Αρχείο

    

Έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων για το νομοσχέδιο που τιτλοφορείται «Ο περί της Συνθήκης για τη Θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης (Κυρωτικός) Νόμος του 2005»

Παρόντες:

Νίκος Κλεάνθους, πρόεδρος Χρίστος Κληρίδης
Αντιγόνη Παπαδοπούλου Ανδρούλα Βασιλείου
Σοφοκλής Φυττής Ρίκκος Ερωτοκρίτου
Χρίστος Μαυροκορδάτος Δημήτρης Συλλούρης
Άγις Αγαπίου  
Στέλλα Μισιαούλη Δημητρίου Μη μέλη της επιτροπής:
Καίτη Κληρίδου Ανδρέας Αγγελίδης
Λευτέρης Χριστοφόρου Πρόδρομος Προδρόμου
Χρήστος Πουργουρίδης Γιώργος Περδίκης
Γιαννάκης Ομήρου  

Το πιο πάνω νομοσχέδιο κατατέθηκε στη Βουλή από το Υπουργείο Εξωτερικών στις 20 Ιανουαρίου 2005 και παραπέμφθηκε στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων. Εξετάστηκε από την εν λόγω καθ’ ύλην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή σε τρεις συνεδρίες της, που πραγματοποιήθηκαν στις 4 Φεβρουαρίου, 28 Μαρτίου και 13 Ιουνίου 2005. Κατά την πρώτη συνεδρία της επιτροπής, στις 4 Φεβρουαρίου 2005, τηρήθηκαν στενογραφημένα πρακτικά, τα οποία βρίσκονται κατατεθειμένα στο Αρχείο της Βουλής και στη διάθεση κάθε μέλους του σώματος.

Σκοπός του προτεινόμενου νόμου είναι η κύρωση της Συνθήκης για τη Θέσπιση Συντάγματος της Ευρώπης, η οποία υπογράφτηκε από τα εικοσιπέντε κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα τρία υποψήφια στη Ρώμη, στις 29 Οκτωβρίου 2004, και εγκρίθηκε ομόφωνα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 18 Ιουνίου του ίδιου έτους.

Η επιψήφιση του υπό αναφορά νομοσχεδίου από τη Βουλή απαιτείται για την κατά νόμο κύρωση της πιο πάνω Συνθήκης, με βάση το άρθρο 169(2) του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η Συνταγματική Συνθήκη είναι το αποτέλεσμα των εργασιών της Ευρωπαϊκής Συνέλευσης για το Μέλλον της Ευρώπης, που άρχισαν το Μάρτιο του 2002 και ολοκληρώθηκαν τον Ιούνιο του 2003. Η ανάγκη για σύγκληση μιας συνέλευσης απαρτιζόμενης από τους σημαντικότερους συμμετέχοντες στη συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης, στο πλαίσιο μιας νέας μεθόδου μεταρρύθμισης των συνθηκών που συναποτελούν την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), είχε ήδη εντοπιστεί κατά τη διαδικασία εκπόνησης της Συνθήκης της Νίκαιας και υπογραμμιστεί στα αποτελέσματα του Συμβουλίου του Λάακεν στις 14 και 15 Δεκεμβρίου 2001. Υπό την προεδρία του Valery Giscard dEstaing και με αντιπροέδρους τους Giuliano Amato και Jean-Luc Dehaene, η Συνέλευση κατέληξε, μέσα από ένα δημοκρατικό διάλογο των αντιπροσώπων των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων των κρατών μελών, των μελών των εθνικών κοινοβουλίων, των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των αντιπροσώπων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ευρύτερης κοινωνίας των πολιτών, στην παρουσίαση ενός ιστορικού συναινετικού κειμένου, με στόχο την εισαγωγή νέων θεσμών και διαδικασιών που αναμένεται να συμβάλουν στην αποτελεσματικότερη και δημοκρατικότερη λειτουργία της διευρυμένης Ευρώπης.

