Έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για την Εγκληματικότητα για το
θέμα που τιτλοφορείται «Εμπορία, χρήση ναρκωτικών και τρόποι
αντιμετώπισης» Παρόντες:
Κώστας Παπακώστας, πρόεδρος |
Κώστας Κωνσταντίνου |
Κίκης Γιάγκου |
Ζαχαρίας Ζαχαρίου |
Άγις Αγαπίου |
Ανδρέας Αγγελίδης |
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή για την Εγκληματικότητα
συζήτησε το πιο πάνω θέμα σε μεγάλο αριθμό συνεδριών της, στο διάστημα
από τις 13 Μαΐου 2003 μέχρι τις 17 Μαρτίου 2005. Στο στάδιο της συζήτησης
του πιο πάνω θέματος κλήθηκαν και εξέφρασαν θέσεις και απόψεις ο Υπουργός
Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως κ. Δώρος Θεοδώρου, η τέως Υπουργός Υγείας
κ. Ντίνα Ακκελίδου και ο νυν Υπουργός Υγείας κ. Ανδρέας Γαβριηλίδης, οι
οποίοι παρέστησαν υπό τη διπλή τους ιδιότητα, ως τέως και νυν αντίστοιχα
πρόεδροι του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου, ο Αρχηγός Αστυνομίας κ. Τάσος
Παναγιώτου, άλλοι εκπρόσωποι του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου, του
Υπουργείου Υγείας (Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας), του
Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού (διευθυντής μέσης
εκπαίδευσης και διευθυντής δημοτικής εκπαίδευσης), του Υπουργείου
Άμυνας, του Οργανισμού Νεολαίας Κύπρου και του ΚΕΝΘΕΑ.
To όλο θέμα συζητήθηκε από την επιτροπή σε δύο φάσεις.
Στο πρώτο μέρος της πρώτης φάσης της όλης συζήτησης εξετάστηκαν η γενική
πτυχή του προβλήματος και κατατέθηκαν οι θέσεις των κυβερνητικών και
άλλων αρμοδίων επί του προβλήματος. Στο δεύτερο μέρος της συζήτησης
εξετάσθηκε και η ειδική πτυχή που αφορά την εμπορία ναρκωτικών και στο
τρίτο μέρος της συζήτησης η επιτροπή, σε κοινή συνεδρία και με την
Κοινοβουλευτική Επιτροπή Υγείας, ενημερώθηκε για το σχέδιο εθνικής
στρατηγικής για τα ναρκωτικά, όπως αυτό είχε κατατεθεί ενώπιον του
Προέδρου της Δημοκρατίας. Κατά τη δεύτερη φάση (Φεβρουάριος 2005) η
επιτροπή εξέτασε την παρούσα κατάσταση σε σχέση με το υπό συζήτηση θέμα.
Σημειώνεται ότι η επιτροπή, προτού ολοκληρώσει την
παρούσα έκθεσή της, έκρινε σκόπιμο να καλέσει εκ νέου ενώπιόν της τους
αρμόδιους υπουργούς, δηλαδή τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως
κ. Δώρο Θεοδώρου και τον Υπουργό Υγείας κ. Ανδρέα Γαβριηλίδη υπό την
ιδιότητά του ως προέδρου του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου, σε συνεδρία της
που πραγματοποιήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2005, με σκοπό να ενημερωθεί για
τη σημερινή πραγματικότητα σε σχέση με το όλο θέμα. Η ανάγκη αυτή
προέκυψε λόγω του μεγάλου χρονικού διαστήματος που μεσολάβησε από την
έναρξη της συζήτησης του θέματος μέχρι σήμερα για λόγους ανεξάρτητους από
τη βούληση της επιτροπής, ιδιαίτερα δε λόγω της σημασίας που η επιτροπή
αποδίδει στο να είναι η παρούσα έκθεση αντικειμενική, όσον αφορά την
αποτελεσματικότητα ενεργειών που αναλαμβάνονται από την κυβέρνηση στους
τομείς της πρόληψης και της καταστολής.
Σημειώνεται περαιτέρω ότι οι κ. Άγις Αγαπίου, Ζαχαρίας
Ζαχαρίου και Ανδρέας Αγγελίδης αποτελούν μέλη της επιτροπής από τις 11
Νοεμβρίου 2004, όταν η σύνθεση ορισμένων κοινοβουλευτικών επιτροπών
τροποποιήθηκε με απόφαση της ολομέλειας του σώματος. Οι εν λόγω
βουλευτές, οι οποίοι δεν παρέστησαν στο αρχικό στάδιο της συζήτησης του
όλου θέματος, υιοθέτησαν το κείμενο της παρούσας έκθεσης σε σχέση με το
μέρος της συζήτησης στο οποίο δεν έλαβαν μέρος, συμμετέσχαν δε στη
συζήτηση που έγινε στις 9 και 22 Φεβρουαρίου και στις 17 Μαρτίου 2005,
όταν εγκρίθηκε η έκθεση της επιτροπής.
Περαιτέρω, τα μέλη της επιτροπής βουλευτές της
κοινοβουλευτικής ομάδας του Δημοκρατικού Συναγερμού κατέθεσαν στην
επιτροπή γραπτές θέσεις-παρατηρήσεις, που συνιστούν την τελική τους
τοποθέτηση επί της ουσίας του υπό συζήτηση θέματος. Οι θέσεις αυτές
παρατίθενται σε ξεχωριστό παράρτημα της παρούσας έκθεσης.
ΓΕΝΙΚΗ ΠΤΥΧΗ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ
(Α΄ φάση συζήτησης που καλύπτει την περίοδο μέχρι τον
Ιούνιο του 2004)
Εισάγοντας το θέμα σε σχέση με την πρώτη πτυχή του που
αφορά το γενικότερο πρόβλημα, ο πρόεδρος της επιτροπής κ. Κώστας
Παπακώστας τόνισε ότι τα ναρκωτικά αποτελούν ένα από τα σοβαρότερα
προβλήματα που η κυπριακή κοινωνία αντιμετωπίζει σήμερα μετά από το
εθνικό πρόβλημα και ότι η Κύπρος λόγω της γεωγραφικής της θέσης δεν
μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση, όσον αφορά τα προβλήματα αυτά που
ταλανίζουν της κοινωνίες όλων των χωρών, άλλες λιγότερο και άλλες
περισσότερο.
Σύμφωνα με τον κ. Παπακώστα, τα ναρκωτικά διείσδυσαν
εδώ και καιρό στην κυπριακή κοινωνία, παρά τις αντιστάσεις που η Κύπρος
διέθετε (όπως είναι η κουλτούρα της και ο ισχυρός θεσμός της
οικογένειας), με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται σήμερα καλπάζουσα αύξηση του
προβλήματος. Με βάση έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ελέγχου Ναρκωτικών
(INCB), το βρόμικο χρήμα που διακινείται σήμερα συνεπεία της παράνομης
αυτής δραστηριότητας παγκόσμια για κατανάλωση τοξικών ουσιών ανέρχεται σε
περισσότερα από εκατό δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Συνεπώς, οι
υποχρεώσεις της πολιτείας, της κυβέρνησης και της Βουλής, αλλά και της
δικαστικής εξουσίας, της Εκκλησίας και των κοινωνικών φορέων είναι
μεγάλες για τη δημιουργία τόσο υποδομής για πρόληψη και καταστολή όσο και
υποδομής για θεραπεία των θυμάτων και επανένταξή τους στην κοινωνία.
Ο πρόεδρος της επιτροπής σχολίασε περαιτέρω το
φαινόμενο της υπολειτουργικότητας του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου και της
υποτονικής εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίας για σειρά ετών
[Ν. 128(Ι) του 2000]. Τέλος, τόνισε ότι στόχος της
επιτροπής είναι να συμβάλει στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της και με βάση
τους όρους εντολής της με τις παρατηρήσεις και τις επισημάνσεις της στη
γενικότερη προσπάθεια της πολιτείας για την καταπολέμηση της μάστιγας των
ναρκωτικών.
Το μέλος της επιτροπής βουλευτής κ. Νίκος Τορναρίτης
σημείωσε ότι, παρά το γεγονός ότι το πρόβλημα στην Κύπρο βρίσκεται ακόμη
υπό έλεγχο, η γεωγραφική θέση της χώρας προσθέτει σ’ αυτό και
για τούτο ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών προϋποθέτει μη κομματικοποίηση,
πρέπει δε να αποτελέσει εθνική υπόθεση όλων, με στόχο να τεθούν οι βάσεις
για προγράμματα πρόληψης και καταστολής.
Συναφώς, τόνισε ότι στις φυλακές βρίσκονται αυτή τη
στιγμή έγκλειστοι μόνο μικροί χρήστες ναρκωτικών, χωρίς να έχει καταστεί
δυνατή ακόμη η σύλληψη μεγαλεμπόρων, οι οποίοι, και όταν ακόμα
συλληφθούν, σε λίγο καιρό καταφέρνουν να βρεθούν εκτός των φυλακών.
Το μέλος της επιτροπής βουλευτής κ. Κίκης Γιάγκου
τόνισε ότι το πρόβλημα των ναρκωτικών είναι από τα πιο σοβαρά προβλήματα
που αντιμετωπίζει ο τόπος σήμερα, αφού η Κύπρος εκτός από
διαμετακομιστικός σταθμός έχει καταστεί εδώ και καιρό τόπος κατανάλωσης,
με τα ναρκωτικά να πωλούνται πλέον σε “πιάτσες”, να έχουν μπει στα
σπίτια, στα σχολεία, στους χώρους δουλειάς, στους χώρους ψυχαγωγίας,
ακόμη και στο στρατό.
Το συνεχώς διογκούμενο πρόβλημα των ναρκωτικών
επιβάλλει, κατά τον κ. Γιάγκου, την ευρύτερη κινητοποίηση της κοινωνίας,
είναι δε χρέος όλων να παραμερίσουν τις πολιτικές σκοπιμότητες και να
συνεργασθούν για μια κοινωνία απαλλαγμένη από τη μάστιγα αυτή στη βάση
του τρίπτυχου “Πρόληψη-Καταστολή- Θεραπεία”, ενώ την ίδια στιγμή θα
πρέπει οι ποινές για τους εμπόρους ναρκωτικών να γίνουν αυστηρότερες.
Ο ίδιος βουλευτής σημείωσε ότι επιβάλλεται
κινητοποίηση για την πάταξη όχι μόνο της διακίνησης, αλλά και της χρήσης
ναρκωτικών, αφού διαπιστώνεται ότι ολοένα και πιο μικρές ηλικίες κάνουν
χρήση, καθ’ ην στιγμήν τα “μεγάλα ψάρια” που έχουν πλάτες και
διασυνδέσεις καταφέρνουν να γλιτώσουν. Για το λόγο αυτό, χρειάζονται
δραστικά μέτρα καταστολής, καθώς και μεγαλύτερη αποφασιστικότητα στο θέμα
της αντιμετώπισης.
Παρατίθενται ακολούθως οι θέσεις των εκπροσώπων που
κλήθηκαν στην επιτροπή κατά τη σειρά παρουσίασής τους:
ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΨΕΩΝ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ
Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως
Καταθέτοντας την άποψή του ενώπιον της επιτροπής στην
αρχική φάση της όλης συζήτησης, ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας
Τάξεως κ. Δώρος Θεοδώρου δήλωσε ότι τα ναρκωτικά αποτελούν σήμερα μέγα
κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο έχει δημιουργηθεί στα πλαίσια των δεδομένων
κοινωνικών συνθηκών της προσπάθειας εύκολου πλουτισμού και της πλήρους
απασχόλησης των γονέων, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να μη δίδεται η
αναγκαία προσοχή στα παιδιά.
Τόνισε επίσης ότι το γεγονός ότι το κράτος ολιγώρησε
στο να αντιμετωπίσει το πρόβλημα έγκαιρα είχε ως αποτέλεσμα αυτή τη
στιγμή οι συνέπειες να είναι μεγαλύτερες, αφού το πρόβλημα των ναρκωτικών
δεν αποτελεί μόνο πρόβλημα δίωξης, αλλά και συστηματικής διαφώτισης, έργο
που δεν είχε αναληφθεί από το κράτος.
Περαιτέρω, ο υπουργός αναφέρθηκε σε ειδικότερα
ζητήματα, επισημαίνοντας ότι η προηγουμένως καλούμενη “Υπηρεσία Δίωξης
Ναρκωτικών” έχει μετονομασθεί πλέον σε “Υπηρεσία Καταπολέμησης των
Ναρκωτικών” (ΥΚΑΝ), με στόχο την ανάληψη έργου πέραν της απλής δίωξης.
Τόνισε επίσης την ανάγκη ενημέρωσης εντός των σχολείων, καθώς και την
ανάγκη αριθμητικής ενίσχυσης της ΥΚΑΝ, η οποία, όπως επιβεβαίωσε, δεν
είναι ικανοποιητική, καθώς και αναβάθμισης της κατάρτισης και
εντατικοποίησης της αστυνόμευσης.
Σύμφωνα με τον ίδιο υπουργό, η σφαιρική πολιτική σε
σχέση με την καταπολέμηση των ναρκωτικών αποτελεί αρμοδιότητα του
Αντιναρκωτικού Συμβουλίου, του οποίου προεδρεύει ο εκάστοτε Υπουργός
Υγείας, κατέληξε όμως ότι τόσο το υπουργείο του όσο και η κυβέρνηση κατ’
επέκταση έχουν θέσει σε πρώτη προτεραιότητα το θέμα της καταπολέμησης
ναρκωτικών.
Υπουργός Υγείας
Η τέως Υπουργός Υγείας κ. Ντίνα Ακκελίδου, η οποία
παρέστη σε διάφορα στάδια της όλης συζήτησης τόσο ως Υπουργός Υγείας όσο
και υπό την ιδιότητά της ως προέδρου του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου,
δήλωσε ότι αποτελεί προτεραιότητα της κυβέρνησης η καταπολέμηση των
ναρκωτικών, επεσήμανε δε ότι το ζήτημα έχει δύο παραμέτρους, που η μεν
πρώτη αφορά τη ζήτηση και την προσφορά, η δε δεύτερη τη χρήση και τη
διακίνηση. Σύμφωνα με την τέως υπουργό, πρέπει να εξευρεθούν τρόποι να
καταπολεμηθεί η ζήτηση, δήλωσε δε ότι αποτελεί δέσμευση της παρούσας
κυβέρνησης η λειτουργία μονάδων αποτοξίνωσης, απεξάρτησης, ψυχολογικής
στήριξης και επανένταξης.
Όσον αφορά τη λειτουργία του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου
και άλλα ειδικότερα ζητήματα, η τέως Υπουργός Υγείας δήλωσε τα ακόλουθα:
· Το Αντιναρκωτικό Συμβούλιο συντονίζει τον
κρατικό και ιδιωτικό τομέα στο θέμα της καταπολέμησης των ναρκωτικών,
εκφράζοντας την πολιτική της κυβέρνησης στον τομέα της πρόληψης στη
βάση συνεταιριστικής σχέσης μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
· Το Αντιναρκωτικό Συμβούλιο για ποικίλους λόγους
στα χρόνια λειτουργίας του δεν παρουσίασε τα αναμενόμενα
αποτελέσματα. Απ’ εδώ και πέρα όμως καταβάλλεται προσπάθεια να
καταστεί η λειτουργία του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου ουσιαστική.
Συναφώς, για την αποτελεσματικότερη λειτουργία του αποφασίσθηκε όπως
οι αριστίνδην συμμετέχοντες είναι οι πρόεδροι των επιτροπών της
πρωτογενούς, της δευτερογενούς και της τριτογενούς πρόληψης. Στους
τρεις αυτούς τομείς θα χαράσσεται νέα πορεία με τη συνδρομή ειδικού
συμβούλου που μετακλήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το Αντιναρκωτικό
Συμβούλιο περαιτέρω θα καταστεί το κέντρο συλλογής στοιχείων και
πληροφοριών, το οποίο θα ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Ένωση για την
κατάσταση στο θέμα των ναρκωτικών στην Κύπρο.
Η τέως Υπουργός Υγείας ενημέρωσε επίσης την επιτροπή
για την υποβολή έκθεσης προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε σχέση με τον
τρόπο λειτουργίας του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου, τονίζοντας στο τότε
στάδιο συζήτησης ότι το σύντομο χρονικό διάστημα που είχε μεσολαβήσει από
την ανάληψη των καθηκόντων της παρούσας κυβέρνησης και όλες οι
διαδικασίες και άλλες ενέργειες που είχαν γίνει μέχρι της στιγμής εκείνης
καταδεικνύουν ότι η παρούσα κυβέρνηση έθεσε το πρόβλημα των ναρκωτικών σε
πρώτη προτεραιότητα και ότι το Αντιναρκωτικό Συμβούλιο προορίζεται να
είναι ένα ευέλικτο σώμα ανατροφοδοτούμενο από τις εμπειρίες των μελών
του.
Τέλος, η τέως υπουργός επέκρινε όλους όσοι είχαν
καθήκον να διαμορφώσουν πολιτική πρόληψης στη διάδοση των ναρκωτικών στο
χρόνο ακριβώς που είχε παρουσιαστεί το πρόβλημα, όταν δηλαδή η Κύπρος
ήταν ακόμη απλώς διαμετακομιστικός σταθμός και με δείκτη χρήσης
ναρκωτικών στο μηδέν, και κατέκρινε την ολιγωρία των προηγούμενων
κυβερνήσεων να αναλάβουν έγκαιρα δράση, με αποτέλεσμα, όπως είπε, σήμερα
η Κύπρος να βρίσκεται ενώπιον σοβαρότατου προβλήματος.
Αρχηγός Αστυνομίας
Ο Αρχηγός Αστυνομίας κ. Τάσος Παναγιώτου, καταθέτοντας
τις απόψεις του ενώπιον της επιτροπής, δήλωσε ότι τα ναρκωτικά συνιστούν
πρόβλημα ζήτησης και προσφοράς, ότι οι ρυθμοί του κράτους στην
αντιμετώπιση του προβλήματος είναι αργοί, επεσήμανε δε ότι η αστυνομία
από την πλευρά της έχει αρμοδιότητα μόνο όσον αφορά την καταπολέμηση της
προσφοράς.
Περαιτέρω, έκανε αναφορά στις παρατηρηθείσες μεγάλες
αδυναμίες του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου, το οποίο έχει συσταθεί το 2000
χωρίς όμως να έχει ουσιαστικά λειτουργήσει λόγω υποστελέχωσης, και
ακολούθως στην ανάγκη στήριξης της ΥΚΑΝ.* Σύμφωνα με τον Αρχηγό
Αστυνομίας, υπάρχει ανάγκη να ενισχυθεί η υπηρεσία αυτή με εξήντα (60)
πρόσθετους λειτουργούς, αλλά παρά την ανάγκη αυτή τα μέσα που υπάρχουν
στη διάθεσή της θεωρούνται ικανοποιητικά και υπάρχει το απαιτούμενο
εξειδικευμένο προσωπικό.
