Αρχείο

    

Έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών για το νομοσχέδιο που τιτλοφορείται «Ο περί Δικαστηρίων (Τροποποιητικός) (Αρ. 3) Νόμος του 2004»

Παρόντες:

Ιωνάς Νικολάου, πρόεδρος    Άγις Αγαπίου
Ανδρέας Παπαπολυβίου Ανδρέας Αγγελίδης
Καίτη Κληρίδου Ζαχαρίας Κουλίας
Αριστοφάνης Γεωργίου                    Χριστόδουλος Ταραμουντάς

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών μελέτησε το πιο πάνω νομοσχέδιο σε δύο συνεδρίες της, που πραγματοποιήθηκαν την 1η Ιουλίου και στις 25 Νοεμβρίου 2004. Στα πλαίσια των συνεδριάσεων αυτών, παρευρέθηκαν στην επιτροπή εκπρόσωποι του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, καθώς και ο Πρόεδρος και ο αρχιπρωτοκολλητής του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Σκοπός του νόμου που προτείνεται είναι η αύξηση του ύψους του αμφισβητούμενου ποσού ή της αξίας της επίδικης διαφοράς που εμπίπτουν στην καθ’ ύλην πολιτική δικαιοδοσία ανώτερου επαρχιακού δικαστή από £50.000 σε £250.000 και επαρχιακού δικαστή από £25.000 σε £50.000.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που αναφέρονται στην εισηγητική έκθεση που συνοδεύει το νομοσχέδιο, η σκοπούμενη τροποποίηση ετοιμάστηκε μετά από εισήγηση του Ανωτάτου Δικαστηρίου και αποσκοπεί στην ευχερέστερη και ομαλότερη λειτουργία των πολιτικών δικαστηρίων κατά την απονομή της δικαιοσύνης.

Στο στάδιο της μελέτης του νομοσχεδίου η επιτροπή επισήμανε την εκτίμησή της ότι για την επίτευξη του πιο πάνω σκοπού και ιδιαίτερα του στόχου για ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης θεωρεί αναγκαία μια ευρύτερη αναδιάρθρωση στον τομέα της καθ’ ύλην δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων. Συγκεκριμένα, η επιτροπή επισήμανε την εκτίμηση ότι για την επίτευξη του ειδικότερου αλλά ίσως και του πιο σημαντικού στόχου για ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης θα πρέπει να γίνουν τέτοιες ρυθμίσεις στον τομέα αυτό, οι οποίες να ελαφρύνουν το βεβαρημένο σήμερα πινάκιο των υποθέσεων επαρχιακού δικαστή. Συναφώς, με σκοπό τη διαμόρφωση μιας πιο ολοκληρωμένης άποψης γύρω από το ζήτημα αυτό, η επιτροπή ζήτησε και πήρε στοιχεία που καταδεικνύουν τον κατά τα τελευταία έτη αριθμό υποθέσεων που καταχωρίστηκαν, στις οποίες έγινε συμβιβασμός, εκδικάστηκαν ή εκκρεμούν κατά επαρχιακό δικαστήριο.

Στη βάση του πιο πάνω σκεπτικού της, καθώς και των υπό αναφορά στοιχείων, η επιτροπή εξέφρασε την επιφύλαξή της για το εφικτό της επίτευξης του επιδιωκόμενου με την προτεινόμενη ρύθμιση σκοπού, αφού η προτεινόμενη αύξηση του ύψους του αμφισβητούμενου ποσού ή της αξίας της επίδικης διαφοράς της καθ’ ύλην δικαιοδοσίας τόσο ανώτερου επαρχιακού δικαστή όσο και επαρχιακού δικαστή ενδέχεται να προκαλέσει σημαντική επιβάρυνση στο πινάκιο του τελευταίου, στη δικαιοδοσία του οποίου θα εμπίπτει ο μεγαλύτερος όγκος των πολιτικών υποθέσεων.

Αναλύοντας τους σκοπούς και τις επιδιώξεις της προτεινόμενης τροποποίησης και αναφερόμενος στις πιο πάνω εκτιμήσεις και επιφυλάξεις της επιτροπής, ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου δήλωσε ότι, παρ’ όλο που συμφωνεί ότι μια ευρύτερη αναδιάρθρωση της δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων θα επιφέρει αναμφίβολα καλύτερα αποτελέσματα στην απονομή της δικαιοσύνης και προς την κατεύθυνση αυτή ήδη καταβάλλεται προσπάθεια, εντούτοις στο παρόν στάδιο κρίνεται αναγκαία η άμεση προώθηση της προτεινόμενης ρύθμισης, η οποία θα συμβάλει στην άρση ορισμένων τουλάχιστο δυσχερειών στη λειτουργία των πολιτικών δικαστηρίων. Συναφώς ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου επισήμανε στην επιτροπή ότι αφενός η αύξηση του ποσού της επίδικης διαφοράς που εμπίπτει στην καθ’ ύλην δικαιοδοσία ανώτερου επαρχιακού δικαστή θα συμβάλει στην καλύτερη κατανομή υποθέσεων μεταξύ αυτού και προέδρου επαρχιακού δικαστηρίου και αφετέρου η εν λόγω αύξηση δεν αποκλείει την ανάθεση σε ανώτερο επαρχιακό δικαστή υποθέσεων που εμπίπτουν στην καθ’ ύλην δικαιοδοσία επαρχιακού δικαστή. Τέλος, ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου διαβεβαίωσε την επιτροπή ότι ο διοικητικός πρόεδρος κάθε δικαστηρίου κατανέμει τις υποθέσεις κατά τρόπο, ώστε να επιτυγχάνεται μεταξύ των δικαστών κατά το δυνατό ανάλογος φόρτος εργασίας.

Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών, υπό το φως όλων όσα τέθηκαν ενώπιόν της και προσβλέποντας σε ευρύτερη αναδιάρθρωση στον τομέα της δικαιοδοσίας των δικαστηρίων για τους σκοπούς που αναφέρονται πιο πάνω, θεωρεί την προτεινόμενη ρύθμιση ως ενδιάμεσο προσωρινό μέτρο για το σκοπό της ομαλότερης λειτουργίας των πολιτικών δικαστηρίων. Ταυτόχρονα, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη τη σχετική διαβεβαίωση του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ευελπιστεί ότι στην πράξη θα καταστεί τελικά δυνατή η εφαρμογή της ρύθμισης αυτής, κατά τρόπο που να μην εντείνει το ήδη επιφορτισμένο πινάκιο υποθέσεων επαρχιακού δικαστή.

Στη βάση των πιο πάνω θέσεών της, η επιτροπή ομόφωνα εισηγείται στη Βουλή την ψήφιση του υπό συζήτηση νομοσχεδίου σε νόμο, όπως αυτό έχει κατατεθεί από την εκτελεστική εξουσία.

 

14 Δεκεμβρίου 2004

 
     

    

     © Copyright 2000.  Η Βουλή των Αντιπροσώπων