Στις εργασίες της Συνέλευσης για το Μέλλον της Ευρώπης συμμετείχαν πλήρως οι τότε υποψήφιες χώρες και ένας αντιπρόσωπός τους, που εξελέγη από αυτές, συμμετείχε στο προεδρείο της. Η Βουλή των Αντιπροσώπων συμμετέσχε με τέσσερα μέλη της, τον κ. Παναγιώτη Δημητρίου και την κ. Ελένη Μαύρου ως μέλη και τον κ. Μάριο Ματσάκη και την κ. Ανδρούλα Βασιλείου ως αναπληρωματικά μέλη. Τα μέλη της αντιπροσωπίας είχαν τη δυνατότητα, όπως και οι άλλοι συνάδελφοί τους, να καταθέτουν προφορικά ή εγγράφως τις εισηγήσεις τους.

Πρέπει να αναφερθεί ότι, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις μελών της Συνέλευσης, αλλά και οργανώσεων και μελετητών, παρ’ όλο που το σχέδιο συντάγματος είχε καταφέρει να εξασφαλίσει τη συναίνεση σε πολλά θέματα, εντούτοις δεν είχε επιτύχει σύγκλιση σε όλα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την άσκηση κριτικής είτε από αντιπροσωπίες προερχόμενες από κράτη μέλη είτε από οργανώσεις είτε από μελετητές/παρατηρητές των εργασιών της Συνέλευσης, που ισχυρίστηκαν, μεταξύ άλλων, ότι συνιστά αποτυχία το γεγονός ότι δεν επήλθε συνεννόηση σε κάποια θέματα, ότι κάποιες φορές επιβλήθηκαν οι αποφάσεις του προεδρείου στη Συνέλευση και ότι το σχέδιο συντάγματος, όπως τελικά διαμορφώθηκε, αλλά και οι διαδικασίες, με βάση τις οποίες συντάχθηκε, πάσχουν από έλλειψη δημοκρατίας.

Ειδικότερα, υπήρξαν αντιδράσεις για τη μη κατάργηση του δικαιώματος βέτο στα κράτη μέλη σε ό,τι αφορά την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ). Το ίδιο συνέβη και σε σχέση με τα θέματα φορολογίας.

Ανησυχίες εκφράστηκαν επίσης για το γεγονός ότι διευρύνεται το νομοθετικό πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορεί μελλοντικά να αναπτυχθεί στρατιωτική δράση από δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και το γεγονός ότι η αρμοδιότητα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου δεν καλύπτει την ΚΕΠΠΑ.

Ακόμα, η πρόταση για κατάργηση της εκ περιτροπής προεδρίας και η εκλογή Προέδρου του Συμβουλίου προκάλεσαν αναστάτωση και σειρά αντιδράσεων σε πολλά μέλη της Συνέλευσης, ιδιαίτερα σε αυτά των μικρών και μεσαίων σε μέγεθος χωρών, τα οποία επικαλέστηκαν το επιχείρημα ότι οι εν λόγω αλλαγές προκαλούν θεσμική σύγχυση, περιπλέκουν τα μέσα άσκησης πολιτικής και αποδυναμώνουν το ρόλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Αντιδράσεις προκάλεσε επίσης η υιοθέτηση της πρότασης για περιορισμό των μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε δεκαπέντε, αν και αυτό συνοδεύεται με πρόνοια για εκ περιτροπής επιλογή και εισαγωγή του θεσμού των Αναπληρωτών Επιτρόπων χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Ανησυχίες και απογοήτευση προκάλεσε επιπλέον το γεγονός ότι οι περισσότερες προτάσεις της ομάδας εργασίας “Κοινωνική Ευρώπη” δεν υιοθετήθηκαν.

Η Συνθήκη, προϊόν εύλογου πολιτικού συμβιβασμού, αποτελείται από τέσσερα μέρη και έχει ως στόχο την απλοποίηση των συνθηκών, τη βελτίωση της σαφήνειας ως προς τη φύση και τους στόχους της ΕΕ, τη βελτίωση της αποδοτικότητάς της, την ενίσχυση της δημοκρατικής ευθύνης, καθώς και την κατοχύρωση των δικαιωμάτων των Ευρωπαίων πολιτών.