Ο Αρχηγός Αστυνομίας τόνισε επίσης την ανυπαρξία
εθνικής πολιτικής για καταπολέμηση του προβλήματος για πολλά χρόνια και
διευκρίνισε ότι, παρά το γεγονός ότι η προσφορά αντιμετωπίζεται σε κάποιο
βαθμό, η ζήτηση εξακολουθεί να παραμένει αυξητική. Οι ελπίδες της
αστυνομίας, δήλωσε, εναποτίθενται στις ενέργειες του Αντιναρκωτικού
Συμβουλίου, τόνισε δε ιδιαίτερα το γεγονός ότι η αστυνομία για χρόνια
ήταν το μόνο σώμα που συνέβαλλε στην πρόληψη, ίσως, όπως χαρακτηριστικά
δήλωσε, σε λανθασμένη βάση, αφού δεν είχε τις αναγκαίες κατευθύνσεις.
Από γραπτό υπόμνημα που κατατέθηκε από τον Αρχηγό
Αστυνομίας προκύπτουν σε σχέση με τη δράση της αστυνομίας για
αντιμετώπιση του προβλήματος τα ακόλουθα:
1. Έκταση του φαινομένου διάδοσης χρήσης παράνομων
ουσιών εξάρτησης
Tα κύρια χαρακτηριστικά των αυξητικών τάσεων τα
τελευταία χρόνια είναι τα ακόλουθα:
α . Η κάνναβη με τα παράγωγά της
παραμένει η πρώτη ουσία χρήσης.
β. Υπάρχει αύξηση της χρήσης συνθετικών ναρκωτικών (“έκστασι”)
από νεαρά άτομα.
γ. Παρατηρείται μείωση της ηλικίας των ατόμων
που έρχονται σε πρώτη επαφή/δοκιμή παράνομων ουσιών εξάρτησης.
δ. Παρουσιάζεται αύξηση των ενεχομένων Κυπρίων
σε υποθέσεις ναρκωτικών και αύξηση της χρήσης των λεγομένων
“σκληρών” ναρκωτικών, όπως είναι η ηρωίνη και η κοκαΐνη από νεαρούς
Κυπρίους.
2. Διακίνηση-εμπορία ναρκωτικών
Tα τελευταία χρόνια έχουν κατασχεθεί σημαντικές
ποσότητες ναρκωτικών, που στην πλειονότητά τους θα διετίθεντο στην
Κύπρο.
Οι κυριότερες χώρες μέσω των οποίων τα ναρκωτικά
καταλήγουν στην Κύπρο είναι η Βρετανία, η Ελλάδα, ο Λίβανος, η
Βουλγαρία, ενώ μια κύρια πηγή διοχέτευσης ναρκωτικών είναι τα
κατεχόμενα εδάφη.
Οι χώρες παραγωγής των ναρκωτικών σε πολλές
περιπτώσεις μπορεί να διαφέρουν από τις χώρες προέλευσης.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στις περιπτώσεις συνθετικών
ναρκωτικών (τύπου “έκστασι”), που η χώρα παραγωγής είναι η Ολλανδία,
η χώρα μέσω της οποίας τα ναρκωτικά καταλήγουν στην Κύπρο είναι η
Βρετανία.
Όσον αφορά την επιτόπια καλλιέργεια, αυτή αφορά
μόνο φυτά κάνναβης, η οποία τα τελευταία χρόνια φαίνεται να είναι
περιορισμένης κλίμακας, λόγω των μέτρων που λαμβάνονται.
Παρουσιάζεται όμως αλλαγή στον τρόπο καλλιέργειας, δηλαδή από
ανοιχτούς χώρους στις αγροτικές περιοχές η καλλιέργεια έχει
μεταφερθεί σε κλειστούς χώρους (οικίες, διαμερίσματα, άλλα μικρά
υποστατικά σε αστικές περιοχές).
Κύριος στόχος της αστυνομίας (ΥΚΑΝ) είναι η
σύλληψη των εμπόρων και διακινητών ναρκωτικών.
Το 2002, από τις 436 υποθέσεις ναρκωτικών, οι 91
υποθέσεις αφορούσαν κατοχή και προμήθεια, οι 48 υποθέσεις εισαγωγή,
οι 34 κατοχή με σκοπό την προμήθεια, οι 29 καλλιέργεια, οι 80 κατοχή,
οι 144 κατοχή και χρήση και οι 10 υποθέσεις ανεύρεση.
Οι πλείστοι των Κυπρίων που ενέχονται σε εμπορία
και διακίνηση ναρκωτικών είναι γνωστά εγκληματικά στοιχεία ή έχουν
σχέση με τα στοιχεία αυτά. Χαρακτηριστική είναι επίσης η ανάμειξη σε
υποθέσεις εμπορίας και διακίνησης ναρκωτικών ομογενών οι οποίοι
προέρχονται από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και έχουν
εγκατασταθεί μόνιμα στην Κύπρο.
Τα τελευταία τρία χρόνια συνελήφθησαν αρκετοί
έμποροι/διακινητές ναρκωτικών, οι οποίοι έχουν καταδικαστεί σε
διάφορες ποινές φυλάκισης, για ορισμένους δε οι υποθέσεις εκκρεμούν
ενώπιον του δικαστηρίου προς εκδίκαση.
Παρά ταύτα, η σύλληψη και κατ’ επέκταση η ποινική
δίωξη και καταδίκη των λαθρεμπόρων ναρκωτικών καθίσταται πολύ δύσκολη
λόγω του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου.
3. Στρατηγική αντιμετώπισης του προβλήματος
Το σχέδιο δράσης της ΥΚΑΝ χαρακτηρίζεται από τη
δραστηριοποίηση της υπηρεσίας στους δύο πιο κάτω άξονες:
α. Δράση για τη μείωση της παράνομης διακίνησης
ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών (μείωση της προσφοράς).
β. Δράση για τη μείωση της ζήτησης
εξαρτησιογόνων ουσιών.
Οι δύο πιο πάνω πολιτικές πρέπει να είναι
αλληλένδετες, σε ισορροπία και συντονισμό μεταξύ τους, ώστε να
διασφαλίζονται τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.
Η στρατηγική της ΥΚΑΝ για την αντιμετώπιση του
φαινομένου των ναρκωτικών καθορίζει μείζονες στόχους, που θα πρέπει
να επιτευχθούν κατά την πενταετία 2003-2007, ως ακολούθως:
α. Μείωση της διαθεσιμότητας των παράνομων
ναρκωτικών ουσιών (σύλληψη και ποινική δίωξη των λαθρεμπόρων
ναρκωτικών κ.λπ.).
β. Μείωση της ζήτησης των ναρκωτικών ουσιών,
κυρίως μεταξύ των νέων ηλικίας μικρότερης των 16 ετών.
γ. Καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων
προερχόμενων από το λαθρεμπόριο ναρκωτικών και άλλων σοβαρών
εγκλημάτων και δήμευση εσόδων.
δ. Έλεγχος της διακίνησης πρόδρομων ουσιών.
ε. Ανάπτυξη σχέσεων και εμπιστοσύνης με τους πολίτες.
στ. Υποστήριξη του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου και
του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά
και την Τοξικομανία (ΕΚΤΕΠΝ Κύπρου, λειτουργία Σεπτέμβριος του
2003).
ζ. Συνεχής εκπαίδευση των μελών της.
4. Μείωση της προσφοράς (καταπολέμηση/καταστολή)
Πρωταρχικός στόχος της ΥΚΑΝ είναι η καταπολέμηση
και καταστολή του λαθρεμπορίου, της διακίνησης, εμπορίας και χρήσης
ναρκωτικών. Η επιτυχία της αποστολής αυτής βασίζεται κατά κύριο ρόλο
στην επιχειρησιακή δράση της μονάδας και τη συνεργασία που αναπτύσσει
με τα υπόλοιπα τμήματα της αστυνομίας, καθώς και με άλλες υπηρεσίες
(Τμήμα Τελωνείων, Ταχυδρομικές Υπηρεσίες, Αρχή Λιμένων, Πολιτική
Αεροπορία κ.ά).
5. Συλλογή και αξιολόγηση πληροφοριών
Η ΥΚΑΝ δραστηριοποιείται σε μεγάλο βαθμό και
συλλέγει πληροφορίες που της διαβιβάζονται μέσω δικών της
πληροφοριοδοτών ή μέσω άλλων υπηρεσιών της αστυνομίας (ΚΥΠ, ΓΣΠ, ΟΠΕ,
ΤΑΕ).
Όλες οι πληροφορίες καταχωρίζονται και
μηχανογραφούνται από τα μέλη της μονάδας, στη συνέχεια δε αναλύονται
και αξιολογούνται από το αρμόδιο γραφείο και διερευνώνται και/ή
αξιοποιούνται ανάλογα.
6. Επιχειρησιακή
δράση-μέτρα καταστολής
Η ΥΚΑΝ πραγματοποιεί καθημερινές περιπολίες και
ελέγχει ύποπτους χώρους επί εικοσιτετραώρου βάσεως (οικίες,
υποστατικά, μπιραρίες, δισκοθήκες, καμπαρέ), καθώς επίσης και ύποπτα
πρόσωπα, οχήματα, σκάφη, αεροσκάφη και εμπορευματοκιβώτια.
Λόγω της αύξησης που παρατηρείται στην προσπάθεια
εισαγωγής ναρκωτικών στην Κύπρο, δίδεται μεγάλη σημασία στον αυξημένο
έλεγχο επί εικοσιτετραώρου βάσεως στα σημεία εισόδου στη Δημοκρατία
από τα υποκλιμάκια της ΥΚΑΝ, στα αεροδρόμια και λιμάνια.
Λαμβάνοντας υπόψη το σοβαρό πρόβλημα διακίνησης
ναρκωτικών από τα κατεχόμενα εδάφη προς τις ελεύθερες περιοχές, από
κοινού όλες οι υπηρεσίες της αστυνομίας, καθώς και άλλες υπηρεσίες
του κράτους, συνεργάζονται στενά για την καταπολέμηση του φαινομένου.
Εκτός από τον έλεγχο που γίνεται στο σημείο εισόδου στο ΛΗΔΡΑ ΠΑΛΑΣ,
πραγματοποιούνται περιπολίες και έλεγχοι σε όλο το μήκος της γραμμής
αντιπαράταξης, με έμφαση στις περιοχές υψηλού κινδύνου, όπως Πύλα,
Αθηένου-Λύμπια-Ποταμιά και Περιστερώνα-Αστρομερίτη, χωρίς να
παραβλέπονται οι υπόλοιπες περιοχές. Συλλαμβάνονται επίσης ύποπτα
πρόσωπα και διώκονται ανάλογα.
7. Διεθνής συνεργασία
Η Κύπρος έχει υιοθετήσει όλες τις διεθνείς
συμβάσεις για τα ναρκωτικά και η εθνική νομοθεσία έχει τροποποιηθεί,
ώστε να συνάδει με τις εν λόγω συμβάσεις. Για την υλοποίηση τόσο των
διεθνών όσο και των διμερών συμβάσεων που έχει υπογράψει η Κύπρος, η
κυπριακή αστυνομία συνεργάζεται στενά με τα Ηνωμένα Έθνη, την
Ευρωπαϊκή Ένωση, το Συμβούλιο της Ευρώπης, την INTERPOL και άλλους
διεθνείς οργανισμούς, καθώς και με τις υπηρεσίες δεκατεσσάρων ξένων
χωρών, της Ελλάδας, των ΗΠΑ, της Γερμανίας, της Φινλανδίας, της
Δανίας, της Σουηδίας, της Νορβηγίας, της Ισλανδίας, της Αυστραλίας,
της Μεγάλης Βρετανίας, της Ιταλίας, της Γαλλίας, της Ισπανίας και της
Ρωσίας. Οι χώρες αυτές είτε έχουν εγκαταστήσει μόνιμα στην Κύπρο
αξιωματικούς συνδέσμους είτε αυτοί βρίσκονται σε γειτονικές χώρες και
εκπροσωπούν τη χώρα τους σε περιφερειακό επίπεδο.
Η συμβολή της κυπριακής αστυνομίας στον τομέα της
διεθνούς συνεργασίας αναγνωρίζεται διεθνώς ως πρότυπη.
8. Μείωση της ζήτησης (πρόληψη)
Όλες οι πολιτικές στον τομέα της ποινικής
δικαιοσύνης, όπως αναφέρονται στην ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής
Επιτροπής, σχετικά με το σχέδιο δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την
καταπολέμηση των ναρκωτικών (2000-2004) αναφέρουν ότι, εκτός από τον
παραδοσιακό της ρόλο στη μείωση της προσφοράς, η κυπριακή αστυνομία
συμμετέχει όλο και περισσότερο στις προσπάθειες για τη μείωση της
ζήτησης και σε εκπαιδευτικές ενέργειες, καθώς και σε στρατηγικές για
τη στήριξη κοινοτικής δράσης.
Η ΥΚΑΝ από την ίδρυσή της ασχολείται με την
πρόληψη του φαινομένου, υποχρέωση που απορρέει από την αποστολή της,
προσφέροντας εκπαιδευτικά προγράμματα που ανταποκρίνονται στην
ηλικία, το βαθμό αντίληψης και τις απαιτήσεις και ιδιομορφίες του
κοινού στο οποίο απευθύνεται το πρόγραμμα σε παγκύπρια βάση.
Εντοπίζονται τόσο περιοχές όσο και ομάδες υψηλού
κινδύνου και πραγματοποιούνται ειδικά προγράμματα πρόληψης,
προσφέρεται συμβουλευτική αγωγή σε χρήστες, στις οικογένειες και
άτομα του περιβάλλοντός τους και ανάλογα με την κάθε περίπτωση
γίνονται παραπομπές τους στα διάφορα θεραπευτικά κέντρα/μονάδες.
9. Αντιμετώπιση του προβλήματος
Η εξάπλωση των ναρκωτικών τα τελευταία χρόνια
είναι ιδιαίτερα ανησυχητική και η αστυνομία έχει συνειδητοποιήσει
πλήρως τις ευθύνες της. Προσπάθεια είναι η μέγιστη αξιοποίηση του
προσωπικού και των μέσων που διαθέτει για την καταπολέμηση του
φαινομένου.
· Εμπλοκή αρμόδιων υπηρεσιών/φορέων
Η σφαιρική αντιμετώπιση του φαινομένου
(πρόληψη-καταστολή-θεραπεία- κοινωνική επανένταξη) είναι η
αποτελεσματικότερη μέθοδος για θετικά αποτελέσματα. Προκύπτει όμως
ανάγκη περαιτέρω ενεργοποίησης του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου για το
συντονισμό, την παρακολούθηση και τον έλεγχο των προληπτικών
προγραμμάτων.
· Νομοθετικό πλαίσιο
Είναι αναγκαία η αυστηρή επιβολή των
προβλεπόμενων από τη νομοθεσία ποινών ως κατασταλτικού μέτρου.
Επιβάλλεται η εντατικοποίηση των προσπαθειών του
Αντιναρκωτικού Συμβουλίου για την όσο το δυνατό γρηγορότερη αναθεώρηση
και εκσυγχρονισμό της υφιστάμενης νομοθεσίας μας.
Θα πρέπει τέλος να αναθεωρηθεί το δίκαιο της
απόδειξης, ώστε να μπορεί να γίνεται κατορθωτή η καταδίκη των εμπόρων
ναρκωτικών, καθώς και η δήμευση περιουσίας που είναι προϊόν εμπορίας
ναρκωτικών και άλλων εγκληματικών ενεργειών.
Υπουργείο Υγείας-Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας
Ο διευθυντής των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας επεσήμανε
ότι παρουσιάζεται ολοένα και πιο αυξητική τάση χρήσης ναρκωτικών
ενδοφλεβίως σε νεαρότερες ηλικίες, κυρίως ηρωίνης, με την κυπριακή
κοινωνία ανέτοιμη να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Το πρόβλημα είναι
ιδιαίτερα οξύ και για τούτο επιβάλλεται η χάραξη εθνικής στρατηγικής προς
αντιμετώπιση της κατάστασης. Οι κυβερνητικές οργανώσεις, η ιδιωτική
πρωτοβουλία και οι εθελοντές θα πρέπει να δρομολογηθούν στην υλοποίηση
εθνικής στρατηγικής που να καθοριστεί από το κράτος.
Οι λόγοι για τους οποίους παρουσιάζεται τα τελευταία
χρόνια αυξητική τάση, εκτός από τη για χρόνια έλλειψη εθνικής στρατηγικής
πολιτικής, εστιάζονται επιπρόσθετα στην έλλειψη αξιολόγησης για την
αποτελεσματικότητα των μέχρι τώρα γενόμενων ενεργειών, στην έλλειψη
συντονισμού και εποπτείας όλων όσοι ασχολούνται με το θέμα, ενώ ιδιαίτερο
πρόβλημα παρουσιάζεται, όταν στην προσπάθεια αντιμετώπισης του
προβλήματος το αποτέλεσμα καταλήγει σε διαφήμισή του, γεγονός που
συμβάλλει στην όξυνση του προβλήματος.
Από την άλλη, κατά τον ίδιο εκπρόσωπο, το
Αντιναρκωτικό Συμβούλιο θα πρέπει να στελεχωθεί με επιστήμονες που να
κατέχουν το αντικείμενο, αφού μέχρι σήμερα δεν έχει καταστεί κατορθωτό να
δημιουργηθεί πλαίσιο συντονισμού και αξιολόγησης. Την ίδια στιγμή οι
αριθμοί των χρηστών είναι παραπλανητικοί, διότι οι χρήστες διαβαθμίζονται
σε διάφορες κατηγορίες (υπάρχουν π.χ. αυτοί που δοκίμασαν μια φορά και
αυτοί που δοκίμασαν περισσότερες φορές αλλά δεν έχουν όμως εθιστεί κ.ά.).
Συνεπώς, υπάρχουν αυξητικές τάσεις, την ίδια δε στιγμή ανεπάρκεια στους
τρεις τομείς πρόληψης (πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς
πρόληψης).
Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού
Ο διευθυντής μέσης εκπαίδευσης, καταθέτοντας ενώπιον
της επιτροπής τις θέσεις του υπουργείου του, δήλωσε τα ακόλουθα:
· Έγιναν διάφορες μελέτες σε σχέση με το πρόβλημα
των ναρκωτικών και πιο ειδικά η μελέτη του 1999 “ESPAD”* για τις
ηλικίες των δεκαπέντε με δεκαέξι ετών. Σύμφωνα με την αναφορά στην
έκθεση αυτή για την Κύπρο, πολύ μικρό ποσοστό μαθητών κάνει χρήση
ναρκωτικών. μόλις, το 2% έχει καταγραφεί να χρησιμοποιεί κάνναβη ή
άλλα ναρκωτικά σε σχέση με ποσοστό 16% και 6% αντίστοιχα για όλες τις
άλλες χώρες.
