Αρχείο

    

Έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού για το νομοσχέδιο που τιτλοφορείται «Ο περί Αναδιαρθρώσεως του Κρατικού Μισθολογίου (Ενσωμάτωση Γενικών Αυξήσεων και Μέρους του Τιμαριθμικού Επιδόματος και Ρύθμιση Άλλων Συναφών Θεμάτων) Νόμος του 2004»

Παρόντες:

Άριστος Χρυσοστόμου, πρόεδρος

Ιωνάς Νικολάου

Ζαχαρίας Κουλίας

Μαρία Κυριακού

Αντιγόνη Παπαδοπούλου

Μαρίνος Σιζόπουλος

Σταύρος Ευαγόρου

 

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού μελέτησε το πιο πάνω νομοσχέδιο σε μεγάλο αριθμό συνεδριών της, που πραγματοποιήθηκαν στο διάστημα από 19 Ιανουαρίου 2004 μέχρι 18 Απριλίου 2005. Στο στάδιο της μελέτης του υπό αναφορά νομοσχεδίου παρευρέθηκαν ενώπιον της επιτροπής εκπρόσωποι του Υπουργείου Οικονομικών.

Σκοπός του νόμου που προτείνεται είναι η αναδιάρθρωση του κρατικού μισθολογίου και η ενσωμάτωση σ’ αυτό των γενικών αυξήσεων που παραχωρήθηκαν κατά καιρούς, καθώς επίσης και μέρους του τιμαριθμικού επιδόματος.

Όπως είναι γνωστό, το κρατικό μισθολόγιο, με τη μορφή της σημερινής διάρθρωσης των κλιμάκων μισθοδοσίας, ισχύει για τους κρατικούς υπαλλήλους υπό την παρούσα του μορφή από το 1980, με αποτέλεσμα να μην είναι ως προς την παρουσίασή του κατανοητό και να μην αντανακλά τα σημερινά πραγματικά μεγέθη της μισθοδοσίας των θέσεων του κρατικού τομέα.

Με στόχο την απλοποίηση και διαφάνεια, το Υπουργείο Οικονομικών έκρινε ότι ενδείκνυται η ενσωμάτωση στις μισθοδοτικές κλίμακες και στους πάγιους μισθούς όλων των δημόσιων υπαλλήλων των γενικών αυξήσεων των μισθών που παραχωρήθηκαν από το 1980 μέχρι σήμερα, δυνάμει διάφορων νόμων, και οι οποίες ανέρχονται συνολικά σε ποσοστό ύψους 44,447%. Με τις προτεινόμενες τροπολογίες, θα ενσωματωθεί επίσης το μεγαλύτερο μέρος του τιμαριθμικού επιδόματος, ποσοστό ύψους 220% από το σύνολο ποσοστού ύψους 239,14% που ισχύει σήμερα ή αυτού που ίσχυε από την 1η Ιανουαρίου 2004, ημερομηνία κατά την οποία αρχικά προτείνετο να ισχύσει το υπό ψήφιση νομοσχέδιο.

Σύμφωνα με τα κατατεθέντα στοιχεία, η διαφορά στο ποσοστό κατά 19% (δηλαδή 220% αντί 239%) του τιμαριθμικού επιδόματος, όπως εκφράζεται πιο πάνω, αποτελεί “διαφορά ασφαλείας”, σε περίπτωση κατά την οποία υπάρξει το ενδεχόμενο μείωσης της αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής (ΑΤΑ). Με τον τρόπο αυτό, οι κλίμακες μισθοδοσίας που θα διαμορφωθούν δε θα αφίστανται ουσιαστικά των πραγματικών μισθών που οι κρατικοί υπάλληλοι και οι υπάλληλοι του ευρύτερου κρατικού τομέα θα λαμβάνουν, αφού θα υπολείπονται των πραγματικών μισθών μόνο κατά 6%, όσο δηλαδή θα είναι το υπόλοιπο του τιμαριθμικού επιδόματος που θα καταβαλλόταν, εάν ετίθετο σε άμεση ισχύ η υπό αναφορά αναθεώρηση.