Ειδικότερα, οι βασικές καινοτομίες της Συνθήκης συνίστανται στα εξής:

1. Ενιαία νομική προσωπικότητα της ΕΕ

Η προτεινόμενη Συνθήκη αντικαθιστά όλες τις υφιστάμενες ευρωπαϊκές συνθήκες με ένα ενιαίο κείμενο το οποίο θα αποτελεί τη βάση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Επιπλέον, εξασφαλίζει ενιαία νομική προσωπικότητα της ΕΕ με την κατάργηση της δομής σε πυλώνες που θέσπισε η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Οι δύο πυλώνες (ΚΕΠΠΑ, συνεργασία σε αστυνομικά και ποινικά θέματα) θα συγχωνευθούν στον πρώτο πυλώνα (Ευρωπαϊκή Κοινότητα).

2. Απλοποίηση των διαδικασιών λήψης αποφάσεων και των μέσων δράσης

Κατοχυρώνονται έξι τύποι νομικών πράξεων με απλή και σαφή ορολογία και θεσπίζεται σαφής ιεραρχία κανόνων. Επιπλέον, εισάγεται μια νέα κατηγορία μέσου, οι κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμοί, η έκδοση των οποίων ανατίθεται από τη νομοθετική αρχή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Πρόσθετα, παρέχεται πρωτεύουσα θέση στη συνήθη νομοθετική διαδικασία, η οποία αντιστοιχεί στη σημερινή διαδικασία συναπόφασης.

3. Καταμερισμός αρμοδιοτήτων μεταξύ των κρατών μελών και της ΕΕ

Η Συνθήκη απαριθμεί και κατατάσσει σε κατηγορίες τις αρμοδιότητες. Αποκλειστικές στην ΕΕ, συντρέχουσες με αυτές των κρατών μελών και αρμοδιότητες για το συντονισμό των οποίων υπεύθυνη καθίσταται η ΕΕ.

4. Ενσωμάτωση του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

Η Συνθήκη ενσωματώνει το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, ο οποίος περιλαμβάνει το σύνολο των αστικών, πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των Ευρωπαίων πολιτών και των προσώπων που ζουν στην επικράτεια της ΕΕ. Εμπεριέχει πρόσθετα δικαιώματα, όπως τα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων, την προστασία των προσωπικών δεδομένων, τη βιοηθική και το δικαίωμα χρηστής διοίκησης. Ο Χάρτης θα είναι νομικά δεσμευτικός.

5. Έμφαση στο δημοκρατικό βίο της ΕΕ

Η Συνθήκη εμπεριέχει ξεχωριστό κεφάλαιο που αφορά το δημοκρατικό βίο, όπου διασφαλίζεται η αρχή της δημοκρατικής ισότητας, της αντιπροσωπευτικής και συμμετοχικής δημοκρατίας και η διαφάνεια των εργασιών των θεσμικών οργάνων, αναγνωρίζεται η σημασία της διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους και κατοχυρώνεται το δικαίωμα των Ευρωπαίων πολιτών προσφυγής στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή.

6. Νέος ρόλος στα εθνικά κοινοβούλια

Η Συνθήκη προβλέπει την έγκαιρη ενημέρωση των εθνικών κοινοβουλίων για τις προτεινόμενες νομοθεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τις πολιτικές της ΕΕ και εισάγει μηχανισμό έγκαιρης προειδοποίησης, με βάση τον οποίο τα εθνικά κοινοβούλια θα εμπλέκονται στον έλεγχο συμβατότητας των προτεινόμενων νομοθεσιών με την αρχή της επικουρικότητας.

7. Αλλαγές στο σύστημα ψηφοφορίας

Σύμφωνα με τη Συνθήκη, η ψηφοφορία στο Συμβούλιο με ειδική πλειοψηφία επεκτείνεται σε περίπου τριάντα νέους τομείς, στους οποίους μέχρι σήμερα οι αποφάσεις λαμβάνονταν με ομοφωνία. Η ειδική πλειοψηφία ορίζεται ως το 55% των κρατών μελών που αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 65% του πληθυσμού της ΕΕ. Το υπό αναφορά σύστημα θα εφαρμόζεται από την 1η Νοεμβρίου 2009.