· Προτού ενδιατρίψει κάποιος στο θέμα των
παράνομων ουσιών, πρέπει να διερευνήσει τις γενικές συνήθειες στη
χρήση αλκοόλ και καπνού, που αποτελούν τη βάση για τα επόμενα βήματα
αντιμετώπισης του προβλήματος των ναρκωτικών.
· Το όλο θέμα ενδιαφέρει το υπουργείο όχι μόνο από
τη σκοπιά του σχολικού περιβάλλοντος, αλλά σε σχέση και με άλλες
πτυχές, αφού υπάρχει ανάγκη δημιουργίας ειδικών χώρων όπου θα
παρέχονται διέξοδοι στους νέους, ώστε να μην καταφεύγουν σε χώρους
επικίνδυνους.
Ο ίδιος εκπρόσωπος κατέθεσε επίσης γραπτό υπόμνημα,
στο οποίο αναφέρονται οι παρεμβατικές ενέργειες που αναλαμβάνονται από
την Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας του υπουργείου προς την πλευρά της
πρόληψης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, η υπηρεσία αυτή
αναλαμβάνει τα ακόλουθα:
1. Την αξιολόγηση-παρακολούθηση των μαθητών,
ξεκινώντας από την προδημοτική εκπαίδευση. Οι εκπαιδευτικοί ψυχολόγοι
εργάζονται στο επίπεδο των παιδιών, των γονέων και των εκπαιδευτικών
σε ένα πρωτοβάθμιο επίπεδο για πρόληψη της παραβατικής συμπεριφοράς
και όχι μόνο.
2. Τη λειτουργία προγραμμάτων για πρόληψη και
αντιμετώπιση της σχολικής αποτυχίας, όπως τα ακόλουθα:
α. Το πρόγραμμα της ατομικής στήριξης στη μέση
εκπαίδευση, το οποίο αφορούσε 1 096 μαθητές για το έτος 2002 και
για το οποίο πρόγραμμα διατέθηκαν 2 000 σχολικές περίοδοι, δηλαδή
γύρω στους 100 εκπαιδευτικούς για κάθε σχολική χρονιά.
β. Το πρόγραμμα αλφαβητισμού, το οποίο
λειτουργεί σχεδόν στο σύνολο των γυμνασίων και αφορά 840 μαθητές.
Διατίθενται 945 περίοδοι, δηλαδή γύρω στους 47 εκπαιδευτικούς στη
μέση εκπαίδευση.
γ. Ειδικά προγράμματα για νοητικά καθυστερημένα
παιδιά, κωφά, τυφλά, σωματικά ανάπηρα κ.ά στη μέση εκπαίδευση.
δ. Το πρόγραμμα πρόληψης της παραβατικότητας και
των ναρκωτικών, το οποίο λειτουργεί επίσης με την ενεργό συμμετοχή
των εκπαιδευτικών ψυχολόγων τα τελευταία δέκα χρόνια.
ε. Το παρεμβατικό πρόγραμμα πρώιμης
αντιμετώπισης της παραβατικότητας με πρωτοβουλία της Υπηρεσίας
Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας. Ύστερα από σύσταση του Συμβουλίου της
Ευρώπης, οργανώνεται αυτή την περίοδο παρεμβατικό πρόγραμμα πρώιμης
αντιμετώπισης της παραβατικότητας. Στόχος είναι ο εντοπισμός των
παραγόντων που οδηγούν αργότερα στην παραβατική συμπεριφορά των
νέων.
στ. Λειτουργία προγραμμάτων για συναισθηματική
ανάπτυξη με στόχο τη βελτίωση της αυτοεκτίμησης των μαθητών και για
πρόληψη των παραγόντων εκείνων που οδηγούν το άτομο στη λήψη
εξαρτησιογόνων ουσιών.
ζ. Επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και ιδιαίτερα
των γονέων μέσα από οργανωμένα προγράμματα και παρεμβάσεις. Η
επιμόρφωση των εκπαιδευτικών έχει στόχο, ανάμεσα σ’ άλλα, τη γνώση
των χαρακτηριστικών ανάλογα με την ηλικία των μαθητών τους.
Σε σχέση με τις δραστηριότητες της Υπηρεσίας
Συμβουλευτικής και Επαγγελματικής Αγωγής (ΥΣΕΑ), από υπόμνημα που
κατατέθηκε από το ίδιο υπουργείο, προκύπτουν τα ακόλουθα:
Τέτοιες υπηρεσίες παρέχονται τόσο σε μαθητές όσο και
στο ευρύτερο κοινό σε όλα τα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα μέσης γενικής
και τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης, καθώς και στα κεντρικά γραφεία
της ΥΣΕΑ στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού. Το προσωπικό της ΥΣΕΑ
αποτελούν καθηγητές συμβουλευτικής και επαγγελματικής αγωγής, οι οποίοι
ανέρχονται στους εκατό. Από αυτούς ενενήντα τρεις υπηρετούν στα σχολεία
και οι υπόλοιποι επτά στα κεντρικά γραφεία.
Κύριος σκοπός της ΥΣΕΑ είναι η παροχή γνώσης προς τους
μαθητές και άλλους νέους για την αναπτυξιακή και εξελικτική πορεία του
ατόμου, παράλληλα με την παροχή εξειδικευμένης βοήθειας μέσω της
συμβουλευτικής παρέμβασης, ώστε να συνεχίσουν να επιτυγχάνονται σε
μεγαλύτερο βαθμό οι υφιστάμενοι στόχοι του Υπουργείου Παιδείας και
Πολιτισμού, που είναι:
1. η ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας των μαθητών
και
2. η αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των προσωπικών,
εκπαιδευτικών, επαγγελματικών και κοινωνικών προβλημάτων που
αντιμετωπίζουν οι μαθητές.
Για την επίτευξη του κύριου σκοπού της ΥΣΕΑ, οι
καθηγητές συμβουλευτικής και επαγγελματικής αγωγής προσφέρουν βοήθεια
στους μαθητές νέους, ώστε να επιτευχθούν οι πιο κάτω στόχοι:
· Αυτογνωσία, γνώση του εαυτού, ή
εντοπισμός-κατανόηση ατομικών ικανοτήτων, κλίσεων, ενδιαφερόντων,
αξιών, φιλοδοξιών κ.ά.
· Αυτοαποδοχή-αυτοπεποίθηση.
· Αυτοπραγμάτωση, αξιοποίηση στο μέγιστο δυνατό
σημείο των ατομικών ικανοτήτων, κλίσεων, ενδιαφερόντων.
· Προσαρμογή στο σχολικό και κοινωνικό περιβάλλον.
· Λήψη ορθολογιστικών προσωπικών, εκπαιδευτικών
και επαγγελματικών αποφάσεων.
· Αντιμετώπιση των ψυχοσυναισθηματικών,
οικογενειακών και κοινωνικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν.
Σύμφωνα με το ίδιο υπόμνημα, λόγω των ποικίλων
κοινωνικοοικονομικών και πολιτισμικών αλλαγών που έχουν συντελεστεί τόσο
σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο στο σύγχρονο κόσμο της τεχνολογίας,
παρατηρείται ταυτόχρονα αύξηση και πολυπλοκότητα στα θέματα προσωπικής,
εκπαιδευτικής, επαγγελματικής και κοινωνικής υφής που απασχολούν τους
νέους. Ως αποτέλεσμα έχουν αυξηθεί οι διάφοροι κίνδυνοι με τους οποίους
έρχονται αντιμέτωποι οι σύγχρονοι μαθητές νέοι, π.χ. ψυχοδραστικές ουσίες
εξάρτησης, και γι’ αυτό το λόγο η συμβολή της ΥΣΕΑ στην πρόληψη και
αντιμετώπιση του προβλήματος είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Οι καθηγητές συμβουλευτικής, μέσω της ατομικής, της
ομαδικής και της υποστηρικτικής οικογενειακής συμβουλευτικής, της
διδασκαλίας του μαθήματος της κοινωνικής αγωγής, που διδάσκεται στη Γ΄
Γυμνασίου, της διδασκαλίας του μαθήματος της επαγγελματικής αγωγής, που
επίσης διδάσκεται στη Γ΄ Γυμνασίου, της οργάνωσης και διεξαγωγής
βιωματικών εργαστηρίων, διαλέξεων, σεμιναρίων και συνεδρίων και της
συμμετοχής σε ειδικές επιτροπές για την ανάπτυξη στρατηγικών πρόληψης και
αντιμετώπισης του φαινομένου σε επίπεδο σχολικής μονάδας κ.λπ.,
προσπαθούν να εξοπλίσουν τους μαθητές νέους με τα κατάλληλα εφόδια και
μηχανισμούς προς αντιμετώπιση των προβλημάτων της ζωής γενικότερα και
ειδικότερα κατά της χρήσης ουσιών εξάρτησης.
Η ΥΣΕΑ συμμετέχει επιπρόσθετα σε επιτελικό επίπεδο
στην Επιτροπή Αγωγής Υγείας του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, ένας
από τους κύριους στόχους της οποίας είναι η ανάπτυξη και εφαρμογή
προληπτικών προγραμμάτων κατά της χρήσης ψυχοδραστικών ουσιών εξάρτησης*
Τέλος, από τον ίδιο εκπρόσωπο τονίστηκε ότι η διεθνής
πρακτική στο θέμα της αντιμετώπισης των ναρκωτικών είναι η διαθεματική
προσέγγιση εντός των πλαισίων του προγράμματος αγωγής υγείας. Στην Κύπρο
το πρόγραμμα αυτό εισήχθη το 1992 με σκοπό τη σφυρηλάτηση χαρακτήρα, την
ανάπτυξη εικόνας αυτοαποδοχής και αυτοεκτίμησης, ενώ, εκτός από το πιο
πάνω πρόγραμμα, ρόλο αναλαμβάνει επίσης η Υπηρεσία Εκπαιδευτικής
Ψυχολογίας, η οποία επωμίζεται τη στήριξη περιπτώσεων λειτουργικού
αναλφαβητισμού και παιδιών που προέρχονται από διαλυμένες οικογένειες*.
Διευθυντής δημοτικής εκπαίδευσης
Εκ μέρους του διευθυντή δημοτικής εκπαίδευσης
κατατέθηκε ενώπιον της επιτροπής γραπτό υπόμνημα, στο οποίο καταγράφονται
οι ενέργειες και τα σχετικά προγράμματα που εφαρμόζονται στα δημοτικά
σχολεία, από το οποίο προκύπτουν τα ακόλουθα:
1. Στα δημοτικά σχολεία δεν έχει μέχρι στιγμής
καταγγελθεί καμιά περίπτωση χρήσης ναρκωτικών ούτε και έγινε
οποιαδήποτε έρευνα στη δημοτική εκπαίδευση για το θέμα. Δεν υπάρχουν
καταγγελίες για μαθητές που να καπνίζουν στα δημοτικά σχολεία, αλλά
μόνο ενδείξεις που προκύπτουν μέσα από έρευνες ότι ίσως μικρός
αριθμός μαθητών της πέμπτης και έκτης τάξης να έχει καπνίσει κυρίως
για δοκιμή.
2. Οι ενέργειες του υπουργείου για την πρόληψη
χρήσης και εμπορίας ναρκωτικών και γενικά εξαρτησιογόνων ουσιών από
παιδιά του δημοτικού σχολείου υλοποιούνται μέσα από το πρωτοποριακό
πρόγραμμα “Μέντωρ”, που γίνεται σε συνεργασία με τα κέντρα
εκπαίδευσης ζωής. Τα κέντρα αυτά έχουν διαθέσει για τις ανάγκες του
προγράμματος δύο κινητές μονάδες πλήρως εξοπλισμένες με σύγχρονα
εποπτικά και διδακτικά μέσα (τηλεόραση, video, τεχνητό ανθρώπινο σώμα
κ.λπ.). Περαιτέρω, τέσσερις ειδικά εκπαιδευμένοι εκπαιδευτικοί έχουν
αποσπαστεί, με στόχο να εφαρμόσουν τα προγράμματα αγωγής υγείας που
αφορούν την πρόληψη με την παροχή πληροφοριών, την απόκτηση
δεξιοτήτων συμπεριφοράς και την προαγωγή θετικού αυτοσυναισθήματος.
Με βάση το μοντέλο πρόληψης, οι δραστηριότητες
χωρίζονται στις ακόλουθες τρεις βασικές κατηγορίες:
· Δραστηριότητες που προσφέρουν γνώση για τη
βιολογική λειτουργία του ανθρώπινου σώματος,
· δραστηριότητες που στοχεύουν στην ενίσχυση του
θετικού αυτοσυναισθήματος και
· δραστηριότητες που ευαισθητοποιούν τα παιδιά
σε κοινωνικές πιέσεις και στοχεύουν στην καλλιέργεια στάσεων έναντι
των ουσιών εξάρτησης.
Μέσα από τα προγράμματα αυτά, αλλά και με κάθε άλλη
σχετική ευκαιρία επιδιώκεται ο διάλογος και η επικοινωνία με τα παιδιά,
ώστε να αναπτύξουν στάσεις αυτοσεβασμού και αλληλοσεβασμού, με αποτέλεσμα
τη μείωση και τον περιορισμό της αντικοινωνικής συμπεριφοράς και την
ανάδειξη θετικών στάσεων και αξιών ζωής.
Επιπρόσθετα, δώδεκα δημοτικά σχολεία εφαρμόζουν
διάφορα προγράμματα μέσα στα πλαίσια του ευρωπαϊκού δικτύου σχολείων
προαγωγής υγείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το ίδιο υπουργείο συνεργάζεται επίσης στενά με το
ΚΕΝΘΕΑ για τη διοργάνωση συνεδρίων και σεμιναρίων με κύριο στόχο την
επιμόρφωση εκπαιδευτικών μέσης, δημοτικής, αλλά και προδημοτικής
εκπαίδευσης, ώστε να καταστούν ικανοί να αντιμετωπίζουν ανάλογες
καταστάσεις.
Από την άλλη, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου
προσφέρει σημαντική βοήθεια με την επιμόρφωση του διδακτικού προσωπικού
και την ευαισθητοποίησή του στα καίρια αυτά θέματα.
Τέλος, έχουν εισαχθεί στην εκπαίδευση ολοκληρωμένα
προγράμματα αγωγής υγείας, τόσο στα πλαίσια των μαθημάτων οικιακής
οικονομίας και γυμναστικής όσο και διαθεματικά, τα οποία περιλαμβάνουν
διάφορες ενότητες με δεσπόζουσα θέση στο όλο πρόγραμμα την ορθή διατροφή,
την άσκηση, τις υγιεινές στάσεις ζωής και την αποφυγή των εξαρτησιογόνων
ουσιών.
Υπουργείο Άμυνας
Ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Άμυνας δήλωσε ότι στο
στρατό λειτουργεί ο θεσμός της ψυχοκοινωνικής μέριμνας προς τον
εθνοφρουρό, με στόχο τη μη περιθωριοποίηση των ατόμων που εμπλέκονται στο
πρόβλημα, ενώ σύντομα αρχίζει η εκπαίδευση αξιωματικών για πρόληψη και
δημιουργία πυρήνων αντίστασης με έμφαση στη στήριξη του θεσμού της
οικογένειας.
Όσον αφορά ειδικότερες ενέργειες του ίδιου υπουργείου,
ο εν λόγω εκπρόσωπος δήλωσε ότι δε διενεργήθηκαν ποτέ έρευνες σε σχέση με
τα πιθανά ποσοστά του προβλήματος στο στράτευμα, τα οποία εν πάση
περιπτώσει θεωρούνται πάρα πολύ χαμηλά.
Οργανισμός Νεολαίας Κύπρου
Η εκπρόσωπος του Οργανισμού Νεολαίας Κύπρου τόνισε την
ανάγκη χάραξης συνολικής στρατηγικής μείωσης των κοινωνικών αιτιών
πρόκλησης του προβλήματος, αφού αυτό εκτείνεται πλέον στις μικρότερες
ηλικίες, έτσι που να καθίσταται εθνικό πρόβλημα. Συνεπώς, επιβάλλεται η
ανάληψη προσπάθειας προς την κατεύθυνση της πρόληψης, της θεραπείας, της
καταστολής και της επανένταξης.
Η ίδια εκπρόσωπος επισήμανε τα ακόλουθα:
· Το Αντιναρκωτικό Συμβούλιο πρέπει να καταστεί
πιο ευέλικτο και να απεξαρτηθεί από την κυβέρνηση.
· Πρέπει να λειτουργήσουν κέντρα πρόληψης σε όλους
τους δήμους και κοινότητες.
· Πρέπει να αρχίσει αμέσως η λειτουργία σύγχρονου
κρατικού κέντρου απεξάρτησης, αφού η πτυχή της “απεξάρτησης” ανήκει
αυτή τη στιγμή αποκλειστικά στην ιδιωτική πρωτοβουλία.
· Δεν υπήρξε οποιαδήποτε ουσιαστική ενέργεια ως
προς την πτυχή της “κοινωνικής επανένταξης”. Η όποια προσπάθεια
γίνεται αυτή τη στιγμή αποκλειστικά από τον ιδιωτικό τομέα και θα
πρέπει συνεπώς να ενισχυθεί ο ιδιωτικός τομέας από το κράτος και να
εκπονηθεί σχέδιο οικονομικής κοινωνικής στήριξης για αντιμετώπιση των
οικογενειών που αντιμετωπίζουν τέτοια προβλήματα.
· Όσον αφορά την πτυχή της καταστολής, θα πρέπει
να δοθεί έμφαση στην καταδίωξη των εμπόρων και όχι στους χρήστες.
Τέλος, τόνισε την ανάγκη αντιμετώπισης του θέματος
συνολικά και όχι αποσπασματικά, με συνέχεια, συνέπεια, εποπτεία και
συντονισμό.
Σημειώνεται ότι ο Οργανισμός Νεολαίας κατέθεσε ενώπιον
της επιτροπής το σχέδιο δράσης του οργανισμού για την πρόληψη ενάντια
στις εξαρτησιογόνες ουσίες για την περίοδο 2003-2005. Στο εν λόγω σχέδιο
αναλύεται η πολιτική πρόληψης που ο οργανισμός έχει αναπτύξει και έχει
εφαρμόσει μέχρι σήμερα τόσο στον πρωτογενή όσο και στο δευτερογενή τομέα
πρόληψης.
Όπως συναφώς αναφέρεται στο εν λόγω σχέδιο, η
σοβαρότητα του θέματος δεν επιτρέπει πλέον χειρισμούς που να
χαρακτηρίζονται από σπασμωδικές και περιστασιακές κινήσεις.
Τέλος, ο Οργανισμός Νεολαίας κατέθεσε στην
επιτροπή στατιστικά στοιχεία που τηρούνται από την Υπηρεσία Άμεσης
Ανταπόκρισης για τα Ναρκωτικά του οργανισμού*. Ο οργανισμός τηρεί επίσης
στοιχεία των σχετικών τηλεφωνημάτων σχετικά με το φύλο, την ηλικία, τον
τόπο διαμονής, τις εξαρτησιογόνες ουσίες που χρησιμοποιούνται κ.λπ.