Περαιτέρω, για σκοπούς διαφάνειας και κατανόησης των πραγματικών μισθών που αντιστοιχούν σε κάθε κλίμακα, αυτές, αντί να παρουσιάζονται όπως είναι σήμερα, δηλαδή με την παράθεση μόνο της αρχικής βαθμίδας, της προσαύξησης και της ανώτατης βαθμίδας, θα παρουσιάζονται αναλυτικά με τα ποσά που αντιστοιχούν ετήσια στην αρχική και σ’ όλες τις άλλες βαθμίδες μέχρι την κορυφή.

Στο στάδιο της συζήτησης του υπό αναφορά νομοσχεδίου, η επιτροπή αποφάσισε ότι, προτού διαμορφώσει την τελική εισήγηση προς την ολομέλεια του σώματος, θα έπρεπε να ζητήσει από το αρμόδιο υπουργείο να διαβουλευθεί με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις του ιδιωτικού και ημικρατικού τομέα, με στόχο οι σχετικές ρυθμίσεις να επεκταθούν και να καλύψουν όλο το φάσμα του εργασιακού τομέα για σκοπούς ομοιομορφίας.

Το Υπουργείο Οικονομικών με επιστολή του, ημερομηνίας 9 Οκτωβρίου 2004, πληροφόρησε την επιτροπή ότι το όλο θέμα τέθηκε υπόψη των κοινωνικών εταίρων του ημιδημόσιου και ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι δεν προέβαλαν οποιαδήποτε ένσταση σε σχέση με τις προωθούμενες ρυθμίσεις.

Συναφώς, το αρμόδιο υπουργείο ανέφερε ότι για τους ημικρατικούς οργανισμούς εφαρμόζεται το ίδιο σύστημα, ενώ για τον ιδιωτικό τομέα ισχύουν ποικίλα συστήματα, αλλά, όπου το σύστημα είναι το ίδιο με αυτό της δημόσιας υπηρεσίας, μπορεί να γίνουν οι ανάλογες ρυθμίσεις. Περαιτέρω, αναφέρεται ότι, εφόσον κριθεί σκόπιμο, το Υπουργείο Οικονομικών θα συνεχίσει να υπολογίζει το τιμαριθμικό επίδομα, όπως και σήμερα, ούτως ώστε να εξυπηρετούνται και οι οργανισμοί του ιδιωτικού τομέα που δεν μπορούν να υιοθετήσουν την ενσωμάτωση.

Ακολούθως και λόγω του μεγάλου χρονικού διαστήματος που μεσολάβησε από την κατάθεση του νομοσχεδίου μέχρι την ολοκλήρωση των σχετικών διαβουλεύσεων, η επιτροπή κάλεσε και πάλι ενώπιόν της τους εκπροσώπους του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίοι δεσμεύτηκαν να καταθέσουν στην επιτροπή νέο κείμενο σχεδίου νόμου, αφού η παρέλευση του μεγάλου αυτού χρονικού διαστήματος υπαγορεύει τη διαφοροποίησή του.

Ως αποτέλεσμα, το Υπουργείο Οικονομικών κατέθεσε νέο κείμενο σχεδίου νόμου, στο οποίο παρουσιάζεται η ενσωμάτωση των γενικών αυξήσεων των μισθών και ποσοστού του τιμαριθμικού επιδόματος ύψους 220% στους βασικούς μισθούς, το δε εναπομείναν υπόλοιπο του επιδόματος αυτού επί των νέων βασικών μισθών θα είναι 9,59%.

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού, υπό το φως των πιο πάνω, υιοθετεί τους σκοπούς του υπό συζήτηση νομοσχεδίου και γι’ αυτό ομόφωνα εισηγείται στη Βουλή την ψήφισή του σε νόμο, αφού τροποποιηθεί ο τίτλος του, ώστε να αναφέρεται ως «Ο περί Αναδιαρθρώσεως του Κρατικού Μισθολογίου (Ενσωμάτωση Γενικών Αυξήσεων και Μέρους του Τιμαριθμικού Επιδόματος και Ρύθμιση Άλλων Συναφών Θεμάτων) Νόμος του 2005», υπό την αίρεση της επαναβεβαίωσης από τους αρμοδίους ότι από την ψήφιση του υπό συζήτηση νομοσχεδίου δε θα επηρεαστεί ούτε αρνητικά ούτε θετικά το κρατικό μισθολόγιο.

 

19 Απριλίου 2005

 

 

     

    

 
 

     © Copyright 2000.  Η Βουλή των Αντιπροσώπων