Έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής
Ευρωπαϊκών Υποθέσεων για το νομοσχέδιο που τιτλοφορείται «Ο περί της
Πρόσβασης στην Αγορά των Διεθνών Οδικών Εμπορευματικών Μεταφορών Νόμος
του 2004»
Παρόντες:
Νίκος Κλεάνθους, πρόεδρος |
Καίτη Κληρίδου |
Αντιγόνη Παπαδοπούλου |
Χρήστος Πουργουρίδης |
Σοφοκλής Φυττής |
Ανδρούλα Βασιλείου |
Χρίστος Μαυροκορδάτος |
Ρίκκος Ερωτοκρίτου |
Στέλλα Μισιαούλη
Δημητρίου |
|
Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή
Ευρωπαϊκών Υποθέσεων μελέτησε το πιο πάνω νομοσχέδιο σε συνεδρία της, που
πραγματοποιήθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2004. Στη συνεδρία της επιτροπής
κλήθηκαν και παρευρέθηκαν εκπρόσωποι του Γραφείου του Συντονιστή
Εναρμόνισης, του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και των αρμόδιων
κυβερνητικών υπηρεσιών.
Το εν λόγω νομοσχέδιο
κατατέθηκε στη Βουλή των Αντιπροσώπων από το Υπουργείο Εξωτερικών και
παραπέμφθηκε στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, στα
πλαίσια της διαδικασίας που έχει υιοθετηθεί για την ταχύτερη διεκπεραίωση
της εξέτασης νομοσχεδίων που σχετίζονται με την εναρμόνιση της κυπριακής
νομοθεσίας με το κοινοτικό κεκτημένο.
Σκοπός του προτεινόμενου
νόμου είναι η εισαγωγή διατάξεων, για να καταστεί δυνατή η εφαρμογή των
κοινοτικών κανονισμών που περιλαμβάνονται στο προοίμιο του νομοσχεδίου.
Ειδικότερα, με το
προτεινόμενο νομοσχέδιο ορίζεται το Τμήμα Οδικών Μεταφορών του Υπουργείου
Συγκοινωνιών και Έργων ως η αρμόδια αρχή για την εφαρμογή των εν λόγω
κοινοτικών κανονισμών, εξουσιοδοτούνται λειτουργοί του υπουργείου να
ασκούν καθήκοντα επιθεωρητή για σκοπούς εφαρμογής της υπό αναφορά
κοινοτικής νομοθεσίας και προβλέπονται αδικήματα και ποινές σε περίπτωση
μη συμμόρφωσης προσώπου με τις διατάξεις των εν λόγω κοινοτικών
κανονισμών.
Στη συνεδρία της επιτροπής
τα μέλη της ήγειραν προς τον εκπρόσωπο του Γραφείου του Γενικού
Εισαγγελέα της Δημοκρατίας το ζήτημα της πρόβλεψης ποινικών αδικημάτων
στο νομοσχέδιο. Ειδικότερα, τα μέλη της επιτροπής ζήτησαν την άποψη του
Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για νομικό θέμα που
πιθανόν να προκύπτει, από το γεγονός ότι προβλέπονται αδικήματα και
ποινές στο νομοσχέδιο με απλή παραπομπή σε άρθρα των κοινοτικών
κανονισμών, οι οποίοι δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών
Κοινοτήτων και όχι στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, χωρίς να
καθορίζεται στο ίδιο κείμενο του νομοσχεδίου ποια είναι η αξιόποινη πράξη
ή η παράλειψη που συνεπάγεται την επιβολή ποινής. Ο εκπρόσωπος της
Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας απάντησε ότι αυτό είναι νομικά ορθό,
διότι με την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι
κοινοτικοί κανονισμοί έχουν γενική και άμεση ισχύ στην έννομη τάξη των
κρατών μελών και καθίστανται εσωτερικό δίκαιο, σύμφωνα με το άρθρο 249
της Συνθήκης περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Επίσης, αναφέρθηκε
σε απόφαση του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από την ερμηνεία της
οποίας συνάγεται ότι δεν επιτρέπεται η επανάληψη του κειμένου των
κοινοτικών κανονισμών στην ημεδαπή νομοθεσία.
Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή
Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, πριν τοποθετηθεί επί του θέματος, ζήτησε από τον
εκπρόσωπο του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας να
αποστείλει γραπτό ενημερωτικό σημείωμα με τη θέση της Νομικής Υπηρεσίας.
Η επιτροπή ζήτησε ειδικότερα να της κατατεθούν στοιχεία για το πώς
αντιμετωπίζουν το θέμα αυτό συγκεκριμένα κράτη μέλη που έχουν ήδη
εμπειρία επί του όλου ζητήματος. Ας σημειωθεί ότι το ζήτημα αυτό
εγείρεται και για άλλα τέσσερα νομοθετήματα που είχε ενώπιόν της προς
εξέταση η επιτροπή στην ίδια συνεδρίαση.
Ενόψει των πιο πάνω, η
Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας απέστειλε σχετικό σημείωμα με το οποίο
ενημέρωσε τα μέλη της επιτροπής ότι, μετά από έρευνα που διενήργησε
αναφορικά με την πρακτική που ακολουθείται σε άλλα κράτη μέλη,
διαπιστώνει πως η ορθότερη πρακτική παραμένει η πρόβλεψη αδικήματος μέσω
παραπομπής του νόμου στο κείμενο των κοινοτικών κανονισμών. Η εν λόγω
ρύθμιση υιοθετήθηκε και στο υπό συζήτηση νομοσχέδιο.
Υπό το φως των πιο πάνω, η
Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων υιοθετεί τους σκοπούς και
τις επιδιώξεις του υπό αναφορά νομοσχεδίου, γι’ αυτό και ομόφωνα
εισηγείται στη Βουλή την ψήφισή του σε νόμο.
17 Δεκεμβρίου 2004
|