Κέντρο Ενημέρωσης για τα Ναρκωτικά και Θεραπείας
Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕΝΘΕΑ)
Την οργάνωση εκπροσώπησε ο πρόεδρός της μητροπολίτης
Κιτίου, ο οποίος, ενημερώνοντας την επιτροπή για τις βασικές αρχές
λειτουργίας του ΚΕΝΘΕΑ, σημείωσε ότι η οργάνωση είναι η μαζικότερη που
δραστηριοποιείται σε σχέση με το θέμα των ναρκωτικών στην Κύπρο, στην
οποία εκπροσωπείται ένας ευρύς κύκλος ενδιαφερομένων απ’ όλη την Κύπρο.
Η εφαρμογή των βασικών αρχών του κέντρου, σύμφωνα με
τον πρόεδρο του κέντρου, επιτυγχάνεται με τα ακόλουθα μέσα:
1. Συνεργασία με εθελοντικούς συνδέσμους και
οργανισμούς από όλη την Κύπρο στον εκπαιδευτικό τομέα γύρω από τα
ναρκωτικά.
2. Δημιουργία προγράμματος κοινωνικής δικτύωσης με
τη σύσταση ομάδων εθελοντών για διαφώτιση και ενημέρωση σε πόλεις και
κοινότητες της Κύπρου.
3. Λειτουργία ομάδων αυτοβοήθειας χρηστών και
οικογενειών σε διάφορα μέρη της Κύπρου για αποτελεσματική βοήθεια και
ψυχολογική υποστήριξη.
4. Δημιουργία θεραπευτικών κοινοτήτων και κέντρου
επανένταξης όπου θα δίνεται η ευκαιρία για αναδόμηση της
προσωπικότητας και παραμονής μακριά από τα ναρκωτικά.
5. Δημιουργία κινητής μονάδας ενημέρωσης και
πληροφόρησης γύρω από τα ναρκωτικά.
6. Έκδοση και παροχή διαφωτιστικού υλικού προς το
κοινό και διοργάνωση διαφωτιστικών και ενημερωτικών συναντήσεων με
γονείς και ενήλικες.
7. Συνεργασία με κυβερνητικές υπηρεσίες, Εκκλησία,
τοπικές αρχές αυτοδιοίκησης και παράγοντες κύρους για προώθηση των
σκοπών του κέντρου.
8. Συνεργασία και ανταλλαγή εμπειριών με παρόμοια
κέντρα του εξωτερικού που έχουν τους ίδιους στόχους.
9. Λειτουργία εκπαιδευτικών προγραμμάτων για τους
εθελοντές, ιδιαίτερα των λειτουργών εκπαίδευσης, υγείας, μέσων
μαζικής επικοινωνίας και άλλων συναφών λειτουργημάτων.
10. Παροχή οικονομικής ή άλλης βοήθειας και
υποστήριξης κάθε επιστημονικού σώματος ή συνδέσμου ή ιδρύματος με
παρόμοιους με το κέντρο σκοπούς.
11. Ενθάρρυνση και παρότρυνση κυβερνητικών ή
ιδιωτικών σωμάτων ή συνδέσμων κοινωνικής προσφοράς για την ανάληψη
σχετικών ερευνών.
12. Συλλογή και δημοσίευση δεδομένων, πληροφοριών
και νέων γνώσεων.
13. Συγκρότηση, υποστήριξη, παρακολούθηση ή
σύνδεση με έντυπα ή συνέδρια, συνδιασκέψεις και συνελεύσεις που
αποσκοπούν, άμεσα ή έμμεσα, στην προαγωγή των σκοπών του κέντρου.
14. Ίδρυση κλάδων του κέντρου σε διάφορα μέρη της
Κύπρου.
Όσον αφορά την οργανωτική δομή και λειτουργία του
ΚΕΝΘΕΑ, αυτή βασίζεται στις εξής αρχές:
1. Αυτοδιοίκηση, αυτοχρηματοδότηση, αυτοδιαχείριση.
2. Επιλογή αποκεντρωτικού προτύπου παρέμβασης.
3. Εθελοντική ενεργή συμμετοχή στο σχεδιασμό και
στην υλοποίηση δραστηριοτήτων.
4. Κατανομή εξουσίας, εκχώρηση αρμοδιοτήτων.
5. Αλληλεπίδραση, ανοιχτή επικοινωνία ομάδων
κοινότητας.
6. Εκμάθηση τεχνικών επίλυσης προβλημάτων σε
προσωπικό και κοινοτικό επίπεδο.
7. Αυτοβοήθεια, προσωπική και κοινωνική ανάπτυξη.
Ο πρόεδρος της οργάνωσης σημείωσε τις διάφορες πτυχές
του προβλήματος, ως ακολούθως:
· Το πρόβλημα της διάδοσης και χρήσης ουσιών
εξάρτησης αυξάνεται και επηρεάζει όλο και περισσότερους νέους
ανθρώπους. Η διάδοση και χρήση ουσιών γίνεται κατά πανομοιότυπο τρόπο
σε ολόκληρη την Κύπρο.
· Παρατηρείται συνεχής μείωση της ηλικίας έναρξης
χρήσης παράνομων ουσιών εξάρτησης.
· Παρατηρείται σταδιακά ταυτόχρονη κατάχρηση
πολλών ουσιών, νόμιμων και παράνομων, κατάσταση γνωστή ως
“πολυναρκομανία”.
· Η “επιδημία της ηρωίνης” βρίσκεται σε έξαρση και
η γενίκευση της χρήσης του χαπιού “έκστασι” για σκοπούς διασκέδασης
αποτελεί σοβαρό κίνδυνο διάδοσης των εξαρτησιογόνων ουσιών.
Βασικός στόχος παραμένει η ανάπτυξη εξειδικευμένων
προγραμμάτων πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς πρόληψης. Σε
σχέση με την κατάχρηση ηρωίνης, επισημαίνεται η ανάγκη προώθησης
προγραμμάτων μείωσης της βλάβης, ένας τομέας για τον οποίο καμιά ενέργεια
δεν έγινε μέχρι σήμερα.
Ο πρόεδρος του ΚΕΝΘΕΑ, κάνοντας ακολούθως αναφορά σε
δύο μεγάλες επιδημιολογικές έρευνες ανάμεσα στο γενικό πληθυσμό και στο
μαθητικό πληθυσμό, σημείωσε τα ακόλουθα:
· Η πρώτη έρευνα έγινε το 1999 από το ΚΕΝΘΕΑ και
τις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας του Υπουργείου Υγείας με δείγμα 1 500
ατόμων σε πληθυσμό ηλικίας 15-60 χρόνων και κατέδειξε ότι ποσοστό 5%
του πληθυσμού είχε κάνει, έστω και μια φορά στη ζωή του, χρήση
παράνομων ουσιών εξάρτησης.
· Η δεύτερη έρευνα έγινε το 2003 από το ΚΕΝΘΕΑ στα
πλαίσια δικοινοτικού προγράμματος με δείγμα 1 000 ατόμων σε πληθυσμό
ηλικίας 15-60 χρόνων και κατέδειξε ότι ποσοστό 19% του πληθυσμού είχε
κάνει, έστω και μια φορά στη ζωή του, χρήση παράνομων ουσιών
εξάρτησης, παρατηρείται δηλαδή τετραπλασιασμός της χρήσης κατά τα
τελευταία δύο χρόνια.
Τα έτη 1995, 1999 και 2003 σε δείγμα 2 500 ατόμων
ηλικίας 14-18 χρονών διενεργήθηκε η ευρωπαϊκή σχολική έρευνα για το
αλκοόλ και άλλα ναρκωτικά. Η έρευνα αυτή του ΚΕΝΘΕΑ, σε συνεργασία με το
Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, επαναλαμβάνεται κάθε τέσσερα χρόνια.
Για τις πρώτες δύο έρευνες τα στοιχεία δείχνουν ότι ένα ποσοστό των
μαθητών γύρω στο 2% έχει κάνει έστω και μια φορά χρήση παράνομης ουσίας
εξάρτησης. Τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας που έγινε πριν από ένα
μήνα αναμένονται.
Καταλήγοντας έκανε αναφορά στα αναγκαία μέσα
για επίλυση του προβλήματος, σημειώνοντας ότι ένα κράτος, για να μπορεί
να λάβει σωστά μέτρα πρόληψης, πρέπει πρώτα να μελετήσει και να
κατανοήσει το πρόβλημα, κατά δεύτερο λόγο να δημιουργήσει νομοθετικό
υπόβαθρο και τέλος οργάνωση του αγώνα σε όλες του τις πτυχές για χάραξη
εθνικής στρατηγικής και εφαρμογής της.
Τέλος, ο πρόεδρος του ΚΕΝΘΕΑ κατέθεσε τις
προτάσεις της οργάνωσης για επίτευξη αποτελεσματικής πρόληψης,
αναφέροντας και πάλι την ανάγκη διαμόρφωσης εθνικής στρατηγικής, γεγονός
που, σύμφωνα με τον ίδιο, αποτελεί καθήκον του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου
και της κυβέρνησης.
Οι προτάσεις αυτές έχουν ως ακολούθως:
· Το Αντιναρκωτικό Συμβούλιο να αλλάξει ριζικά
δομή και να γίνει ένα καθαρά επιστημονικό σώμα. Τα μέλη του να είναι
διακεκριμένοι επιστήμονες με ανάλογο υπόβαθρο, με δημοσιεύσεις, με
πείρα και ιδιαίτερη προσφορά στο αντικείμενο της πρόληψης. Το σώμα
αυτό να είναι ευλύγιστο και ολιγομελές, με πέντε άτομα τα οποία να
τεθούν επικεφαλής πέντε επιστημονικών επιτροπών.
· Η σχέση του κράτους με το Αντιναρκωτικό
Συμβούλιο να είναι η ίδια με αυτή του Οργανισμού Νεολαίας σε σχέση με
το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως. Αν η κυβέρνηση θέλει να
έχει άμεση σχέση, παρ’ όλο που παραβιάζεται ο όρος της
επιστημονικότητας, πρόεδρος μπορεί να παραμείνει ο Υπουργός Υγείας ή
να διοριστεί από το Υπουργικό Συμβούλιο άλλος επιστήμονας ως
εκπρόσωπος του Υπουργού Υγείας από τον ιδιωτικό τομέα ή με απόσπαση
από το δημόσιο τομέα.
· Τα υπουργεία να εκπροσωπούνται όσον αφορά το
θέμα των ναρκωτικών σε επίπεδο υπουργών, όταν χρειάζεται λήψη
πολιτικών αποφάσεων και προώθηση πολιτικής με την έγκριση
προϋπολογισμών και προγραμμάτων πρόληψης.
· Να συσταθεί υπουργική επιτροπή από τα
εμπλεκόμενα υπουργεία με πρόεδρο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Αντιναρκωτικό Συμβούλιο
Καταθέτοντας ενώπιον της επιτροπής, οι εκπρόσωποι του
Αντιναρκωτικού Συμβουλίου υποστήριξαν ότι υπήρξε πολύ μεγάλη αδυναμία στη
λειτουργία του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου από τον καιρό της σύστασής του
και για όλα τα χρόνια λειτουργίας του. Το κέντρο ήταν στελεχωμένο για
πολλά χρόνια με τρεις μόνο λειτουργούς, καθ’ ην στιγμή δεν ακολουθούνταν
καμιά εθνική στρατηγική καταπολέμησης του προβλήματος.
Σημειώνεται ότι στο στάδιο που οι πιο πάνω εκπρόσωποι
κατέθεσαν τις πιο πάνω θέσεις στην επιτροπή ετύγχανε επεξεργασίας σχέδιο
για μείωση της ζήτησης και της προσφοράς, αναμενόταν δε σύμβουλος από την
Ευρωπαϊκή Ένωση με τη συνδρομή του οποίου το σχέδιο αυτό θα
ολοκληρωνόταν.* Στο ενδιάμεσο στάδιο και μέχρι την έγκριση και έναρξη της
υλοποίησης της εθνικής στρατηγικής για καταπολέμηση των ναρκωτικών έγινε
επεξεργασία ενδιάμεσων μέτρων με στόχο την άμεση υλοποίησή τους, τα οποία
κατατέθηκαν ενημερωτικά στην επιτροπή.
Όσον αφορά τη στελέχωση του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου,
σύμφωνα με τα όσα κατατέθηκαν, από μελέτες διεφάνη η ανάγκη πρόσληψης
τριών λειτουργών που να υποστηρίζουν το έργο των επιστημονικών λειτουργών
του και η ανάγκη λειτουργίας κέντρου τεκμηρίων και πληροφόρησης με άλλη
στελέχωση, το οποίο θα έπρεπε να είχε λειτουργήσει από την 1η Ιανουαρίου
2003*.
Συναφώς, οι εκπρόσωποι του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου
ανέφεραν ότι οι κατά καιρούς παρατηρηθείσες ελλείψεις επιρρίφθηκαν στο
Αντιναρκωτικό Συμβούλιο, ουσιαστικά όμως η μη υλοποίηση των στόχων του
συμβουλίου αποτελεί ευθύνη άλλων. Όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν, ακόμη και
η υλοποίηση της λειτουργίας κρατικού κέντρου αποτοξίνωσης καθυστέρησε,
παρά το ότι η απόφαση είχε ληφθεί από καιρό.
ΕΜΠΟΡΙΑ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ
Στην παρούσα φάση της όλης συζήτησης η επιτροπή
εξέτασε την ειδικότερη πτυχή του θέματος που αφορά την εμπορία παράνομων
ναρκωτικών ουσιών.
Στη φάση αυτή η επιτροπή κάλεσε ενώπιόν της τον
Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως κ. Δώρο Θεοδώρου, την υπεύθυνη
της Μονάδας Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης (ΜΟΚΑΣ) κ. Εύα
Παπακυριακού, καθώς και εκπρόσωπο της Υπηρεσίας Καταπολέμησης Ναρκωτικών
(ΥΚΑΝ), οι οποίοι κατέθεσαν τις θέσεις τους για το ειδικό αυτό ζήτημα ως
ακολούθως:
Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως
Καταθέτοντας ενώπιον της επιτροπής, ο Υπουργός
Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως τόνισε και πάλι ότι η κυπριακή κοινωνία,
όταν έπρεπε να είχε αντιδράσει προληπτικά, όταν δηλαδή το πρόβλημα ήταν
στα σπάργανά του, υποτίμησε τις προεκτάσεις του και δεν έπραξε ό,τι
έπρεπε να είχε πράξει, με αποτέλεσμα να υπάρχει σήμερα μια κατάσταση που
δύσκολα μπορεί να αντιμετωπιστεί.
Ο αρμόδιος υπουργός κατέθεσε ειδικότερα ότι οι έμποροι
ναρκωτικών είναι γνωστοί στην αστυνομία με τα ονόματά τους (όλοι έχουν
φάκελο και ποινικό μητρώο). Οι άνθρωποι αυτοί, σύμφωνα με τον υπουργό,
κάνουν τη δουλειά τους, κατά τρόπο που οι ίδιοι να μη φαίνονται και
χρησιμοποιούν ό,τι έχει να επιδείξει και να προσφέρει η σύγχρονη
τεχνολογία προς περιφρούρηση της παράνομης δραστηριότητάς τους. Ο
υπουργός παρέθεσε διάφορα παραδείγματα σχετικά με τους τρόπους που οι
έμποροι ναρκωτικών μετέρχονται, για να διοχετεύσουν τα ναρκωτικά, από την
περιγραφή των οποίων διαπιστώνεται ότι οι έμποροι με κανένα τρόπο δεν
έρχονται σε επαφή με το ναρκωτικό, αλλά η πλειοψηφία των μεταφορών
γίνεται με βαποράκια και με χρήστες.
Συναφώς, ο υπουργός έθεσε για προβληματισμό το ζήτημα
κατά πόσο η χρήση ναρκωτικών είναι δυνατό να αποποινικοποιηθεί, δεδομένου
του γεγονότος ότι μετά βεβαιότητας και αποδεδειγμένα ο χρήστης
χρησιμοποιείται ως μεταφορέας ναρκωτικών. Αναφέρθηκε επίσης στο νομικό
πλαίσιο κάτω από το οποίο κινούνται οι δικαστικές αρχές και πιο ειδικά
στο πλαίσιο του δικαίου της απόδειξης, που, όπως δήλωσε στην τότε φάση
συζήτησης, δεν είναι υποβοηθητικό στο έργο της αστυνομίας. Όπως τόνισε, η
αστυνομία δεν μπορεί να προχωρήσει προς την ορθή κατεύθυνση χωρίς
τροποποίηση του δικαίου της απόδειξης*. Το πεπαλαιωμένο αποδεικτικό
δίκαιο, σύμφωνα με τον αρμόδιο υπουργό, δημιούργησε ένα καθεστώς
εξόφθαλμα ετεροβαρές υπέρ των υπόπτων, με αποτέλεσμα η αστυνομία να
αισθάνεται ότι της έχει ανατεθεί έργο χωρίς τα αναγκαία εργαλεία.
Όσον αφορά το ενδεχόμενο εμπορίας ναρκωτικών από τα
κατεχόμενα, ο αρμόδιος υπουργός τόνισε ότι εμπορία ναρκωτικών δε γίνεται
μόνο από εκεί, αλλά και από άλλες χώρες, όπως την Ελλάδα, τη Βουλγαρία,
τη Μεγάλη Βρετανία κ.ά. Δεν υπάρχει αμφιβολία, κατά τον αρμόδιο υπουργό,
ότι, με βάση ενδείξεις που υπάρχουν (τις συλλήψεις που έγιναν, τις
ποσότητες που πήρε η αστυνομία), η εμπορία είναι αυξημένη μετά το άνοιγμα
των διόδων. Για το λόγο αυτό η αστυνομία δραστηριοποιείται προς την
κατεύθυνση διενέργειας εντατικότερου ελέγχου στα οδοφράγματα, παρά το ότι
είναι αναγκαία αριθμητικά μεγαλύτερη δύναμη για σωστό έλεγχο όσον αφορά
λαθρομετανάστες και ναρκωτικά, αφού το ένα τρίτο της αστυνομίας ασκεί
καθήκοντα μη αστυνομικής φύσεως.
Όσον αφορά το θέμα της διαπλοκής και διαφθοράς μελών
της αστυνομίας, ο αρμόδιος υπουργός δήλωσε ότι προς αντιμετώπισή του
προωθείται σχετικό νομοσχέδιο για το συμβούλιο εσωτερικού ελέγχου της
αστυνομίας, το οποίο εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο ως προσχέδιο
νόμου και κατατέθηκε στη Νομική Υπηρεσία για νομοτεχνικό έλεγχο.
Υπηρεσία Καταπολέμησης Ναρκωτικών (ΥΚΑΝ)
Ο διοικητής της ΥΚΑΝ δήλωσε ότι έγιναν κάποιες
συλλήψεις εμπόρων ναρκωτικών, επειδή όμως η πράξη της εμπορίας δεν
προβλεπόταν μέχρι προ τινός στο νόμο και οι μεγάλες ποσότητες δε
λογίζονταν ως τεκμήριο για εμπορία ναρκωτικών, τα άτομα αυτά δυστυχώς
καταδικάσθηκαν μόνο για κατοχή.