8. Αλλαγές στα οικονομικά της ΕΕ

Στη Συνθήκη διατηρούνται οι κυριότερες δημοσιονομικές εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο οποίο αναγνωρίζεται αποφασιστικός ρόλος στο σύνολο του προϋπολογισμού με την εγκατάλειψη της διάκρισης μεταξύ υποχρεωτικών και μη υποχρεωτικών δαπανών. Ο ετήσιος προϋπολογισμός εγκρίνεται από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, ωστόσο, σε περίπτωση διαφωνίας, η διαδικασία αρχίζει εκ νέου με την παρουσίαση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή νέου σχεδίου προϋπολογισμού.

9. Προώθηση ενισχυμένης συνεργασίας στην άμυνα και ασφάλεια

Η Συνταγματική Συνθήκη δεν εγκαθιδρύει κοινή άμυνα με την έννοια της στρατιωτικής εγγύησης των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ. Προβλέπει, ωστόσο, μια μορφή ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα των στρατιωτικών θεμάτων.

10. Δημιουργία θέσης Υπουργού Εξωτερικών της ΕΕ

Η Συνθήκη προτείνει τη δημιουργία θέσης Υπουργού Εξωτερικών της ΕΕ, η οποία συγχωνεύει τις θέσεις του Ύπατου Εκπροσώπου για την ΚΕΠΠΑ και του Επιτρόπου Υπευθύνου για τις Εξωτερικές Σχέσεις.

11. Αλλαγές στη σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Σύμφωνα με τη Συνθήκη, από το 2009 το σύνολο των ευρωβουλευτών δε θα υπερβαίνει τους 750, ενώ κανένα κράτος μέλος δε θα λαμβάνει περισσότερες από 96 έδρες. Ο ελάχιστος αριθμός ευρωβουλευτών για κάθε κράτος μέλος ορίζεται στους έξι.

12. Αλλαγές στη σύνθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Σύμφωνα με τη Συνθήκη, η αρχή «ένας Επίτροπος ανά κράτος» καταργείται. Από το 2014 ο αριθμός των Επιτρόπων θα μειωθεί και δε θα μπορεί να είναι μεγαλύτερος από τα δύο τρίτα του αριθμού των κρατών μελών. Ο διορισμός των Επιτρόπων θα γίνεται στη βάση ενός συστήματος ισότιμης εναλλαγής που θα αντανακλά τη δημογραφική και γεωγραφική ποικιλομορφία των κρατών της ΕΕ.

13. Αλλαγές στην προεδρία του Συμβουλίου των Υπουργών

Η Συνθήκη καταργεί την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου των Υπουργών και προτείνει εκ περιτροπής προεδρία που θα ασκείται από ομάδα τριών χωρών για περίοδο δεκαοκτώ μηνών.

14. Αλλαγές σε σχέση με την προεδρία της ΕΕ

Η Συνθήκη καταργεί την εκ περιτροπής εξάμηνη προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και προτείνει εκλογή του Προέδρου από τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για θητεία δυόμισι χρόνων.

Η πρώτη συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων πραγματοποιήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 2005. Σε αυτή παρέστησαν ο Υπουργός Εξωτερικών, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και οι Κύπριοι ευρωβουλευτές κ. Ιωάννης Κασουλίδης, Παναγιώτης Δημητρίου και Γιαννάκης Μάτσης.

Ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων κ. Κλεάνθους, αναφερόμενος στο κείμενο της Συνταγματικής Συνθήκης, επισήμανε το στοιχείο του πολιτικού συμβιβασμού που αναπόφευκτα αυτή ενέχει προσδίδοντας ιδιαίτερη σημασία στις πρόνοιες που αφορούν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια. Σε σχέση ειδικότερα με το ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων, όπως διαμορφώνεται στη Συνθήκη, ο πρόεδρος της επιτροπής υπογράμμισε την ιδιαίτερη σημασία που αποδίδει η Βουλή των Αντιπροσώπων και ειδικότερα η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων στην ανάγκη για συνεργασία με την εκτελεστική εξουσία για εξασφάλιση των αναγκαίων πληροφοριών για την άσκηση του νέου ρόλου της Βουλής. Παράλληλα εξέφρασε την πεποίθηση ότι η ροή των εγγράφων και των απαραίτητων πληροφοριών θα αρχίσει το συντομότερο, στο πλαίσιο της ήδη εκφρασθείσας από την εκτελεστική εξουσία διάθεσης για συνεργασία. Ταυτόχρονα έκανε αναφορά στο στόχο της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων να παρουσιάσει τη Συνταγματική Συνθήκη στους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσα στα πλαίσια της γενικότερης επικοινωνίας με τον πολίτη για θέματα Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει καθιερώσει.

Στη συνέχεια, ο Υπουργός Εξωτερικών, αφού προέβη σε μια σύντομη ιστορική αναδρομή της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αναφέρθηκε στο έργο της Συνέλευσης για το Μέλλον της Ευρώπης και της Διακυβερνητικής Διάσκεψης που κατέληξε σε συμφωνία για τη νέα Συνταγματική Συνθήκη. Αναφερόμενος στα οφέλη που προκύπτουν από την επικύρωση της Συνταγματικής Συνθήκης για την Κύπρο, υπογράμμισε την ενίσχυση της δημοκρατίας, τη θωράκιση της κρατικής υπόστασης της Κύπρου, την υποχρέωση αμοιβαίας συνδρομής και αλληλεγγύης των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την εξασφάλιση όρων μεγαλύτερης προόδου και ευημερίας για τους Κύπριους πολίτες. Παράλληλα αναφέρθηκε στην ανάγκη διεξοδικού δημοκρατικού δημόσιου διαλόγου, ιδιαίτερα ενόψει της επικύρωσης της Συνθήκης μέσω της κοινοβουλευτικής οδού και όχι μέσω δημοψηφίσματος. Τέλος, τόνισε τη σημασία που το σύνολο της κυβέρνησης και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποδίδουν στην επικύρωση της Συνθήκης ως μέσου μετάδοσης σαφών και υποστηρικτικών της ευρωπαϊκής επιλογής της Κύπρου μηνυμάτων.

Τις απόψεις τους για τη Συνθήκη εξέφρασαν, με την ευκαιρία της παρουσίας τους στην επιτροπή, οι ευρωβουλευτές κ. Ιωάννης Κασουλίδης και Παναγιώτης Δημητρίου. Ο κ. Ιωάννης Κασουλίδης υπέδειξε τρία σημεία που συνηγορούν, κατά την άποψή του, υπέρ της υποστήριξης της Συνθήκης. Πρώτον, η επιλογή ενώπιον των κρατών μελών δεν είναι μεταξύ μιας ιδεατής και της προτεινόμενης Συνταγματικής Συνθήκης αλλά μεταξύ της προτεινόμενης Συνθήκης και των υφιστάμενων Συνθηκών. Δεύτερον, η Συνταγματική Συνθήκη κατοχυρώνει για πρώτη φορά τη θέση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί ένωση κρατών και ταυτόχρονα ένωση πολιτών τονίζοντας την κοινωνική διάσταση στο κείμενο της Συνθήκης. Τρίτον, οι αρμοδιότητες της Συνθήκης περιορίζονται στις πολιτικές που εκχωρούν τα κράτη μέλη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και, με βάση την αρχή της επικουρικότητας, τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια επέκτασης των πολιτικών τους αναφορικά με την κοινωνική διάσταση της Συνθήκης.

Ο κ. Παναγιώτης Δημητρίου, εφιστώντας την προσοχή στον κίνδυνο για λανθασμένες ερμηνείες ή μονοσήμαντες προσεγγίσεις σε θέματα που άπτονται του περιεχομένου της Συνθήκης, έκανε έκκληση για καθολική υποστήριξη της Συνθήκης. Παράλληλα υπογράμμισε τη σημασία της διαφώτισης των Κυπρίων πολιτών αναφορικά με τις πρόνοιες του κειμένου.

