει αστική ή ποινική διαδικασία για το κατά πόσο η αμέλεια ήταν “βαρεία αμέλεια” και επιπλέον τελικός κριτής, αν υφίστατο “βαρεία αμέλεια”, θα είναι το αρμόδιο δικαστήριο.

Περαιτέρω, η οποιαδήποτε διαδικασία που θα κινηθεί για “βαρεία αμέλεια” θα είναι με βάση τις διατάξεις των σχετικών νόμων, είτε του ποινικού κώδικα είτε του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, ανάλογα με την περίπτωση, γι’ αυτό και η έγκριση των κανονισμών αυτών δε θα τροποποιήσει ούτε θα επηρεάσει το υφιστάμενο σύστημα δικαίου, όπως αυτό διέπεται με βάση τον ποινικό κώδικα, τον περί Αστικών Αδικημάτων Νόμο ή και με βάση άλλους σχετικούς νόμους.

· Όσον αφορά τον Κανονισμό 8(4) και ειδικότερα την ερμηνεία του όρου “ζημιά από τον εργοδότη του”, θα μπορούσε να διευκρινιστεί καλύτερα ο όρος αυτός με την προσθήκη της φράσης «αναφορικά με το καθεστώς εργοδότησής του».

Η επιτροπή, σε σχέση με τον Κανονισμό 8(4), αποφάσισε να υιοθετήσει τη διατύπωση που εισηγείται η Νομική Υπηρεσία βελτιώνοντάς την περαιτέρω με την προσθήκη της φράσης “ή οποιαδήποτε συνέπεια”, ώστε ο εν λόγω κανονισμός να διαμορφωθεί ως εξής:

«8(4) Κανένας εργαζόμενος ο οποίος αναφέρει συμβάντα τα οποία τυχόν γνωρίζει δεν υφίσταται οποιαδήποτε ζημιά ή οποιαδήποτε συνέπεια από τον εργοδότη του αναφορικά με το καθεστώς εργοδότησής του.».

Με βάση τα πιο πάνω, η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Συγκοινωνιών και Έργων αποφάσισε κατά πλειοψηφία να εισηγηθεί στη Βουλή την έγκριση των εν λόγω κανονισμών, όπως αυτοί έχουν τελικά διαμορφωθεί.

Τα μέλη της επιτροπής βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις επιφυλάχθηκαν να τοποθετηθούν κατά τη συζήτηση του θέματος στην ολομέλεια του σώματος.

 

 

5 Ιουλίου 2005

 

 

     

    

 
 

     © Copyright 2000.  Η Βουλή των Αντιπροσώπων