Όσον αφορά το εμπόριο ναρκωτικών από τα κατεχόμενα, με
το άνοιγμα των διόδων έχει παρατηρηθεί μια σχετική αύξηση στις υποθέσεις
στις οποίες ενέχονται Τουρκοκύπριοι και στην κατοχή των οποίων βρέθηκαν
ναρκωτικά.
Ο διοικητής της ΥΚΑΝ δεν αρνήθηκε ότι η εισαγωγή
ναρκωτικών από τα κατεχόμενα γινόταν και παλαιότερα, παρά ταύτα είναι η
άποψή του ότι κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί μετά βεβαιότητας ότι η
είσοδος των ναρκωτικών στις ελεύθερες περιοχές από τα κατεχόμενα γίνεται
από τις διόδους εισόδου. Ο κάθε έμπορος ή ο κάθε μεταφορέας ναρκωτικών,
επισήμανε, γνωρίζοντας ότι μπορεί να υποστεί τον έλεγχο που γίνεται στα
οδοφράγματα από μέλη της ΥΚΑΝ, σε συνεργασία με άλλες κρατικές υπηρεσίες,
όπως είναι το τελωνείο, και γνωρίζοντας ότι αντιμετωπίζει τον κίνδυνο
σύλληψης, χρησιμοποιεί άλλες διόδους οι οποίες ελέγχονται μεν από την
ΥΚΑΝ και την αστυνομία, αλλά ελέγχονται περιοδικά, λόγω του μεγάλου
μήκους της γραμμής αντιπαράταξης. Συναφώς από την πλευρά του ο αρμόδιος
υπουργός δεν αρνήθηκε ότι υπάρχει κάποια αδυναμία συστηματικού ελέγχου,
υποστήριξε όμως ότι καταβάλλεται κάθε προσπάθεια, ούτως ώστε οι
επικίνδυνες περιοχές να ελέγχονται.
Μονάδα Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης (ΜΟΚΑΣ)
Η εκπρόσωπος της ΜΟΚΑΣ κ. Παπακυριακού δήλωσε ότι η
νομοθεσία για τη συγκάλυψη, έρευνα και δήμευση εσόδων από παράνομες
πράξεις περιλαμβάνει πολύ χρήσιμες και δυνατές πρόνοιες, που σκοπό έχουν
να αποστερήσουν πρόσωπα από έσοδα από τέτοιες πράξεις και που αποτελούν
πρόσθετο τιμωρητικό μέτρο πέραν των κλασικών κυρώσεων.
Σύμφωνα με την εκπρόσωπο της ΜΟΚΑΣ, αναγνωρίζεται η
σοβαρότητα των αδικημάτων της φύσεως αυτής, αλλά οι μέχρι τώρα υποθέσεις
που ήχθησαν ενώπιον των δικαστηρίων αφορούσαν χρήστες ναρκωτικών,
υποθέσεις δηλαδή για τις οποίες δεν υπάρχει μαρτυρία δημιουργίας εσόδων,
ώστε να ενεργοποιηθούν οι σχετικές πρόνοιες. Συναφείς είναι οι σχετικές
διατάξεις για την παγοποίηση περιουσιακών στοιχείων προτού ακόμη οι
υποθέσεις αχθούν ενώπιον δικαστηρίου και για τη δήμευση παράνομων
περιουσιακών στοιχείων μετά την καταδίκη, οι οποίες αποτελούν μια πολύ
καλή και αποτελεσματική διαδικασία που δίδει τα κατάλληλα όπλα στους
αρμοδίους που χειρίζονται τις υποθέσεις στο δικαστήριο. Σύμφωνα με την
ίδια εκπρόσωπο, τέτοιες διατάξεις δεν έχουν μέχρι στιγμής ενεργοποιηθεί
σε σχέση με υποθέσεις χρηστών.
Αναλύοντας τη διαδικασία που ακολουθείται από τη ΜΟΚΑΣ
σε ανάλογες περιπτώσεις, η εκπρόσωπός της δήλωσε ότι υπάρχει άριστη
συνεργασία με την αστυνομία και ότι έχει οριστεί αρμόδιος λειτουργός της
ΜΟΚΑΣ στον οποίο απευθύνονται οι ανακριτές στο αρχικό στάδιο των
ανακρίσεων, ώστε να εκδίδονται διατάγματα αποκάλυψης περιουσιακών
στοιχείων, όπου αυτό δικαιολογείται από τη φύση της υπόθεσης.
Με την πρόσφατη εισαγωγή νομοθετικής διάταξης περί του
τεκμηρίου κατοχής ναρκωτικών, με βάση το οποίο, όταν συλλαμβάνεται
κάποιος, τεκμαίρεται η εμπορία συγκεκριμένων ποσοτήτων, αναμένεται
περαιτέρω πρόοδος όσον αφορά την προσπάθεια καταπολέμησης της εμπορίας
ναρκωτικών.
Η ίδια εκπρόσωπος αναφέρθηκε επίσης στο θέμα της
καταπολέμησης του ξεπλύματος βρόμικου χρήματος (ενδεχομένως από εμπορία
ναρκωτικών) δηλώνοντας ότι υπάρχει πάρα πολύ καλή συνεργασία με όλες τις
αντίστοιχες μονάδες των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τονίζοντας
ότι μόνο με τη διεθνή συνεργασία μπορεί να καταπολεμηθεί το πρόβλημα. Με
ορισμένες χώρες, όπως, για παράδειγμα με το Βέλγιο και τη Μεγάλη
Βρετανία, υπάρχουν διμερείς συμφωνίες, ενώ, επειδή υπάρχει η ευχέρεια,
βάσει του νόμου, να μη συνάπτονται τέτοιες συμφωνίες, επιτρέπεται ευρέως
η ανταλλαγή πληροφοριών. Επιπρόσθετα, η Κύπρος, μετά την ένταξή της στην
Ευρωπαϊκή Ένωση, μετέχει σε επιτροπή η οποία καθορίζει πολιτική στον
τομέα αυτό και έχει τη δυνατότητα να καταθέτει απόψεις και να ανταλλάσσει
πληροφορίες για υποθέσεις που εξετάζονται και στις οποίες έχουν εμπλοκή
ξένοι χρηματοοικονομικοί οργανισμοί.
ΕΘΝΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΑ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ
Ύστερα από την ολοκλήρωση των πιο πάνω φάσεων
συζήτησης, με την κατάθεση των θέσεων των αρμόδιων υπουργών και όλων των
εμπλεκόμενων συνδέσμων και οργανώσεων τόσο για το γενικότερο πρόβλημα όσο
και για την ειδικότερη πτυχή της εμπορίας ναρκωτικών, η επιτροπή ζήτησε
να ενημερωθεί περαιτέρω για το Σχέδιο Εθνικής Στρατηγικής για τα
Ναρκωτικά 2004-2008, το οποίο ετύγχανε ακόμα επεξεργασίας από ειδικό
σύμβουλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το οποίο μετά την οριστικοποίησή του
θα κοινοποιείτο στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.*
Η επιτροπή, σε κοινή συνεδρία της με την
Κοινοβουλευτική Επιτροπή Υγείας, που πραγματοποιήθηκε στις 6 Μαΐου 2004,
ενημερώθηκε από την τέως Υπουργό Υγείας κ. Ντίνα Ακκελίδου σε σχέση με
τις τελικές κυβερνητικές αποφάσεις όσον αφορά την Εθνική Στρατηγική για
τα Ναρκωτικά 2004-2008, καταθέτοντας τόσο το κείμενο της ίδιας της
εθνικής στρατηγικής όσο και το Σχέδιο Δράσης για τη Μείωση της Προσφοράς
ενώπιον και των δύο επιτροπών.
Όσον αφορά το ιστορικό κατάρτισης του πιο πάνω
σχεδίου, σημειώνεται ότι η Εθνική Στρατηγική για τα Ναρκωτικά για την
περίοδο 2004-2008 όπως και το Σχέδιο Δράσης για Μείωση της Προσφοράς
είχαν καταρτιστεί ως προσχέδιο από τον Ιούνιο του 2003. Η κατάρτιση του
εν λόγω προσχεδίου έγινε στη βάση υπογραφής συμφωνίας με την Ευρωπαϊκή
Ένωση (Twinning Project), με βάση την οποία, εμπειρογνώμονες από την
Ευρωπαϊκή Ένωση μελέτησαν το προσχέδιο και προέβησαν σε όλες τις
αναγκαίες τροποποιήσεις, ώστε αυτό να εναρμονίζεται πλήρως με την
αντίστοιχη ευρωπαϊκή στρατηγική.
Ειδικότερα, η πρώτη εθνική στρατηγική για τα ναρκωτικά
εκπονήθηκε και συντάχθηκε στα πλαίσια ενός προγράμματος διδυμοποίησης και
συγχρηματοδότησης της κυπριακής κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η
οποία υπογράφτηκε στις 22 Σεπτεμβρίου 2003 και υλοποιήθηκε από το
Ισπανικό Εθνικό Κέντρο για τα Ναρκωτικά μετά από επίπονη εργασία Ισπανών
και Κυπρίων εμπειρογνωμόνων. Η εφαρμογή του προγράμματος διδυμοποίησης
άρχισε στις 13 Οκτωβρίου 2003 και ως επίσημη ημερομηνία έναρξης του
προγράμματος διδυμοποίησης ορίστηκε η 13η Νοεμβρίου 2003. Οι ίδιοι
εμπειρογνώμονες συνέδραμαν στην ίδρυση ενός Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης
για τα Ναρκωτικά. Όπως ανέφερε η τέως Υπουργός Υγείας, τα κείμενα των πιο
πάνω εγκρίθηκαν από υπουργική επιτροπή και τέθηκαν ενώπιον του Προέδρου
της Δημοκρατίας για τελική έγκριση.
Η τέως Υπουργός Υγείας, ενημερώνοντας τις δύο
επιτροπές σε γενικές γραμμές για τους στόχους και τους σκοπούς της
στρατηγικής αυτής, κατέθεσε τα ακόλουθα:
Η Εθνική Στρατηγική για τα Ναρκωτικά 2004-2008 έχει ως
στόχο τη σφαιρική αντιμετώπιση του προβλήματος, όπως αυτό παρουσιάζεται
στην Κύπρο, με τη μείωση της ζήτησης και της προσφοράς. Η εθνική
στρατηγική αποτελείται από οκτώ χώρους δράσης στους οποίους θεωρείται ότι
υπάρχει χώρος προτεραιότητας για εφαρμογή παρεμβάσεων. Στους χώρους
αυτούς, που ενδεικτικά αναφέρεται ότι είναι τα σχολεία, η οικογένεια, ο
στρατός, το περιβάλλον εργασίας και άλλα, καθορίζονται οι παράμετροι
δράσης με στόχο τη μείωση της ζήτησης και της προσφοράς. Στο σχέδιο
εθνικής στρατηγικής περιλαμβάνεται επίσης ενημέρωση για το πρόβλημα στην
Κύπρο.
Η εθνική στρατηγική αποτελείται από τα ακόλουθα
κεφάλαια:
· Αρχές.
· Το φαινόμενο των ναρκωτικών στην Κύπρo.
· Μείωση της ζήτησης.
· Μείωση της προσφοράς.
· Διεθνής συνεργασία.
· Πληροφόρηση και αξιολόγηση.
· Ανθρώπινοι και οικονομικοί πόροι.
· Συντονισμός.
Ακολούθως, η τέως υπουργός έκανε αναφορά σε διάφορα
επιμέρους σημεία που άπτονται της εθνικής στρατηγικής ως ακολούθως:
1. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες αυτή τη στιγμή στην
Κύπρο τάσεις, παρουσιάζεται αύξηση του ποσοστού προσώπων που έκαναν
χρήση ναρκωτικών ουσιών για τουλάχιστο μία φορά στη ζωή τους, καθ’ ην
στιγμήν παρουσιάζεται μείωση του ορίου ηλικίας χρήσης.
2. Παρουσιάζεται αύξηση της ενδοφλέβιας χρήσης
ναρκωτικών και εξάπλωση του προβλήματος από τα αστικά κέντρα προς την
περιφέρεια.
3. Παρουσιάζεται αυξημένη ζήτηση για θεραπεία.
Υπό το φως των πιο πάνω, η κυριότερη επιδίωξη πρέπει
να είναι η πρόληψη, ιδιαίτερα σε σχέση με τις ευάλωτες ομάδες του
πληθυσμού, μέσω της δημιουργίας προγραμμάτων, τα οποία θα διαχειρίζονται
κατά τομέα αρμοδιότητας τα Υπουργεία Παιδείας και Πολιτισμού, Εργασίας
και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Υγείας, Άμυνας, καθώς και οι ημικρατικοί
οργανισμοί που έχουν μερίδιο ευθύνης στο θέμα, όπως είναι π.χ. ο
Κυπριακός Οργανισμός Αθλητισμού (ΚΟΑ). Περαιτέρω, θα πρέπει να συμπράξουν
και εθνικοί φορείς με στροφή προς τις ευάλωτες ομάδες και με στόχο να
αποκτηθούν οι δέουσες αντιστάσεις και οι άμυνες. Η πρόληψη της χρήσης
ναρκωτικών θα κινηθεί γύρω από τους πιο κάτω άξονες:
1. Την πρόληψη της χρήσης και κατάχρησης παράνομων
ουσιών με ειδική έμφαση στην ηρωίνη (ως ουσίας υψηλού κινδύνου) και
στην κάνναβη (ως ουσίας που χρησιμοποιείται πιο συχνά).
2. Την πρόληψη της χρήσης για σκοπούς ψυχαγωγίας
νόμιμων και παράνομων ουσιών, με ειδική έμφαση στα νέα συνθετικά
ναρκωτικά και στην κοκαΐνη.
3. Την πρόληψη της επικίνδυνης χρήσης νόμιμων
ναρκωτικών ουσιών, όπως το αλκοόλ και ο καπνός, και ψυχοδραστικών
ουσιών οι οποίες δημιουργούν εξάρτηση ή οδηγούν στην κατάχρηση.
Ειδική προσοχή θα δοθεί στο φαινόμενο της πολλαπλής
χρήσης και στη χρήση ναρκωτικών που σχετίζονται με προβλήματα ψυχικής
υγείας (συν-νοσηρότητα).
Οι χώροι προτεραιότητας είναι οι ακόλουθοι:
1. Τα σχολεία, για τα οποία το αρμόδιο υπουργείο
όρισε ήδη επιτροπή για εφαρμογή του μέρους της στρατηγικής που του
αναλογεί.
2. Η οικογένεια, στη βάση της χάραξης στρατηγικής
σωστής επικοινωνίας με τους νέους.
3. Ο στρατός, όπου τα προγράμματα πρόληψης θα
εστιάζονται στην προαγωγή υγιών και δημιουργικών στάσεων και μορφών
ψυχαγωγίας για τους στρατιώτες και όπου θα εφαρμοστούν συγκεκριμένες
δράσεις, απευθυνόμενες στο στρατιωτικό προσωπικό που κάνει χρήση
ναρκωτικών.
4. Το περιβάλλον εργασίας, όπου οι δράσεις
πρόληψης θα εστιάζονται έντονα σε όλα τα ναρκωτικά. Ειδική προσοχή θα
δοθεί στους τομείς της παραγωγής και σε ομάδες εργαζομένων που
βρίσκονται σε περιβάλλον υψηλού κινδύνου και σε εργαζομένους των
οποίων η εργασία μπορεί να συνεπάγεται κινδύνους για άλλους (οδηγοί,
εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας, προσωπικό ασφαλείας κ.λπ.).
Επιβάλλεται η διασφάλιση της συμμετοχής και συνεργασίας των
επαγγελματικών συνδέσμων, των συνδέσμων εργοδοτών, εκπροσώπων των
συντεχνιών, υπηρεσιών ασφάλειας στο χώρο εργασίας και επαγγελματιών
στον τομέα της πρόληψης.
5. Το περιβάλλον της κοινότητας, όπου θα
ενθαρρυνθεί και θα προαχθεί η συμμετοχή και εμπλοκή όλων των θεσμών,
οργανώσεων και μελών της κοινωνίας των πολιτών, ιδιαίτερα μέσα από το
σχεδιασμό προγραμμάτων που θα πηγάζουν από τον κοινό ορισμό των
αναγκών.
6. Το περιβάλλον υγείας, όπου θα σχεδιαστούν και
θα εφαρμοστούν προγράμματα για την προαγωγή της υγείας και την
πρόληψη των βλαβερών συνηθειών και πρακτικών.
7. Το επικοινωνιακό περιβάλλον, όπου οι σχέσεις
και δράσεις με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης θα πρέπει να τύχουν
ιδιαίτερης προσοχής, αφού το κοινό θα πρέπει να ενημερώνεται
αντικειμενικά και με ακρίβεια για την πραγματικότητα, τα αποτελέσματα
και τις συνέπειες του προβλήματος των ναρκωτικών.
8. Το περιβάλλον ψυχαγωγίας, όπου θα δοθεί η
απαραίτητη προσοχή στο σχεδιασμό και στην εφαρμογή προγραμμάτων τα
οποία να στοχεύουν στο επίπεδο μείωσης της βλάβης όσον αφορά τη χρήση
ναρκωτικών για σκοπούς ψυχαγωγίας.
9. Άλλα περιβάλλοντα. Οι διάφοροι χώροι όπου
διαμένουν ή περνούν σημαντικό μέρος του χρόνου τους οι πολίτες θα
μελετηθούν μέσα από το σχεδιασμό και την εφαρμογή προγραμμάτων
πρόληψης προσαρμοσμένων στα ιδιαίτερά τους χαρακτηριστικά.
Η τέως Υπουργός Υγείας τόνισε περαιτέρω ότι η έγκριση
των “Οδηγών”, με βάση τους οποίους θα εφαρμόζονται τα διάφορα προγράμματα
και οι οποίοι περιλαμβάνουν και κριτήρια αξιολόγησης των προγραμμάτων,
είναι ιδιαίτερα σημαντική. Οι κυριότεροι στόχοι, μεταξύ άλλων
ειδικότερων, παραμένουν πάντοτε η δημιουργία συνθηκών εξάλειψης ή μείωσης
της ζήτησης, η καθυστέρηση στην έναρξη της χρήσης από πλευράς ηλικίας και
η διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των σχετικών προγραμμάτων.
Όσον αφορά το θέμα της θεραπείας και της κοινωνικής
επανένταξης, η τέως υπουργός ανέφερε ότι το Υπουργείο Υγείας μελετά
εναλλακτικούς τρόπους θεραπειών, με στόχο τη μείωση της βλάβης. Οι τρόποι
αυτοί θα στρέφονται προς τα άτομα που δεν μπορούν να απελευθερωθούν από
τη χρήση των ναρκωτικών, με στόχο τη σταδιακή απεξάρτηση για ένταξή τους
σε προγράμματα επανένταξης.