Τα μέλη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, στα πλαίσια της συζήτησης του όλου θέματος, ήγειραν αριθμό ζητημάτων σε σχέση με την επικύρωση της Συνταγματικής Συνθήκης. Τα κύρια θέματα που απασχόλησαν την επιτροπή αφορούσαν ειδικότερα τα ακόλουθα:

1. Το ενδεχόμενο διενέργειας δημοψηφίσματος στην Κύπρο για την επικύρωση της Συνταγματικής Συνθήκης.

2. Το αν έχει αναληφθεί από πλευράς μας οποιαδήποτε χρονική δέσμευση για επικύρωση της Συνθήκης.

3. Τη νομική ισχύ της Συνταγματικής Συνθήκης έναντι του ημεδαπού δικαίου.

4. Την ενδεχόμενη συμβολή της Συνταγματικής Συνθήκης σε μια λύση του κυπριακού προβλήματος.

5. Την πολιτική της κυβέρνησης για ενημέρωση των Κυπρίων πολιτών για το περιεχόμενο της Συνθήκης.

6. Την προσχώρηση, με βάση τη Συνθήκη, της ΕΕ στην Ευρωπαϊκή Συνθήκη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

7. Το ρόλο της Βουλής των Αντιπροσώπων και τη συνεργασία της με την εκτελεστική εξουσία.

8. Τη διαδικασία αναθεώρησης της Συνθήκης.

Για τα πιο πάνω θέματα υπήρξε ιδιαίτερος προβληματισμός, ανταλλαγή απόψεων και ζητήθηκαν διευκρινίσεις από την εκτελεστική εξουσία.

Σε σχέση με τα κύρια ζητήματα που προέκυψαν από τη συζήτηση κατά τη συνεδρία, ο Υπουργός Εξωτερικών κατέθεσε τα ακόλουθα στοιχεία και απόψεις:

1. Κάθε χώρα επικυρώνει τη Συνθήκη σύμφωνα με τις συνταγματικές της πρόνοιες. Το σύνταγμα της Κύπρου προβλέπει επικύρωση της Συνθήκης μέσω της κοινοβουλευτικής οδού.

2. Δεν έχει αναληφθεί χρονική δέσμευση για επικύρωση της Συνθήκης από την πλευρά μας.

3. Η Συνθήκη διασφαλίζει την υπεροχή αυτής και των κανόνων δικαίου που θεσπίζουν τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς ωστόσο να κατοχυρώνει ότι το Ανώτατο Δικαστήριο κάθε κράτους μέλους υποχρεώνεται να αναγνωρίσει την υπεροχή του ευρωπαϊκού δικαίου έναντι του εθνικού συντάγματος.

4. Το περιεχόμενο της Συνταγματικής Συνθήκης και οι επιδράσεις του σε μια μελλοντική λύση του κυπριακού προβλήματος εξετάζονται από την κυβέρνηση. Η Συνθήκη ενσωματώνει τη Σύμβαση για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης και το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, διευρύνοντας έτσι το φάσμα των δικαιωμάτων του πολίτη, στο πλαίσιο του οποίου γίνεται και θα συνεχίσει να γίνεται επίκληση των διεθνώς αναγνωρισμένων δικαιωμάτων.

5. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε πρόγραμμα διαφώτισης των πολιτών αναφορικά με το περιεχόμενο του Συντάγματος.

Κατά τη συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, στις 28 Μαρτίου 2005, τα μέλη της επιτροπής απασχόλησε ιδιαίτερα το ζήτημα που προκύπτει από το παρεμφερές θέμα που ενεγράφη για συζήτηση στο Κεφάλαιο Τέταρτο της ολομέλειας σχετικά με την ανάγκη διενέργειας δημοψηφίσματος για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Ειδικότερα, εκφράστηκε η ανησυχία εκ μέρους κάποιων εκ των εισηγητών του θέματος μήπως η ολοκλήρωση της συζήτησης του νομοσχεδίου προκαταλάβει οποιαδήποτε ενδεχόμενη δυνατότητα για διενέργεια δημοψηφίσματος επί του θέματος.