Όσον αφορά το θέμα της πληροφόρησης και της
αξιολόγησης, η τέως υπουργός αναφέρθηκε στην ανάγκη συνεργασίας με τα
μέσα μαζικής ενημέρωσης, ώστε να προβάλλεται η αξιολόγηση όλων των
προγραμμάτων.
Τέλος, όσον αφορά συγκεκριμένες δράσεις που
προνοούνται μέσα στα πλαίσια της εθνικής στρατηγικής, αυτές αφορούν
συγκεκριμένα και εξειδικευμένα μέτρα, τα οποία θα διαχειρίζεται ο
αρμόδιος για τον τομέα φορέας, μεταξύ των οποίων είναι, για παράδειγμα, η
λειτουργία κινητών εργαστηρίων για αναλύσεις, η εφαρμογή της μεθόδου
ανταλλαγής συρίγγων, η δωρεάν παροχή νερού στους χρήστες, η εισαγωγή
φαρμάκων ανταγωνιστών των ναρκωτικών ουσιών, ο δωρεάν εργαστηριακός
έλεγχος των χρηστών για σεξουαλικά μεταδιδόμενες νόσους, η διεθνής
συνεργασία με άλλους οργανισμούς, η συνεργασία με τα μέσα μαζικής
ενημέρωσης κ.ά.
Το σημαντικότερο σχέδιο δράσης, το οποίο αφορά τη
μείωση της προσφοράς, προγραμματίζεται να συζητηθεί και να αρχίσει να
υλοποιείται σε συνεργασία με την αστυνομία.
Τα σχέδια δράσης κάθε οργανισμού είναι πολύ σημαντικά
για την υλοποίηση της όλης πολιτικής. Θα πρέπει να τονιστεί δε ότι η
Ευρώπη έχει καθιερώσει ένα γενικό σχέδιο δράσης με γενικά
χρονοδιαγράμματα. Η απόφαση της αρμόδιας υπουργικής επιτροπής για την
περίπτωση της Κύπρου είναι ότι τα σχέδια δράσης θα συζητηθούν σε
λεπτομέρεια και θα κοστολογηθούν.
Τέλος, όσον αφορά τη σύνθεση του Αντιναρκωτικού
Συμβουλίου, με βάση νομοσχέδιο το οποίο ψηφίστηκε από τη Βουλή σε νόμο,
παρεσχέθη η ευελιξία στο συμβούλιο να λειτουργεί και να αποφασίζει,
στελεχωμένο πλέον με επιστημονικό και όχι με δημοσιοϋπαλληλικό προσωπικό.
Το συμβούλιο απαρτίζεται από τέσσερα στελέχη που θα προέρχονται από τον
ιδιωτικό τομέα και τρία στελέχη από το δημόσιο τομέα. Τα προσόντα των
επιστημονικών στελεχών είναι η εμπειρία και η εμπλοκή των μελών σε θέματα
ναρκωτικών, καθώς και η κοινωνική τους προσφορά. Η πρόβλεψη ότι το
συμβούλιο πρέπει να απαρτίζεται από μέλη που να προέρχονται από τον
ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα δεν είναι δεσμευτική, ώστε να υπάρχει
ευελιξία και διακριτική ευχέρεια, για να κρίνεται ανάλογα και ο αρμόδιος
υπουργός. Η πρόθεση είναι να υπάρχει ένα δίκτυο κοινωνικής εμπλοκής με
διάφορους τομείς, κάτω όμως από μια ομπρέλα, οι οποίοι να μην
καθορίζονται αυστηρά στο νόμο.
Η σύνθεση του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και
Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά και την Τοξικομανία (ΕΚΤΕΠΝ) έχει ήδη
συμπληρωθεί με την πρόσληψη προσωπικού το οποίο έχει εκπαιδευθεί ειδικά.
Το κέντρο αυτό υπάγεται διοικητικά στο Αντιναρκωτικό Συμβούλιο, αλλά με
χαλαρή σύνδεση. Η δομή του είναι τριμελής και σκοπός του είναι να
καταγράφει πληροφορίες και να τις αξιολογεί για θέματα προσφοράς και
ζήτησης, καθώς και μείωσης της ζήτησης, ως επίσης και για θέματα διεθνούς
συνεργασίας.
Όσον αφορά την ανάγκη συντονισμού όλων των υπηρεσιών
που εμπλέκονται στην Εθνική Στρατηγική για τα Ναρκωτικά γίνεται
προσπάθεια για την καθίδρυση επιτροπής ελέγχου, παρά το γεγονός ότι, όταν
ενισχυθεί η γραμματεία αυτή, θα παρακολουθεί και θα θέτει στοιχεία
ενώπιον του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου και της αρμόδιας υπουργικής
επιτροπής.
ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ
ΚΑΤΑΣΤΟΛΗΣ
(Β΄ φάση συζήτησης που καλύπτει την παρούσα κατάσταση)
Σε συνεδρία της που πραγματοποιήθηκε στις 9
Φεβρουαρίου 2005 η επιτροπή αποφάσισε ότι λόγω του ότι είναι δυνατό να
υπάρχουν νέες εξελίξεις σε σχέση με τις διάφορες πτυχές του θέματος θα
ήταν σκόπιμο να κληθούν εκ νέου οι αρμόδιοι υπουργοί για ενημέρωση επί
του θέματος. Συναφώς, σε συνεδρία της επιτροπής, που πραγματοποιήθηκε
στις 22 Φεβρουαρίου 2005, κλήθηκαν ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας
Τάξεως κ. Δώρος Θεοδώρου και ο Υπουργός Υγείας κ. Ανδρέας Γαβριηλίδης,
υπό τη διπλή του ιδιότητα και ως πρόεδρος του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου,
για να καταθέσουν τα δεδομένα που αφορούν τη σημερινή πραγματικότητα στον
τομέα της πρόληψης και της καταστολής.
Η επιτροπή ζήτησε να ενημερωθεί ειδικότερα για τη
σημερινή κατάσταση σε σχέση με υποθέσεις εμπορίας και χρήσης ναρκωτικών,
για το βαθμό συνεργασίας της αστυνομίας με το Αντιναρκωτικό Συμβούλιο και
με άλλους αρμόδιους φορείς, για τα προγράμματα που το Υπουργείο Υγείας
εφαρμόζει σε σχέση με τη θεραπεία και επανένταξη και τέλος για τον τρόπο
λειτουργίας του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου υπό τη νέα του δομή.
Υπουργός Υγείας και πρόεδρος Αντιναρκωτικού Συμβουλίου
Ο Υπουργός Υγείας κ. Ανδρέας Γαβριηλίδης, υπό τη διπλή
του ιδιότητα ως πρόεδρος του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου, ενημερώνοντας την
επιτροπή σε σχέση με τη δραστηριότητα του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου κατά
τα τελευταία δύο χρόνια και γενικότερα για το έργο του Υπουργείου Υγείας
στον τομέα της απεξάρτησης και κοινωνικής επανένταξης των χρηστών,
κατέθεσε τα ακόλουθα:
Με τη λειτουργία του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου
ξεκίνησε ουσιαστικά και η επίσημη συντονισμένη, συλλογική, οργανωμένη και
σε πλήρη διάταξη των δυνάμεων του κράτους και του ιδιωτικού τομέα
προσπάθεια αντιμετώπισης της κατάστασης. Πιο συγκεκριμένα όμως, η
προσπάθεια αυτή ενισχύθηκε με την ίδρυση και λειτουργία του Εθνικού
Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά και την Τοξικομανία
(ΕΚΤΕΠΝ) και την τροποποίηση της σύνθεσης του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου,
ώστε σ’ αυτό να μετέχουν άτομα υπό την προσωπική τους ιδιότητα, τα οποία
να είναι γνώστες και να σχετίζονται άμεσα με το αντικείμενό τους, με
στόχο την αποδοτικότερη λειτουργία του.
Συναφώς, το Αντιναρκωτικό Συμβούλιο εξέδωσε οδηγίες
προληπτικών προγραμμάτων και από το 2003 και εντεύθεν ολοκληρώνει τα
προγράμματα εθνικής στρατηγικής και σε γενική μορφή τα σχέδια δράσης για
τη μείωση της ζήτησης και της προσφοράς, τα οποία καλύπτουν την περίοδο
2004 μέχρι 2008.
Στη συνέχεια στελεχώθηκε το ΕΚΤΕΠΝ, το οποίο εξέδωσε
την πρώτη του έκθεση για το 2003, στην οποία παρουσιάζονται πολλά
ενημερωτικά στοιχεία γύρω από την κατάσταση που επικρατεί στην Κύπρο. Το
κέντρο αυτό προώθησε επίσης εκστρατείες διαφώτισης, με στόχο την
αντικειμενική πληροφόρηση των νέων για την κακή επίδραση στην υγεία από
τη χρήση των ναρκωτικών, καθώς και για το πρόγραμμα διδυμοποίησης με την
Ισπανία και την Ελλάδα.
Το κέντρο προσφέρει επίσης οικονομική βοήθεια σε μη
κυβερνητικούς οργανισμούς και εκδίδει οδηγό για τα μέσα μαζικής
ενημέρωσης με τα οποία συνεργάζεται στενά, καθώς και με τις αρμόδιες
υπηρεσίες των εμπλεκόμενων Υπουργείων Υγείας, Δικαιοσύνης και Δημοσίας
Τάξεως, Παιδείας και Πολιτισμού, Άμυνας και Εργασίας και Κοινωνικών
Ασφαλίσεων και ως συντονιστικό σώμα συντονίζει το έργο των μη
κυβερνητικών οργάνων.
Ο πρόεδρος του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου τόνισε
περαιτέρω ότι η προσπάθεια που έχει καταβληθεί και θα συνεχίσει να
καταβάλλεται απ’ όλους τους εμπλεκομένους είναι εμφανής τόσο από τα
δεδομένα όσο και από τα αποτελέσματα που παρουσιάζονται. Είναι εμφανής η
ευαισθητοποίηση γύρω από το πολυδιάστατο πρόβλημα των ναρκωτικών, αλλά
ταυτόχρονα έχει γίνει συνείδηση ότι η επιτυχία της οποιασδήποτε
προσπάθειας εστιάζεται στην κοινή προσπάθεια και στο συντονισμό όλων των
εμπλεκομένων.
Ο αρμόδιος υπουργός ενημέρωσε επίσης την επιτροπή για
την προσφορά των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας στον τομέα της απεξάρτησης ως
ακολούθως:
Οι Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας, στα πλαίσια της κύριας
αποστολής τους, που είναι ο σχεδιασμός και η εφαρμογή προγραμμάτων
θεραπείας, πρόληψης, εκπαίδευσης και έρευνας στον τομέα της
τοξικοεξάρτησης, έχουν παραγάγει ένα σημαντικό έργο, που επικεντρώθηκε
στην αναβάθμιση των υφιστάμενων δομών απεξάρτησης, κοινωνικής επανένταξης
και των κέντρων πρόληψης. Σήμερα λειτουργούν προγράμματα, όπως είναι το
ΘΕΜΕΑ (Θεραπευτική Μονάδα Εξάρτησης Ατόμων), ο ΠΕΡΣΕΑΣ (κέντρο
δευτερογενούς πρόληψης), ο ΤΟΞΟΤΗΣ (κέντρο υποδοχής τοξικομανών και
συγγενών), ο ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ (συμβουλευτικό κέντρο πρόληψης που εφαρμόζει τις
νέες δομές που δημιουργήθηκαν τη χρονική περίοδο 2003-2004), η ΠΥΞΙΔΑ
(θεραπευτικό κέντρο ψυχολογικής απεξάρτησης), η ΑΝΩΣΗ (κέντρο σωματικής
αποτοξίνωσης) και η Μονάδα Ψυχολογικής Απεξάρτησης στις Ναρκωτικές Ουσίες
για Ανήλικους Χρήστες.
Τέλος, κατατέθηκαν από τον Υπουργό Υγείας στοιχεία
αξιολόγησης σε σχέση με τα προγράμματα των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας για
αντιμετώπιση του προβλήματος των ναρκωτικών. Προκύπτουν τα ακόλουθα
αναλυτικά στοιχεία σε σχέση με τα προγράμματα που εφαρμόζονται:
· ΠΕΡΣΕΑΣ (Πρωτογενής και δευτερογενής
πρόληψη-άλλα προγράμματα)
Πρόκειται για συμβουλευτικό κέντρο το οποίο
στεγάζεται στην Έγκωμη. Το κέντρο προσέφερε προγράμματα και
παρεμβάσεις προς 628 άτομα, στα πλαίσια της πρωτογενούς πρόληψης, που
περιλάμβαναν τα ακόλουθα:
Δομημένο πρόγραμμα για γονείς «Επικοινωνία στην
Οικογένεια», το οποίο παρακολούθησαν συνολικά 30 γονείς.
Βιωματικά εργαστήρια για μαθητές, τα οποία
παρακολούθησαν συνολικά 183 μαθητές.
Εκπαιδευτική ημερίδα και εργαστήριο για
κοινωνικούς λειτουργούς, την οποία παρακολούθησαν 35 λειτουργοί της
επαρχίας Λευκωσίας.
Επιμορφωτικές διαλέξεις και εργαστήρια για
γονείς και εκπαιδευτικούς, τις οποίες παρακολούθησαν συνολικά 320
άτομα.
Ενημέρωση σε φοιτητές (60 άτομα).
Κατά τη διάρκεια του 2003 το κέντρο ασχολήθηκε με
σαράντα έξι περιπτώσεις (σαράντα ένα περιστατικά και πέντε
περιστατικά που συνέχισαν τη συνεργασία από το προηγούμενο έτος) [Οι
παρεμβάσεις απευθύνονταν προς όλο το οικογενειακό και ευρύτερο
(σχολικό, κοινωνικό) σύστημα για όλες τις περιπτώσεις.]. Από αυτούς
είκοσι οκτώ έφηβοι ήταν χρήστες ουσιών, οι δεκαοκτώ παρουσίαζαν
χαρακτηριστικά υψηλού κινδύνου ως προς τη χρήση και επτά περιπτώσεις
παραπέμφθηκαν μετά από αξιολόγηση σε άλλες δομές.
Ανοικτή τηλεφωνική γραμμή 1456
Εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Ανοικτών
Τηλεφωνικών Γραμμών για τα Ναρκωτικά και το Αλκοόλ (FESAT) ως πλήρες
μέλος. Ως το μοναδικό μέλος από την Κύπρο η Ανοικτή Γραμμή δεσμεύεται
στην τήρηση εγκεκριμένων προδιαγραφών και του δεοντολογικού κώδικα
της FESAT.
· ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ
Πρόκειται για κέντρο πρόληψης και συμβουλευτικής
το οποίο στεγάζεται στο παλαιό Νοσοκομείο Λεμεσού. Το κέντρο
ανταποκρίθηκε σε αιτήματα από γονείς παιδιών για τα οποία υπήρχε
υπόνοια χρήσης τοξικών ουσιών ή σε αιτήματα χρηστών που βρίσκονται
στο στάδιο πειραματικής χρήσης και έχει προσφέρει προγράμματα σε
χρήστες για σωματική αποτοξίνωση και στη συνέχεια ψυχολογική
απεξάρτηση και έχει διοργανώσει ομάδες αυτοβοήθειας χρηστών, αλλά και
ομάδα στήριξης συγγενών. Συμπερασματικά, για το 2003 είχαν συνεργασία
με το κέντρο αυτό 130 άτομα, εκ των οποίων τα 49 αποτελούσαν νέα
περιστατικά.
ΘΕΜΕΑ
Πρόκειται για θεραπευτικό κέντρο κατά της
εξάρτησης από το αλκοόλ, το οποίο λειτουργεί στο Γενικό Νοσοκομείο
Λευκωσίας. Κατά τη χρονική περίοδο 2003 εντάχθηκαν σε προγράμματα
θεραπείας του κέντρου 108 άτομα, εκ των οποίων 60 ήταν εξαρτημένα από
το αλκοόλ και 48 από διάφορες ναρκωτικές ουσίες. Η πλειοψηφία ήταν
άντρες κατά ποσοστό 90%, ενώ οι γυναίκες ήταν μόνο 10%. Κατά τη
χρονική περίοδο Ιανουαρίου 2004 - Αυγούστου 2004 εντάχθηκαν σε
θεραπευτικά προγράμματα 46 άτομα, εκ των οποίων ποσοστό 90% είχε
πρόβλημα εξάρτησης από το αλκοόλ.
Το 2003-2004 λειτούργησε εντατικό εκπαιδευτικό
πρόγραμμα που απευθύνεται σε όλους τους λειτουργούς των
τοξικοεξαρτήσεων και έχει προσφέρει εκπαίδευση στο εξωτερικό σε
αρκετά μέλη του προσωπικού μέσω του προγράμματος Leonardo Da Vinci.
Έχει εκπαιδεύσει επίσης φοιτητές ιατρικής, ψυχολογίας, κοινωνικής
εργασίας, ιατρούς γενικής ιατρικής, γονείς, μαθητές, εθελοντές και
στελέχη της τοπικής κοινωνίας.
· ΑΝΩΣΗ
Η μονάδα λειτούργησε το Φεβρουάριο του 2004 στο
παλαιό Νοσοκομείο Λεμεσού με αριθμό δέκα κλινών. Σύμφωνα με τα
κατατεθέντα στοιχεία, η μονάδα λειτούργησε ως ακολούθως:
Σύνολο εισαγωγών: 135.
Σύνολο ατόμων: 82.
Επανεισαγωγές: 53.
Σημαντική βελτίωση, χωρίς όμως να ολοκληρώσουν το
πρόγραμμα, είχαν δεκαπέντε άτομα. πρόωρα διέκοψαν το πρόγραμμα
τριάντα εννέα άτομα. Η μονάδα άρχισε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο
Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά και την Τοξικομανία
(ΕΚΤΕΠΝ) για ενιαία τήρηση στατικών στοιχείων και αλληλοπληροφόρηση.
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟ ΣΠΙΤΙ “ΠΥΞΙΔΑ”
Το πρόγραμμα λειτουργεί στη Λευκωσία (Πάνω
Δευτερά) και είναι ένα αυτόνομο πρόγραμμα των Υπηρεσιών Ψυχικής
Υγείας. Αποτελεί μια νέα εναλλακτική δομή στον τομέα της
τοξικοεξάρτησης. Ξεκίνησε τη λειτουργία του το Νοέμβριο του 2003 και
δέχεται από τον Ιανουάριο του 2004 τα πρώτα αιτήματα για θεραπεία.
Μέχρι σήμερα αιτήθηκαν θεραπείας τριάντα άτομα.
· ΤΟΞΟΤΗΣ
Αποτελεί συμβουλευτικό κέντρο το οποίο λειτουργεί
στη Λευκωσία. Από το πρόγραμμα αυτό ζήτησαν βοήθεια συνολικά 118
άτομα με πρόβλημα εξάρτησης για τη χρονική περίοδο 2003 (70 άτομα από
παράνομες ουσίες και 48 άτομα από νόμιμες ουσίες).