Ο πρόεδρος της επιτροπής, για να αποφευχθεί οποιοσδήποτε τέτοιος κίνδυνος, εισηγήθηκε όπως παράλληλα με την τοποθέτηση των μελών της επιτροπής επί της ουσίας του νομοσχεδίου τα μέλη πρέπει να τοποθετηθούν και επί του θέματος της ανάγκης διενέργειας δημοψηφίσματος. Στην ίδια συνεδρίαση επισημάνθηκε η ανάγκη για ενημέρωση των πολιτών πάνω στις πρόνοιες του Συντάγματος, κάτι που θα πρέπει να γίνει από τους αρμοδίους, ανεξάρτητα από τη διενέργεια δημοψηφίσματος.

Υπό το φως των πιο πάνω, η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων συνήλθε στην τελευταία συνεδρίασή της στις 16 Ιουνίου 2005 για τοποθέτηση των μελών της πάνω στο υπό συζήτηση νομοσχέδιο. Με βάση τις θέσεις που είτε κατατέθηκαν ενώπιον της επιτροπής στα πλαίσια της συνεδρίασης αυτής είτε διαβιβάστηκαν στον πρόεδρό της, η πλειοψηφία της επιτροπής συμφωνεί με τους σκοπούς και τις επιδιώξεις του νομοσχεδίου, γι’ αυτό και τάσσεται υπέρ της ψήφισής του σε νόμο για την κατά νόμο κύρωση της Συνθήκης στην οποία αναφέρεται.

Τα μέλη της επιτροπής βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις επιφυλάχθηκαν να τοποθετηθούν επί του όλου θέματος κατά τη συζήτησή του στην ολομέλεια του σώματος, επειδή, όπως δήλωσαν στην επιτροπή, μέχρι τη χρονική εκείνη στιγμή δεν είχαν ολοκληρωθεί οι εσωτερικές διεργασίες του κόμματός τους σε σχέση με το θέμα αυτό.

Όσον αφορά το παρεμφερές θέμα που ενεγράφη για συζήτηση στο Κεφάλαιο Τέταρτο για ενδεχόμενη διενέργεια δημοψηφίσματος για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, η πλειοψηφία της επιτροπής δε συμφωνεί με ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Τα μέλη της επιτροπής βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις επιφυλάχθηκαν να τοποθετηθούν και επί του θέματος αυτού κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου στη ολομέλεια του σώματος για τους ίδιους λόγους που εξέφρασαν πιο πάνω.

Το μέλος της επιτροπής πρόεδρος του Κινήματος Σοσιαλδημοκρατών ΕΔΕΚ κ. Γιαννάκης Ομήρου, σε σχέση με το θέμα αυτό, εξέφρασε την άποψη ότι η διενέργεια δημοψηφίσματος δε θα έπρεπε να αποκλειστεί, ως ένα συμβουλευτικό μέσο ενδεικτικό της βούλησης του λαού.

Το μέλος της επιτροπής βουλευτής των Νέων Οριζόντων κ. Χρίστος Κληρίδης, διαφωνώντας με τη θέση της πλειοψηφίας, δήλωσε ότι θα έπρεπε και στην Κύπρο να διενεργηθεί δημοψήφισμα, για να τοποθετηθεί ο κυπριακός λαός στο σύνολό του επί του θέματος.

Το μέλος της επιτροπής βουλευτής κ. Δημήτρης Συλλούρης υποστήριξε την ανάγκη για τη διενέργεια δημοψηφίσματος για τη Συνθήκη θέσπισης του Συντάγματος της Ευρώπης.

Υποβάλλοντας την παρούσα έκθεση στην ολομέλεια του σώματος, όλα τα μέλη της επιτροπής επιφυλάχθηκαν του δικαιώματός τους να επεξηγήσουν περαιτέρω τις θέσεις τους επί όλων των πτυχών του θέματος κατά τη συζήτησή του στην ολομέλεια του σώματος.

 

 

24 Ιουνίου 2005

 

 

     

    

 
 

     © Copyright 2000.  Η Βουλή των Αντιπροσώπων