Για το 2004 μέχρι τον Αύγουστο προσήλθαν και
ζήτησαν βοήθεια 112 άτομα (70 άτομα από παράνομες ουσίες και 42 άτομα
από νόμιμες ουσίες). Από το σύνολο των 112 περιπτώσεων τα νέα
περιστατικά είναι 83 (48 άτομα από παράνομες ουσίες και 35 άτομα από
νόμιμες ουσίες).
Περαιτέρω, από τα στοιχεία που προκύπτουν από την
Ετήσια Έκθεση του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα
Ναρκωτικά και την Τοξικομανία για το 2004 προκύπτει ότι λειτουργούν και
άλλα συμβουλευτικά, καθώς και θεραπευτικά κέντρα, ως ακολούθως:
· Συμβουλευτικός Σταθμός Ιδαλίου (ΚΕΝΘΕΑ).
· Συμβουλευτικός Σταθμός Λευκωσίας (ΚΕΝΘΕΑ).
· Συμβουλευτικός Σταθμός “Οδυσσέας” στη Λεμεσό
(ΚΕΝΘΕΑ).
· Συμβουλευτικός Σταθμός “Βέρα Παϊσή” στην Πάφο
(ΚΕΝΘΕΑ).
Τέλος, λειτουργούν οι ακόλουθες θεραπευτικές
κοινότητες:
· Ανοικτή Θεραπευτική Κοινότητα “Τόλμη” στη
Λευκωσία.
· Θεραπευτική Κοινότητα “Αγία Σκέπη” στη Λευκωσία
(Πολιτικό/Φιλάνι).
· Ανοιχτή Θεραπευτική Κοινότητα “ΤΟΛΜΗ” στην
Αραδίππου.
· Πρόγραμμα “ΣΤΟΠ” στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας.
· Ανοιχτή Θεραπευτική Κοινότητα “Τόλμη” στη
Λεμεσό.
Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως
Ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως,
ενημερώνοντας την επιτροπή για το θέμα της καταστολής και του ρόλου της
αστυνομίας σήμερα, δήλωσε ότι από το τέλος του 2003 και εντεύθεν έχουν
γίνει σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση της καταδίωξης, σύλληψης και
καταδίκης εμπόρων ναρκωτικών, ιδιαίτερα μετά την τροποποίηση του δικαίου
της απόδειξης. Περαιτέρω, σημείωσε ότι η αστυνομία ως σώμα έχει εφαρμόσει
σημαντικά εσωτερικά μέτρα πάταξης της διαφθοράς μελών της με τη λήψη
απόφασης για μεταθέσεις και μετακινήσεις ευθύς ως διαπιστωθούν κρούσματα
διαφθοράς ή όπου υπάρχουν ανάλογες πληροφορίες, χωρίς να αναμένεται πρώτα
η λήψη πειθαρχικών ή άλλων συναφών μέτρων. Το γεγονός αυτό υποβοήθησε
σημαντικά το έργο της αστυνομίας προς την κατεύθυνση της καταστολής.
Ο ίδιος υπουργός δήλωσε συναφώς ότι έχει επιτευχθεί
συμπαράταξη του πολίτη και της κοινωνίας γενικότερα με την αστυνομία,
γεγονός που δημιουργεί βάσιμες ελπίδες ότι έχει αποβληθεί ο φόβος που
υπήρχε για την παροχή πληροφοριών στην αστυνομία. Οι τελευταίες
επιχειρήσεις της Υπηρεσίας Καταπολέμησης Ναρκωτικών (ΥΚΑΝ) βασίστηκαν
αποκλειστικά σε σημαντικές πληροφορίες που παρασχέθηκαν στην αστυνομία
από πολίτες.
Περαιτέρω, ο υπουργός τόνισε ότι ιδιαίτερα όσον αφορά
ευαίσθητους χώρους, όπως είναι τα σχολεία, η αστυνομία έχει σημειώσει
μεγάλες επιτυχίες, οι οποίες οφείλονται σχεδόν αποκλειστικά στο ότι οι
γονείς διοχέτευσαν πληροφορίες σ’ αυτήν. Πληροφορίες δίνονται, σύμφωνα με
τον υπουργό, και από μαθητές και μάλιστα η ΥΚΑΝ έχει δημιουργήσει ένα
δίκτυο μέσα στα σχολεία, τουλάχιστον σε εκείνα που θεωρούνται υψηλού
κινδύνου, μέσα από το οποίο αναμένεται ότι θα διοχετεύονται στην
αστυνομία έγκαιρα οι ανάλογες πληροφορίες.
Τέλος, ο υπουργός επεσήμανε τα ακόλουθα ειδικότερα
σημεία, τα οποία κατά την κρίση του θα συμβάλουν στην καταστολή και στη
μείωση της προσφοράς:
· Να επιβάλλονται αυστηρότερες ποινές από τα
δικαστήρια σε σχέση με υποθέσεις εμπορίας ναρκωτικών.
· Να εξευρεθούν τρόποι κράτησης των υπόπτων για
εμπορία ναρκωτικών με διάταγμα δικαστηρίου μέχρι την εκδίκαση των
υποθέσεων. Διαφορετικά, οι ύποπτοι εξευρίσκουν τρόπους, εφόσον
αφήνονται ελεύθεροι, να συνεχίσουν τις παράνομες δραστηριότητές τους
και να μεθοδεύουν αναβολή της εκδίκασης της υπόθεσής τους.
· Να ρυθμιστεί νομοθετικά η δυνατότητα
παρακολούθησης τηλεφωνικών συνδιαλέξεων μεγαλεμπόρων ναρκωτικών.
· Να μελετηθεί το ενδεχόμενο απόσπασης ορισμένων
λειτουργών της Νομικής Υπηρεσίας αποκλειστικά σε υποθέσεις
ναρκωτικών, ώστε να υπάρξει εξειδίκευση και συνέχεια και να μη
χάνεται πολύτιμος χρόνος.
Ακολούθως, ο υπουργός αναφέρθηκε σε άλλες ειδικότερες
πτυχές αρμοδιότητας του υπουργείου του, τονίζοντας, μεταξύ άλλων, τα
ακόλουθα:
Η ΥΚΑΝ δεν αποτελεί μόνο μια υπηρεσία καταστολής, αλλά
και μια υπηρεσία που ασχολείται με την καθοδήγηση, τη διαφώτιση και την
προστασία. Συναφώς, η υπηρεσία δίδει διαλέξεις σε σχολεία, συλλόγους,
δήμους και κοινότητες κατόπιν προσκλήσεως.
Όσον αφορά υποθέσεις χρήσης ναρκωτικών, η υπηρεσία
βοηθά και καθοδηγεί τους χρήστες και συνεργάζεται με τους γονείς, με
στόχο να σώσει τα παιδιά που εμπλέκονται στο κύκλωμα.
Όσον αφορά τις φυλακές, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός
χρηστών, πέραν του μισού πληθυσμού, γεγονός που ανησυχεί την αστυνομία
και την έχει κινητοποιήσει προς διάφορες κατευθύνσεις. Συναφώς, υπάρχουν
δύο αστυνομικοί σκύλοι ειδικευμένοι στην ανίχνευση ναρκωτικών,
διενεργείται έλεγχος ούρων, ελέγχεται το Κέντρο Εξωιδρυματικής
Απασχόλησης (ΚΕΑ) για το ενδεχόμενο διοχέτευσης ναρκωτικών στις φυλακές,
έχουν αυξηθεί οι έλεγχοι στην είσοδο για το ενδεχόμενο ύπαρξης
διεφθαρμένων δεσμοφυλάκων και τέλος γίνεται συνεχής ανακατανομή του
προσωπικού στις εισόδους, ώστε να αντιμετωπίζεται το πρόβλημα εισαγωγής
των ναρκωτικών στις φυλακές.
Ο υπουργός έθεσε επίσης το ζήτημα της ορθής
αντιμετώπισης των χρηστών στις φυλακές, τονίζοντας ότι πρέπει να
υποβοηθηθούν να απεξαρτηθούν και ότι τα σχέδια πολυδύναμου κέντρου για
θεραπεία τέτοιων καταστάσεων αλλά και των ψυχικά ασθενών στις φυλακές
εκκρεμούν από το 1997. Συναφώς, δήλωσε ότι εντός του 2005 θα λειτουργήσει
ειδική μονάδα για τις περιπτώσεις αυτές, η οποία έχει τύχει ήδη της
έγκρισης του Υπουργού Οικονομικών και ότι οι διαδικασίες βρίσκονται στο
στάδιο της επιλογής του κατάλληλου χώρου που θα στεγάσει τη μονάδα αυτή.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης τέθηκε τέλος το ζήτημα
της κατάστασης που επικρατεί στο στράτευμα και κατά πόσο έχουν υπάρξει
κρούσματα στην Εθνική Φρουρά. Συναφώς, ο υπουργός διαβεβαίωσε ότι έχει
καθοριστεί ομάδα η οποία ασχολείται αποκλειστικά με τη συλλογή
πληροφοριών για το θέμα απ’ όλα τα στρατόπεδα σε συνεργασία με τους
διοικητές των μονάδων και άλλους αξιωματικούς και σε στενή επαφή με το
Δεύτερο Επιτελικό Γραφείο του ΓΕΕΦ για διερεύνηση όλων των πληροφοριών.
Σύμφωνα με τον υπουργό, τα περιστατικά χρήσης ναρκωτικών στο στράτευμα
θεωρούνται ακόμη λίγα. Η Εθνική Φρουρά έχει στις τάξεις της μόνο χρήστες
ναρκωτικών, αλλά το κράτος δεν εφησυχάζει. Συναφώς, στο σχέδιο δράσης της
εθνικής στρατηγικής έχει περιληφθεί και το στράτευμα, οι συγκεκριμένες δε
δράσεις θα υλοποιηθούν σε συνεργασία με το Υπουργείο Άμυνας, το Υπουργείο
Υγείας, το Αντιναρκωτικό Συμβούλιο και τον Οργανισμό Νεολαίας πάνω σε
οργανωμένη βάση με στόχο την πρόληψη.
Διαπιστώσεις-Συμπεράσματα
H Κοινοβουλευτική Επιτροπή για την Εγκληματικότητα,
υπό το φως όλων των θέσεων και απόψεων που εκφράστηκαν ενώπιόν της καθ’
όλη τη διάρκεια της συζήτησης του θέματος «Εμπορία, χρήση ναρκωτικών και
τρόποι αντιμετώπισης», διαπιστώνει ότι υπήρξε γενική παραδοχή από τους
αρμόδιους υπουργούς που κλήθηκαν ενώπιόν της, όπως και εκ μέρους των
εκπροσώπων όλων των εμπλεκόμενων συνδέσμων και οργανώσεων, ότι τα
ναρκωτικά αποτελούν σήμερα για την κυπριακή κοινωνία ένα από τα
σοβαρότερα προβλήματα, το οποίο απειλεί όλο και συχνότερα τις νεαρότερες
ηλικίες.
Η επιτροπή κρίνει ότι τα ναρκωτικά αποτελούν σήμερα
μέγα πρόβλημα παγκόσμιας εμβέλειας και ότι η Κύπρος, παρά το γεγονός ότι
άργησε να ενταχθεί στον κύκλο των επηρεαζόμενων χωρών λόγω του μικρού
μεγέθους και της θέσης της, τελικά δεν κατάφερε να ξεφύγει από τον
ασφυκτικό κλοιό που δημιουργούν οι έμποροι ναρκωτικών, οι οποίοι
διαφαίνεται να έχουν δικτυωθεί σε όλη την κυπριακή κοινωνία. Το γεγονός
αυτό άλλωστε επιβεβαιώνεται από τους διαπιστωθέντες θανάτους νέων
ανθρώπων συνεπεία ναρκωτικών που επεσυνέβησαν τα τελευταία δύο χρόνια. Η
επιτροπή διαπιστώνει ότι, όπως εξάγεται από τις διάφορες φάσεις της όλης
συζήτησης, ενώ το πρόβλημα δεν είχε αρχικά επηρεάσει τις πολύ νεαρές
ηλικίες και το στράτευμα, ακολούθως στην πορεία του χρόνου διεφάνη ότι το
πρόβλημα επηρεάζει αυτή τη στιγμή νεαρές ηλικίες, μαθητές, αλλά και το
στράτευμα. Η παρατήρηση αυτή εξάγεται μέσα από τις συζητήσεις που έγιναν
στην επιτροπή, παρά το γεγονός ότι η επιτροπή δεν έχει ενώπιόν της ούτε
συγκεκριμένα αριθμητικά ούτε στατιστικά στοιχεία, αλλά μόνο τις σχετικές
δηλώσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.
Όσον αφορά το στράτευμα, σύμφωνα με τις δηλώσεις του
ίδιου υπουργού, υπάρχουν στις τάξεις αυτές μόνο χρήστες. Το γεγονός όμως
αυτό δεν πρέπει να δημιουργεί εφησυχασμό, αλλά αντίθετα χρειάζεται
εγρήγορση για αποτροπή χειρότερων καταστάσεων.
Το γεγονός ότι έχουν επισυμβεί πολλοί θάνατοι νεαρών
ατόμων τα τελευταία δύο χρόνια, τους οποίους η επιτροπή έχει σε γνώση
της, καταδεικνύει τη σοβαρότητα της κατάστασης, αλλά και την ανάγκη
ανάληψης λεπτών και επιδέξιων χειρισμών για τη δημιουργία, σε πρώτο
στάδιο, των αναγκαίων αντιστάσεων μέσω της σωστής ενημέρωσης και
διαφώτισης.
Η επιτροπή περαιτέρω διαπιστώνει ότι η ανάγκη
αντιμετώπισης του προβλήματος πάνω σε συστηματική βάση έχει εμπεδωθεί στο
επίσημο κράτος και στους αρμοδίους μόλις τα τελευταία δύο χρόνια.
Διαπιστώνεται ότι καμιά από τις προηγούμενες κυβερνήσεις δεν έπραξε αυτό
που έπρεπε να είχε έγκαιρα πράξει, ούτε προληπτικά, αλλά ούτε
κατασταλτικά. Το γεγονός αυτό δυνατό να οφείλεται σε άγνοια, σε
εφησυχασμό, σε ολιγωρία αντιμετώπισης της κατάστασης ή/και σε αδυναμία
στάθμισης των επερχόμενων κινδύνων. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα η σημερινή
κοινωνία να έχει βρεθεί ουσιαστικά απροετοίμαστη να αντιμετωπίσει την
κατάσταση, τη στιγμή που τα κυκλώματα των μεγαλεμπόρων ναρκωτικών
γίνονται ολοένα πιο ασφυχτικά και η χρήση να αυξάνεται, χωρίς να υπάρχουν
οι δέουσες αντιστάσεις.
Από τις απόψεις και θέσεις που κατατέθηκαν ενώπιόν της
η επιτροπή διαπιστώνει τις προϋπάρχουσες διαχρονικά μεγάλες αδυναμίες και
παραλείψεις, οι οποίες ενέτειναν και συνεχίζουν να εντείνουν τις
δυσκολίες αντιμετώπισης του προβλήματος. Ως μερικές από τις γενικές και
άλλες ειδικότερες αδυναμίες η επιτροπή θεωρεί τις ακόλουθες:
· Την παντελή διαχρονικά έλλειψη κρατικής
πρωτοβουλίας για χάραξη εθνικής στρατηγικής προς αντιμετώπιση του
προβλήματος μέχρι πρότινος, οπότε και οριστικοποιήθηκε και άρχισε
πλέον να εφαρμόζεται η υιοθετηθείσα Εθνική Στρατηγική για τα
Ναρκωτικά.
· Τις μεγάλες λειτουργικές αδυναμίες και τη σοβαρή
υποστελέχωση του μόνου αρμόδιου ειδικού κυβερνητικού φορέα, δηλαδή
του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου.
· Την έλλειψη επαρκών κρατικών κέντρων απεξάρτησης
και αποτοξίνωσης και την ολοκληρωτική απουσία σχεδίων επανένταξης των
θυμάτων στην κοινωνία, καθώς και την ανεπαρκή κρατική στήριξη της
όποιας προσπάθειας. Όλες οι προσπάθειες για απεξάρτηση και επανένταξη
βασίζονταν για χρόνια σε εθελοντικές μόνο πρωτοβουλίες, γεγονός που
ανάγκασε την παρούσα κυβέρνηση να λάβει, ευθύς ως ανέλαβε, αποφάσεις
για τη λειτουργία κρατικών μονάδων αποτοξίνωσης, απεξάρτησης,
ψυχολογικής στήριξης και επανένταξης.
· Την ελλιπή μέχρι πρότινος διαφώτιση για τους
επερχόμενους κινδύνους, καθώς και την ελλιπή προληπτική εκστρατεία σε
χώρους όπου διακινούνται ευαίσθητες κοινωνικά ομάδες, όπως είναι τα
σχολεία.
· Την έλλειψη αστικών χώρων ψυχαγωγίας και
παραγωγικής απασχόλησης των νέων, ώστε να αποτρέπονται από τους
κινδύνους που ενέχουν εξωσχολικές δραστηριότητες που είναι δυνατό να
τους εμπλέξουν σε τέτοιες δραστηριότητες.
· Την ελλιπή αριθμητικά στελέχωση της αστυνομίας
και ειδικότερα της αρμόδιας υπηρεσίας δίωξης ναρκωτικών και
συνεπακόλουθα την αδυναμία εφαρμογής συγκεκριμένης στρατηγικής για
συστηματική πάταξη της διακίνησης και χρήσης ναρκωτικών, με
αποσπασματική μόνο αντιμετώπιση του προβλήματος.
· Την έλλειψη αξιολόγησης από ένα συντονιστικό
κρατικό φορέα όλων των ενεργειών και πρωτοβουλιών που αναλαμβάνονταν
κατά καιρούς για πάταξη του προβλήματος, τον ερασιτεχνισμό και την
έλλειψη εποπτείας, με θλιβερά αποτελέσματα, όπως για παράδειγμα τη
διαφήμιση και την όξυνση του προβλήματος, παρά την καταπολέμησή του.
· Τις αδυναμίες στο αποδεικτικό δίκαιο, οι οποίες
είχαν ως συνέπεια να καθίσταται αδύνατη η καταδίκη όσων
συλλαμβάνονταν και κύρια των εμπόρων ναρκωτικών, αφού ήταν εξαιρετικά
δύσκολο να αποδειχθούν ενώπιον των δικαστηρίων τα αδικήματα για τα
οποία αυτοί κατηγορούνταν.
Όσον αφορά τη δεύτερη πτυχή του θέματος, που αφορά την
εμπορία ναρκωτικών ουσιών, η επιτροπή, χωρίς να υποβαθμίζει τις μεγάλες
δυσκολίες που υφίστανται στην όλη προσπάθεια με στόχο την τελική καταδίκη
των μεγαλεμπόρων, κρίνει ότι έχουν πλέον επενεχθεί ουσιώδεις νομοθετικές
τροποποιήσεις στο αποδεικτικό δίκαιο, μετά τις ρυθμίσεις στις οποίες
προέβη πρόσφατα η Βουλή, τις οποίες οι διωκτικές αρχές επιζητούσαν από
καιρό. συνεπώς έχουν ενισχυθεί σημαντικά τα μέσα για προσαγωγή ενώπιον
της δικαιοσύνης και για καταδίκη των εμπόρων ναρκωτικών, όταν αυτοί
συλλαμβάνονται.
Περαιτέρω, η επιτροπή θεωρεί ότι τόσο η αστυνομία όσο
και ειδικότερα η εντεταλμένη υπηρεσία καταπολέμησης των ναρκωτικών έχουν
ήδη καθιδρύσει τις δέουσες δομές, ακολουθούν πιο συστηματοποιημένες
μεθόδους αντιμετώπισης της προσφοράς, τόσο σε σχέση με την εισαγωγή
ναρκωτικών στην Κύπρο από το εξωτερικό όσο και για τον έλεγχο ύποπτων
χώρων, και έχουν ήδη σημειώσει σημαντικές επιτυχίες, όπως ο Υπουργός
Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως δήλωσε ενώπιον της επιτροπής. Περαιτέρω,
η επιτροπή σημειώνει με ικανοποίηση ότι το αρμόδιο τμήμα της αστυνομίας,
δηλαδή η ΥΚΑΝ, δραστηριοποιείται σε συνεργασία με άλλους φορείς σε τομείς
πέραν των συνήθων αρμοδιοτήτων της και πιο ειδικά στον τομέα της πρόληψης
και της διαφώτισης με επαφές και διάφορες εκδηλώσεις σε σχολεία και
άλλους ανάλογους χώρους.
Παρά ταύτα, η επιτροπή διαπιστώνει ότι με βάση τις
δηλώσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως παρουσιάζονται
αδυναμίες σε σχέση με την παρεμπόδιση της διακίνησης ναρκωτικών και της
εισαγωγής τους στις ελεύθερες περιοχές από τα κατεχόμενα εδάφη λόγω του
μεγάλου μήκους της γραμμής αντιπαράθεσης*. Για τούτο καλείται η κυβέρνηση
να μην εφησυχάζει σε παγιωμένες πρακτικές, αλλά να επαναξιολογεί συνεχώς
την κατάσταση και να λαμβάνει τα δέοντα μέτρα έναντι του επηυξημένου
κινδύνου εισαγωγής ναρκωτικών από τα κατεχόμενα, ο οποίος ενδεχόμενα να
έχει ενταθεί με το άνοιγμα των διόδων από και προς τις κατεχόμενες
περιοχές.
Υπό το φως των πιο πάνω διαπιστώσεών της, η επιτροπή
κρίνει ότι η οριστικοποίηση και έναρξη εφαρμογής της Εθνικής Στρατηγικής
για τα Ναρκωτικά, όπως και το σχέδιο δράσης για πρόληψη της προσφοράς
ναρκωτικών, όπως αυτά έχουν κατατεθεί ενώπιόν της, αποτελούν έναν πλήρη
σχεδιασμό που περιέχει ένα ικανοποιητικό σφαιρικό και πολυεπίπεδο πλαίσιο
προς αντιμετώπιση της κατάστασης. Συνεπώς, αποτελεί αυτή τη στιγμή το
βασικότερο άξονα γύρω από τον οποίο θα πρέπει να κινηθεί η κρατική
προσπάθεια για πάταξη της εμπορίας και διακίνησης ναρκωτικών, όπως και η
πρόληψη, αλλά και η επανένταξη των θυμάτων στην κοινωνία. Η επίσημη,
συντονισμένη, συλλογική και οργανωμένη αντιμετώπιση του προβλήματος μέσω
της εθνικής στρατηγικής βρίσκει απόλυτα σύμφωνη την επιτροπή.
Περαιτέρω, η επιτροπή κρίνει ότι η μέσω της εθνικής
στρατηγικής επιδιωκόμενη συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, όπως είναι οι
εθελοντικοί οργανισμοί και η επιδιωκόμενη κοινωνική δικτύωση για
διαφώτιση και ενημέρωση, θα πρέπει να μορφοποιηθούν και να
συστηματοποιηθούν το ταχύτερο. Τούτο καθίσταται αναγκαίο τόσο γιατί
υπάρχουν και ήδη λειτουργούν στον ιδιωτικό τομέα οι αντίστοιχες δομές
λόγω της, για χρόνια, αποκλειστικά ιδιωτικής πρωτοβουλίας στον τομέα της
πρόληψης, απεξάρτησης και επανένταξης, όσο και γιατί στη μεγάλη αυτή
προσπάθεια είναι αναγκαίος ο συντονισμός, η σύμπραξη και η συνεισφορά
όλων και ιδιαίτερα των ιδιωτικών οργανώσεων, οι οποίες δεν μπορεί να
παραγνωρισθεί ότι προσέφεραν τα μέγιστα στην αντιμετώπιση του
προβλήματος. Η επιτροπή συναφώς διαπιστώνει ότι οι βασικές παράμετροι της
υιοθετηθείσας εθνικής στρατηγικής καταλαμβάνουν ή/και περιλαμβάνουν σε
πολύ μεγάλο βαθμό τις εισηγήσεις που κατατέθηκαν από τους ιδιωτικούς
φορείς ενώπιόν της κατά τη διάρκεια της όλης συζήτησης τόσο για την
ανασυγκρότηση του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου όσο και για άλλα συναφή
ζητήματα, γεγονός που η ίδια σχολιάζει με ευαρέσκεια.
Όσον αφορά τη λειτουργία του Αντιναρκωτικού
Συμβουλίου, το οποίο για σειρά ετών παρέμενε ανενεργό και παροπλισμένο
λόγω υποστελέχωσης, η επιτροπή σχολιάζει με ιδιαίτερη ικανοποίηση την
ουσιαστική αναδιοργάνωση, τη νέα δομή και την πλήρη ενεργοποίησή του
εντός του 2004. Ταυτόχρονα, η επιτροπή τάσσεται υπέρ της ενίσχυσής του με
πρόσθετο προσωπικό, εφόσον τούτο κριθεί σκόπιμο, ώστε να είναι σε θέση να
αντεπεξέρχεται αποτελεσματικά στο διευρυμένο ρόλο που έχει αναλάβει.
Ευαρέσκεια εκφράζεται επίσης για την ίδρυση και λειτουργία του Εθνικού
Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά και την
Τοξικομανία, το οποίο επωμίζεται μεταξύ άλλων και ρόλο ενημερωτικό και
συλλογής και αξιολόγησης πληροφοριών, ρόλος που είναι ιδιαίτερα χρήσιμος
για τη σωστή και σφαιρική πληροφόρηση όλων των εμπλεκομένων σε σχέση με
την εκάστοτε πραγματική κατάσταση του προβλήματος.
Ιδιαίτερα θα πρέπει να υπογραμμιστεί ο σημαντικός
ρόλος που επωμίζεται η ίδια η αστυνομία, η οποία έχει αναπτύξει πλέον
τους δέοντες μηχανισμούς συνεργασίας με τους πολίτες για συλλογή
πληροφοριών που κρίνονται απαραίτητες γα το έργο της. Η επιτροπή καλεί
τους αρμοδίους να αναπτύξουν περαιτέρω με προσοχή και συνέπεια δίκτυα
πληροφόρησης σε όλους τους ευαίσθητους χώρους όπου διακινείται η νεολαία
και ιδιαίτερα στα σχολεία, στους χώρους αναψυχής και στο στρατό.
Όσον αφορά το ειδικότερο ζήτημα των χρηστών που
βρίσκονται στις φυλακές, η επιτροπή θεωρεί ότι το ζήτημα είναι σοβαρό και
ότι οι αρμόδιοι θα πρέπει να μην εφησυχάζουν, αλλά αντίθετα να
εντατικοποιήσουν τους σχεδιασμούς τους, τόσο για να υποβοηθηθούν οι
χρήστες προς την κατεύθυνση της απεξάρτησης όσο και για τον έλεγχο στις
εισόδους, με στόχο την παρεμπόδιση της εισαγωγής ναρκωτικών στις φυλακές.
Τέλος, η επιτροπή εκφράζει την ευαρέσκειά της για το
έργο που επιτελείται από τις κυβερνητικές υπηρεσίες στον τομέα της
απεξάρτησης και επανένταξης, αφού έχει διαπιστώσει ότι τα τελευταία δύο
χρόνια έχουν καθιδρυθεί από τον κρατικό τομέα οι δέουσες πολυεπίπεδες
δομές αντιμετώπισης αυτής της πολύπλοκης και δύσκολης πτυχής του όλου
θέματος. Η επιτροπή θεωρεί ότι υπάρχουν πάντοτε περιθώρια ενίσχυσης των
προγραμμάτων αυτών, για τούτο και πρέπει να αξιολογούνται περιοδικά, αλλά
είναι επίσης αναγκαία η πιο πλατιά ενημέρωση του κοινού για την ύπαρξη
των κέντρων απεξάρτησης και γενικότερα για το έργο που επιτελείται στον
τομέα αυτό εκ μέρους του κράτους.
Η επιτροπή, συμπερασματικά, θεωρεί ότι η πορεία
υλοποίησης της εθνικής στρατηγικής θα πρέπει να παρακολουθείται
συστηματικά από τους εντεταλμένους φορείς στη βάση συγκεκριμένων
χρονοδιαγραμμάτων. Θα πρέπει δε συνεπακόλουθα να υπάρξει η κατάλληλη
αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και η ανάλογη αναπροσαρμογή των βασικών της
παραμέτρων, όπου αυτό κριθεί αναγκαίο στη φάση της υλοποίησης.
Η επιτροπή αναμένει ότι από τούδε και στο εξής η
αντιμετώπιση της μάστιγας των ναρκωτικών και όλων των πτυχών του
προβλήματος, όπως αυτές εξετέθησαν κατά τη διάρκεια της συζήτησης του
θέματος, δε θα είναι πλέον αποσπασματική ή περιστασιακή, καλεί δε την
κυβέρνηση και όλους τους αρμόδιους φορείς να τελούν σε συνεχή εγρήγορση,
αφού το πρόβλημα των ναρκωτικών λόγω της ιδιαιτερότητάς του και των
πολλαπλών πτυχών του διαφοροποιείται συνεχώς και καθίσταται ολοένα και
πιο πολύπλοκο, με αποτέλεσμα να χρήζουν συνεχούς επαναξιολόγησης οι
χαραχθείσες μέθοδοι και οι τρόποι αντιμετώπισης.
Συναφώς, η Κοινοβουλευτική Επιτροπή για την
Εγκληματικότητα θα παρακολουθεί την πορεία υλοποίησης της Εθνικής
Στρατηγικής για τα Ναρκωτικά και θα ενασκεί τον απαιτούμενο
κοινοβουλευτικό έλεγχο.
11 Απριλίου 2005
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Τα μέλη της επιτροπής βουλευτές της κοινοβουλευτικής
ομάδας του Δημοκρατικού Συναγερμού κατέθεσαν γραπτώς τις πιο κάτω θέσεις,
που αποτελούν την τελική τους τοποθέτηση σε σχέση με το υπό συζήτηση
θέμα:
«Η κοινοβουλευτική ομάδα του Δημοκρατικού Συναγερμού,
με βάση τα δεδομένα που κατατέθηκαν στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή για την
Εγκληματικότητα κατά τη συζήτηση του θέματος «Εμπορία, χρήση ναρκωτικών
και τρόποι αντιμετώπισης» διαπιστώνει ότι το πρόβλημα προσλαμβάνει
μεγάλες διαστάσεις, γεγονός που ούτε η ίδια η κυβέρνηση δεν
αντιλαμβάνεται (βλ. τοποθέτηση Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού,
σύμφωνα με την οποία δεν αντιμετωπίζεται πρόβλημα στα σχολεία). Τα
στατιστικά στοιχεία που τηρούνται από τους αρμόδιους φορείς δεν είναι
καθόλου ευχάριστα, αφού παρατηρείται μια αυξητική πορεία του φαινομένου
πάρα πολύ ανησυχητική, ιδιαίτερα στους χώρους όπου διακινείται η νεολαία.
Την ώρα που υπάρχει κίνδυνος να χαθεί ο πόλεμος είναι
η ώρα της αυτοκριτικής αλλά και της αναγκαιότητας πανστρατιάς πολιτείας
και πολιτών στον αγώνα για την πρόληψη και την καταπολέμηση των
ναρκωτικών.
Για τη μη αντιμετώπιση του προβλήματος φταίνε όλοι.
Και οι προηγούμενες κυβερνήσεις και η σημερινή κυβέρνηση και η Βουλή, που
αργοπόρησε να τροποποιήσει τον περί του Δικαίου της Απόδειξης Νόμο, ώστε
να δοθούν περισσότερα όπλα στον αγώνα για την καταστολή.
Το Αντιναρκωτικό Συμβούλιο, μετά την τροποποίηση της
νομοθεσίας που το διέπει, έχει γίνει πιο ευέλικτο και το ζητούμενο είναι
να γίνει και πιο αποτελεσματικό.
Απαιτείται να δημιουργηθεί μηχανισμός για εθνική και
κοινωνική άμυνα για το θέμα των ναρκωτικών και η ήδη εκπεφρασμένη εθνική
στρατηγική πρέπει να μην παραμείνει απλώς στα χαρτιά, αλλά και να
εφαρμοστεί.
Σήμερα που παρατηρείται:
· αύξηση του πληθυσμού που κάνει συνεχή χρήση
ναρκωτικών με ταυτόχρονη αύξηση των θανάτων από ναρκωτικά,
· αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού που έκανε έστω
μια φορά χρήση,
· αύξηση του αριθμού των ουσιών που
χρησιμοποιούνται για χρήση και το αίτημα για θεραπεία είναι
επιτακτικό
και με δεδομένο ότι τα εφαρμοζόμενα μέτρα και η
πολιτική στον τομέα αυτό κρίνονται κατά γενική ομολογία, στην καλύτερη
περίπτωση, ανεπαρκή σε σχέση με τις διαστάσεις και τις επιπτώσεις του
προβλήματος, το πρόβλημα πρέπει να αντιμετωπιστεί στην πραγματική του
διάσταση και να εφαρμοστεί μακροχρόνια δράση σε συνεργασία με την
κοινωνία των πολιτών, η οποία πολλάκις έχει ξεπεράσει σε δράσεις και
ευαισθησία την ίδια την πολιτεία.
Όλες οι έρευνες δείχνουν ότι η πρόληψη είναι η
καλύτερη θεραπεία με το μικρότερο κόστος, γι’ αυτό πρώτα απ’ όλα
απαιτείται η λήψη συστηματικών μέτρων πρόληψης, ώστε να αποφευχθεί η
χρήση.
Το ότι η πρόληψη θεωρείται πρωταρχικής σημασίας δε
σημαίνει ότι αγνοείται ή υποβαθμίζεται η διάσταση της καταστολής. Σημασία
έχει να υιοθετηθεί μια ισορροπημένη προσέγγιση, που να στηρίζεται:
1. τόσο στη μείωση της ζήτησης (που επιτυγχάνεται
με την εκπαίδευση, την ενημέρωση, τη θεραπεία)
2. όσο και στη μείωση της διάθεσης ναρκωτικών (που
επιτυγχάνεται με την καταστολή της εμπορίας).
Η πολιτεία οφείλει να διασφαλίσει ορθολογιστικό
σχεδιασμό, συντονισμό δράσεων και υπηρεσιών σε μια πολιτική που θα έχει
ως άξονες:
· Την κατανόηση του μεγέθους του προβλήματος.
· Την ενίσχυση του Αντιναρκωτικού Συμβουλίου με
επιστημονικό προσωπικό.
· Τη συνεργασία με την Κοινωνία των Πολιτών (μη
κυβερνητικές οργανώσεις, γονείς, δάσκαλους, μαθητές, οργανώσεις
νεολαίας).
· Την εκπόνηση προγραμμάτων στήριξης των
παραδοσιακών θεσμών της κοινωνίας όπως η οικογένεια.
· Την εκπόνηση εξειδικευμένων προγραμμάτων
πρόληψης σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση.
· Τη στήριξη των σωματείων και των ομίλων που
απασχολούν τη νεολαία με υγιείς δραστηριότητες (π.χ. πολιτιστικά,
αθλητικά κ.ά.).
· Την έμφαση στην πρόληψη -προγράμματα ενημέρωσης-
συμβουλευτικά κέντρα τόσο στις αστικές περιοχές όσο και στην ύπαιθρο.
· Την αντιμετώπιση των χρηστών ως ασθενών.
· Τη δημιουργία σύγχρονων κέντρων απεξάρτησης και
ψυχολογικής στήριξης.
· Την καθιέρωση προγραμμάτων κοινωνικής
επανένταξης.
· Την ενδυνάμωση μηχανισμών καταστολής και την
καλύτερη αξιοποίηση των εμπειριών άλλων χωρών.
Όσον αφορά την εμπορία ναρκωτικών ουσιών, έχει
τεκμηριωθεί από τις απόψεις που είχαν κατατεθεί ότι το κράτος ακόμη
υστερεί. Παρ’ όλες τις ρυθμίσεις στις οποίες προέβη πρόσφατα η Βουλή και
τις οποίες οι διωκτικές αρχές επιζητούσαν από καιρό, ακόμη δεν έχει γίνει
κατορθωτό να υπάρξουν οι ανάλογες επιτυχίες.
Παρά τις προσπάθειες της ΥΚΑΝ, της εντεταλμένης
αστυνομικής υπηρεσίας για την καταπολέμηση των ναρκωτικών, το πρόβλημα
της εμπορίας καθημερινά διογκώνεται, με αποτέλεσμα την έξαρσή του.
Η διοχέτευση ναρκωτικών ουσιών γίνεται σήμερα στα
σχολεία, στο στρατό, στα στέκια της νεολαίας, σε στενά και σκοτεινά
δρομάκια, δίπλα από κέντρα διασκέδασης κλπ. Η είσοδος των ναρκωτικών στην
Κύπρο παραμένει ανεξέλεγκτη, ιδιαίτερα ένεκα της γραμμής κατοχής, αλλά
και μέσω των επίσημων εισόδων του κράτους.
Όλα τα πιο πάνω αποτελούν αποτέλεσμα των αδυναμιών της
υπηρεσίας καταστολής της αστυνομίας, παρά το ότι ο Υπουργός Δικαιοσύνης
και Δημοσίας Τάξεως μιλά για επιτυχίες. είναι γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο
που πρέπει να στηριχθεί έμπρακτα ο μηχανισμός καταστολής με σωστό,
εκπαιδευμένο και επαρκές προσωπικό και με την αξιοποίηση των εμπειριών
άλλων χωρών να δοθεί πραγματικά η μάχη. Μαγικές λύσεις ή συνταγές σίγουρα
δεν υπάρχουν. η πανστρατιά πολιτείας και πολιτών είναι το υπόβαθρο πάνω
στο οποίο μπορεί να στηριχθεί η πολιτική κατά των ναρκωτικών.».
|